Του John Moss
Έχοντας ανακάμψει από την ύφεση που επέφερε η οικονομική κρίση, η οικονομία της Ισπανίας βελτιώνεται, παραμένοντας όμως ευάλωτη. Με την έλευση των παρεμβατικών πολιτικών του Πέδρο Σάντσεθ, η οικονομική ανάπτυξη μπορεί να κάνει ένα διάλειμμα για σιέστα.
Μετά από μια ψήφο μη εμπιστοσύνης τον Ιούνιο, η κυβέρνηση του κεντροδεξιού Μαριάνο Ραχόι τερματίστηκε και αντικαταστάθηκε από τον Πέδρο Σάντσεθ του κεντροαριστερού κόμματος PSOE. Έκτοτε, ολοένα και περισσότερο γίνεται εμφανής μια ρήξη στην οικονομική πολιτική της Ισπανίας.
Μολονότι το ΑΕΠ της Ισπανίας έχει σημειώσει εντυπωσιακή αύξηση από το 2013, ο επικεφαλής ερευνών της ισπανικής δεξαμενής σκέψης Civismo, Javier Santacruz, προειδοποιεί ότι έχει εξαφανιστεί ο ούριος άνεμος που κατέστησε εφικτή την ανάκαμψη της Ισπανίας -οι χαμηλές τιμές του πετρελαίου, οι χαμηλές συναλλαγματικές ισοτιμίες ως προς το δολάριο, η αύξηση στον αριθμό των τουριστών, και η μεγαλύτερη αύξηση στις εξαγωγικές αγορές της Ισπανίας.
Υπό το φως αυτών των παραγόντων, η Ισπανία χρειάζεται πολιτικές που θα δημιουργήσουν μια ανοιχτή, ευέλικτη και απαλλαγμένη από το χρέος οικονομία, ικανή να αντιμετωπίσει μελλοντικές κρίσεις. Δυστυχώς, ο Σάντσεθ προτίθεται να κάνει το ακριβώς αντίθετο.
Από την αρχή της θητείας του δεν ενθάρρυνε τον ανταγωνισμό στην αγορά και δεσμεύθηκε να αυξήσει τις δημόσιες δαπάνες. Ακόμη, σκοπεύει να ακυρώσει τις εργασιακές μεταρρυθμίσεις της Ισπανίας που εφαρμόστηκαν κατά τη χρηματοπιστωτική κρίση, επιδιώκοντας μεγαλύτερη ακαμψία.
Ο Σάντσεθ έχει επιβεβαιώσει ότι η επεκτατική του πολιτική θα οδηγήσει το έλλειμμα του προϋπολογισμού στο 2,7% του ΑΕΠ φέτος, έναντι της εκτίμησης για 2,2% της προηγούμενης κυβέρνησης. Αυτό είναι ανησυχητικό δεδομένου του ότι η αναλογία χρέους προς ΑΕΠ είναι ήδη 98% μεγαλύτερη από τον μέσο όρο της ΕΕ.
Ο Σαντακρούθ υποστηρίζει ότι αυτό θα εμποδίσει την κυβέρνηση Σάντσεθ να πετύχει δημοσιονομική σταθερότητα, καθώς το επίπεδο των μη χρηματοπιστωτικών ενοποιημένων δαπανών θα υπερβεί τις δυνατότητες οικονομικής ανάπτυξης της Ισπανίας. Γι' αυτόν, μια τέτοια δημοσιονομική ανευθυνότητα θα υποχρεώσει με τη σειρά της την Ισπανία να εφαρμόσει περισσότερες οικονομικές μεταρρυθμίσεις που θα επιβληθούν από την ΕΕ. Αν αυτές δεν εφαρμοστούν εγκαίρως, η κυβέρνηση μπορεί να χρειαστεί να καταβάλει πρόστιμα που θα αποδειχθούν δαπανηρά. Πρόκειται για μια πολύ εύλογη ανησυχία, δεδομένου του ότι στην Ισπανία έχουν επιβληθεί περισσότερα πρόστιμα από οποιαδήποτε άλλη χώρα της ΕΕ για μη εφαρμογή κοινοτικών οδηγιών - συνήθως εκείνων που αφορούν πολιτικές απελευθέρωσης των αγορών.
Σε ό,τι αφορά τον ανταγωνισμό, φαίνεται πως ο Σάντσεθ υποκύπτει στις απαιτήσεις των ομάδων πίεσης. Ο Σαντακρούθ αναφέρει ως το πιο πρόσφατο παράδειγμα τον κλάδο των ταξί: κήρυξαν απεργία εξαιτίας της απειλής του ανταγωνισμού που θεωρούν “άδικο” από εταιρείες όπως η Uber και η Cabify. Αυτό θα μπορούσε να είναι μια ευκαιρία για την νέα κυβέρνηση να επιβληθεί ανακαλώντας τις άδειες που δίνουν στα ταξί μονοπωλιακή εξουσία επί του τομέα λειτουργίας τους. Αντί γι' αυτό όμως η κυβέρνηση επιδιώκει σήμερα να διαπραγματευτεί έναν συμβιβασμό με τα συνδικάτα ταξί αντί να υπηρετήσει το συμφέρον των Ισπανών καταναλωτών.
Σύμφωνα με τον Σαντακρούθ, ο Σάντσεθ επίσης απειλεί την αγορά εργασίας με τις προθέσεις του να υπονομεύσει μεταρρυθμίσεις που την κατέστησαν πιο ευέλικτη, δημιουργώντας περισσότερες από 500.000 θέσεις εργασίας. Μολονότι, δήλωσε ότι δεν θα ανακαλέσει τις συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις, το κόμμα του συνεχίζει να εφαρμόζει την ίση αμοιβή μεταξύ εξωτερικών εργαζομένων και υπαλλήλων, που θα μπορούσε να καταστήσει την αγορά εργασίας λιγότερο ευέλικτη.
Αυτό ακριβώς δεν θέλει η Ισπανία: τα ποσοστά ανεργίας στη χώρα παραμένουν από τα μεγαλύτερα στην ΕΕ, και η αύξηση του εργασιακού κόστους θα δυσχεράνει περαιτέρω την κατάσταση.
Προς το παρόν, η Ισπανία γνωρίζει μια σταθερή ανάκαμψη μετά την ύφεσή της. Το Εθνικό Ινστιτούτο Στατιστικής (ΙΝΕ) προβλέπει αυξήσεις στην εγχώρια ζήτηση, την ιδιωτική κατανάλωση και τις εξαγωγές. Οι τάσεις αυτές όμως μπορεί να ακυρωθούν από τον Σάντσεθ: οι επικίνδυνες οικονομικές πολιτικές τους μπορεί να καταστήσουν ξανά την Ισπανία ευάλωτη σε ύφεση.
Μια πολύ καλύτερη εναλλακτική θα ήταν η ενίσχυση της ανάπτυξης με μοχλό τους καταναλωτές μέσα από το άνοιγμα της αγοράς στον ανταγωνισμό. Το πρώτο βήμα που θα μπορούσε να πάρει η κυβέρνηση Σάντσεθ είναι να ανακαλέσει τις άδειες που εκχωρούν σε συγκεκριμένες εταιρείες ή οργανισμούς όπως τα ταξί βαθμούς μονοπωλιακής ισχύος σε συγκεκριμένους κλάδους. Αυτό θα μείωνε τις τιμές και θα ωφελούσε όλους τους καταναλωτές δίνοντας κίνητρα για περισσοτερη κατανάλωση και ξένες επενδύσεις, αντί να εξυπηρετεί τα στενά συμφέροντα των συνδικάτων.
--
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 16 Αυγούστου και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του δικτύου Epicenter και τη συνεργασία του ΚΕΦΙΜ “Μάρκος Δραγούμης”.