Ο εθνικισμός είναι παίγνιο αρνητικού αθροίσματος
Shutterstock
Shutterstock

Ο εθνικισμός είναι παίγνιο αρνητικού αθροίσματος

print_article
Είναι βασική θεωρία παιγνίων. Όταν μια πλευρά παραβιάζει τους κανόνες, και οι άλλες σύντομα θα παραβιάσουν τους κανόνες. Αν μείνεις ακίνητος, θα χάσεις τα περισσότερα

*Γράφει ο Scott Sumner

Ο Economist δημοσίευσε κάποια άρθρα σχετικά με την άνοδο του οικονομικού εθνικισμού, τα οποία επισημαίνουν ορισμένα σημαντικά σημεία:  

«Για πολλούς στην Ουάσιγκτον—τόσο για τους Δημοκρατικούς όσο και για τους Ρεπουμπλικάνους—αυτή η νέα [προστατευτική] προσέγγιση είναι ζήτημα κοινής λογικής. Είναι, πιστεύουν, ο μόνος τρόπος με τον οποίο η Αμερική μπορεί να προστατεύσει τη βιομηχανική της βάση, να αποκρούσει την πρόκληση που αντιπροσωπεύει η ανερχόμενη Κίνα και να επαναπροσανατολίσει την οικονομία της προς μια πιο πράσινη ανάπτυξη. Αλλά για τους συμμάχους της Αμερικής, στην Ευρώπη και την Ασία, πρόκειται για μια αναπάντεχη στροφή. Μια χώρα στην οποία υπολόγιζαν ως τον μοχλό ενός κόσμου ανοιχτού εμπορίου κάνει ένα μεγάλο βήμα προς τον προστατευτισμό. Αυτοί, με τη σειρά τους, πρέπει να αποφασίσουν εάν θα πολεμήσουν τα χρήματα με χρήματα, ενισχύοντας τις επιδοτήσεις τους για να αντιμετωπίσουν τις αντίστοιχες αμερικανικές. Εάν το αποτέλεσμα είναι ένας παγκόσμιος αγώνας επιδοτήσεων, οι αρνητικές συνέπειες θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν τη διάρρηξη του διεθνούς εμπορικού συστήματος, την αύξηση του κόστους για τους καταναλωτές, την αύξηση των εμποδίων στην καινοτομία και την εμφάνιση νέων απειλών για την πολιτική συνεργασία. 

Η πρώτη μεγάλη ρωγμή στη δέσμευση της Αμερικής έναντι του ελεύθερου εμπορίου ήρθε όταν ο Ντόναλντ Τραμπ επέβαλε δασμούς σε προϊόντα από ολόκληρο τον κόσμο. Κατά κάποιο τρόπο, όμως, είναι η τωρινή δεύτερη ρωγμή -η αύξηση των επιδοτήσεων- αυτή που πονάει περισσότερο. «Το ελεύθερο εμπόριο είναι νεκρό» εκτιμά με ωμότητα ένας ανώτερος Ασιάτης διπλωμάτης στην Ουάσιγκτον. «Είναι βασική θεωρία παιγνίων. Όταν μια πλευρά παραβιάζει τους κανόνες, και οι άλλες σύντομα θα παραβιάσουν τους κανόνες. Αν μείνεις ακίνητος, θα χάσεις τα περισσότερα». 

Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι είναι εξοργισμένοι: 

«Η πιο οργισμένη αντίδραση στην Ευρώπη οφείλεται εν μέρει στην αδύναμη θέση της […] Υπάρχουν ενδείξεις ότι η Ευρώπη ήδη χάνει επενδύσεις. Η Northvolt, μια σουηδική κατασκευάστρια εταιρεία, επανεξετάζει το σχέδιό της για την κατασκευή εργοστασίου στη Γερμανία υπέρ των υφιστάμενων δραστηριοτήτων της στην Αμερική. Θα ακολουθήσουν κι άλλοι». 

Θεωρητικά, οι σύμμαχοί μας θα μπορούσαν να προσφύγουν στον ΠΟΕ, όμως οι ΗΠΑ έχουν ουσιαστικά καταστρέψει αυτόν τον οργανισμό: 

«Η απαγόρευση από τον ΠΟΕ των επιδοτήσεων που περιλαμβάνουν απαιτήσεις τοπικού περιεχομένου είναι σαφής. Ωστόσο, μέχρι στιγμής μικρή όρεξη υπάρχει για μια τέτοια πρόκληση. Εάν η Αμερική έχανε, θα μπορούσε να ασκήσει έφεση κατά της απόφασης, δίνοντας στην πραγματικότητα τέλος στην υπόθεση, αφού ο ΠΟΕ δεν έχει πλέον βιώσιμο δευτεροβάθμιο όργανο (χάρη στην απόφαση της Αμερικής να μπλοκάρει τους διορισμούς)». 

Από την άλλη πλευρά, ο «ανώτερος Ασιάτης διπλωμάτης» που είπε, «Αν μείνεις ακίνητος, θα χάσεις τα περισσότερα» έκανε λάθος. Μάλιστα, ισχύει ακριβώς το αντίθετο: 

«Υπάρχει μια οικονομική λογική στο να μείνει μια χώρα στο περιθώριο. Όταν η Αμερική πληρώνει για τεχνολογίες με μεγάλο κόστος για τους φορολογούμενους της, αυτές οι τεχνολογίες θα πρέπει, με τον καιρό, να γίνουν φθηνότερες για όλους. Όσα χρήματα και να ρίχνει η Αμερική στις εταιρείες της, δεν μπορεί να έχει συγκριτικό πλεονέκτημα σε όλα τα προϊόντα. Ορισμένοι αξιωματούχοι στην Ασία τρέφουν την ελπίδα ότι οι κυβερνήσεις οι δικές τους και οι ευρωπαϊκές θα επιδείξουν αυτοσυγκράτηση. ‘Με αυτόν τον τρόπο όλοι οι μη Αμερικανοί θα μπορούσαν να έχουν ίσους όρους ανταγωνισμού μεταξύ τους’, λέει ένας Ιάπωνας αξιωματούχος. 

Όμως οι φωνές που ζητούν περισσότερες επιδοτήσεις φαίνεται να επικρατούν». 

Οι περισσότεροι πολιτικοί δεν καταλαβαίνουν τα οικονομικά των επιδοτήσεων. Δεν είναι ότι οι επιδοτήσεις βοηθούν μια χώρα και βλάπτουν μια άλλη - όλες οι χώρες υποφέρουν. 

Να τι δεν καταλαβαίνουν οι πολιτικοί. Δεν είναι δυνατόν οι κυβερνήσεις να επιδοτούν τη «βιομηχανία» στο σύνολό της. Το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να ενισχύουν έναν κλάδο σε βάρος ενός άλλου. Εάν οι ΗΠΑ επιδοτούν τους κλάδους A, B και C, τότε τιμωρούμε σιωπηρά τους κλάδους D, E και F. Πριν από διακόσια χρόνια, ο David Ricardo ανέπτυξε την έννοια του συγκριτικού πλεονεκτήματος, η οποία εξηγεί το γιατί η βοήθεια προς ένα υποσύνολο βιομηχανιών ουσιαστικά βλάπτει τις υπόλοιπες. Πίσω στη δεκαετία του 1990, ο Paul Krugman επεσήμανε ότι για πολλούς ανθρώπους, συμπεριλαμβανομένων ακόμη και πολιτικών υψηλού επιπέδου, η «Δύσκολη ιδέα του Ρικάρντο» είναι δύσκολο να κατανοηθεί. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής κοιτάζουν τον κόσμο με όρους μερικής ισορροπίας όταν πρέπει να δουν τα πράγματα από μια οπτική γενικής ισορροπίας. 

Κάθε φορά που επιβάλλουμε δασμούς στις εισαγωγές χάλυβα ή αλουμινίου, δίνουμε πλεονέκτημα κόστους σε ασιατικές και ευρωπαϊκές εταιρείες που χρησιμοποιούν χάλυβα και αλουμίνιο, όπως οι αυτοκινητοβιομηχανίες. Κάθε φορά που επιδοτούμε την κατασκευή τσιπ στις ΗΠΑ, δίνουμε ώθηση σε ασιατικές και ευρωπαϊκές εταιρείες που δεν παράγουν τσιπ. 

Δυστυχώς, δεν πρόκειται για ένα παίγνιο μηδενικού αθροίσματος - οι βιομηχανικές πολιτικές έχουν αρνητικό άθροισμα. Σε άλλο άρθρο, ο Economist επισημαίνει ότι αυτές οι επιδοτήσεις ανακατανέμουν την παγκόσμια παραγωγή με εξαιρετικά αναποτελεσματικό τρόπο: 

«Σύμφωνα με τους υπολογισμούς μας, η αντιγραφή του υπάρχοντος παγκόσμιου αποθέματος επενδύσεων σε ημιαγωγούς, καθαρή ενέργεια και μπαταρίες θα κοστίσει μεταξύ 3,2% και 4,8% του παγκόσμιου ΑΕΠ. . . . Χώρες όπως η Κίνα και η Ρωσία αποτελούν μια βαθιά απειλή για την τρέχουσα παγκόσμια τάξη πραγμάτων. Ο περιορισμός των εξαγωγών φυσικού αερίου προς την Ευρώπη από τη Ρωσία ως απάντηση στην ευρωπαϊκή υποστήριξη προς την Ουκρανία υπογραμμίζει τους κινδύνους της εξάρτησης από τέτοια μέρη για κρίσιμες εισαγωγές. Η παρόρμηση μεταξύ των δυτικών δημοκρατιών να περιορίσουν οικονομικά τους αντιπάλους τους για να μειώσουν τέτοιους κινδύνους είναι κατανοητή. Θα έχει όμως τεράστιο κόστος. Επιπλέον, οι οικονομικές πολιτικές που υιοθετούνται στο όνομα της εθνικής ασφάλειας και ανταγωνιστικότητας είναι τόσο σαρωτικές και αδέξιες που βλάπτουν συμμάχους όσο και εχθρούς. Η νοοτροπία του μηδενικού αθροίσματος δεν είναι βέβαιο ότι θα πετύχει να κάνει τον κόσμο ασφαλέστερο για τη δημοκρατία. Αλλά σίγουρα θα κάνει τον κόσμο φτωχότερο». [Η έμφαση προστέθηκε] 

Δίνω τα εύσημα στην Υπουργό Οικονομικών Janet Yellen. Αν έπρεπε να καθίσω σε ένα δωμάτιο και να ακούσω τις οικονομικά αναλφάβητες απόψεις που υποστηρίζουν οι πιο εθνικιστές σύμβουλοι πολιτικής του Προέδρου Μπάιντεν, θα έχανα την ψυχραιμία μου. Δεν ξέρω πώς το αντέχει. 

ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ. Μπορείτε να πείτε στον εαυτό σας: "Σίγουρα οι πολιτικές έχουν κάποια προβλήματα, αλλά μπορούν να διορθωθούν." Οχι. Είναι πλέον πολύ αργά

«Ο Πρόεδρος Μπάιντεν υποστηρίζει πως η Αμερική ‘δεν σκόπευε ποτέ να αποκλείσει ανθρώπους που συνεργάζονται μαζί μας’. Πρακτικά, όμως, δεν είναι εύκολο να αναδιατυπωθούν οι κανόνες. Η νομοθεσία γράφτηκε με ακρίβεια, προσδιορίζοντας ποσά, χρονοδιαγράμματα και προϋποθέσεις. Το Κογκρέσο θα πρέπει να εγκρίνει επίσημες τροπολογίες – κάτι δύσκολο ακόμη και στις καλύτερες εποχές και αδιανόητο όταν η Βουλή των Αντιπροσώπων είναι δυσλειτουργική. 

-- 

*Ο Scott Sumner είναι οικονομολόγος, διευθυντής του προγράμματος νομισματικής πολιτικής στο Mercatus Center at George Mason University, ερευνητής στο Independent Institute και καθηγητής του Bentley University στο Waltham της Μασαχουσέτης. 

**Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 9 Φεβρουαρίου 2023 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια της Library of Economics and Liberty και τη συνεργασία του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών