Οι δασμοί στον χάλυβα θα καταστρέψουν περισσότερες θέσεις εργασίας από αυτές που θα δημιουργήσουν στις ΗΠΑ

Οι δασμοί στον χάλυβα θα καταστρέψουν περισσότερες θέσεις εργασίας από αυτές που θα δημιουργήσουν στις ΗΠΑ

Toυ Mark J. Perry

Οι παραπάνω χάρτες των ΗΠΑ καταδεικνύουν: α) το μερίδιο κάθε κομητείας των ΗΠΑ στην απασχόληση σε κλάδους που αφορούν την παραγωγή χάλυβα και αλουμινίου το 2016 (άνω χάρτης) και β) το μερίδιο κάθε κομητείας των ΗΠΑ στην απασχόληση σε κλάδους που χρησιμοποιούν χάλυβα και αλουμίνιο (κάτω χάρτης). Οι χάρτες αυτοί παρουσιάστηκαν πρόσφατα σε ένα άρθρο των New York Times με τίτλο “How Trump's Protectionism Could Backfire” (Πώς ο προστατευτισμός του Τραμπ μπορεί να λειτουργήσει ανάποδα). Ακολουθεί ένα απόσπασμα:

«Η πόλη του Τούπελο ψήφισε έντονα υπέρ του Τραμπ. Ο εργατικός αυτός θύλακας στο βορειοανατολικό Μισισιπί -γενέτειρα του Έλβις Πρίσλεϊ και της American Family Association- φιλοξενούσε κάποτε μια ακμάζουσα βιομηχανία επικαλυμμένων επίπλων. Καθώς όμως εισέρρευσαν μαζικά οι κινεζικές εισαγωγές, η τοπική οικονομία κάμφθηκε. Σήμερα υπάρχουν λιγότερες θέσεις εργασίας στο Τούπελο απ' όσες υπήρχαν στην αρχή της χιλιετίας. Οι οικογένειες της μεσαίας τάξης έχουν 20% μικρότερα εισοδήματα, μετά τον πληθωρισμό, απ' ό,τι τότε. Η προσφορά του κ. Τραμπ να εγείρει έναν τοίχο έναντι των κινεζικών εισαγωγών ήταν ακριβώς αυτό που ήθελαν να ακούσουν οι άνθρωποι του Τούπελο.

Οι Ρεπουμπλικανοί δεν μπορούσαν να χάσουν σ' αυτόν τον βαθύ κόκκινο θύλακα στην αγκράφα της ζώνης της Βίβλου. Παρ' όλα αυτά, στις εκλογές του 2016, ο κ. Τραμπ κέρδισε την Κομητεία Λη, όπου βρίσκεται το Τούπελο, με μια διαφορά 38 ποσοστιαίων μονάδων έναντι της Χίλαρι Κλίντον -εννιά μονάδες περισσότερες από τη διαφορά μεταξύ του Μιττ Ρόμνεϊ και του Μπαράκ Ομπάμα τέσσερα χρόνια πριν. Παρ' όλα αυτά, το σχέδιο Τραμπ δεν αποδίδει καρπούς για τους εργαζόμενους άνδρες και τις εργαζόμενες γυναίκες του Τούπελο. Ο πρώτος μάλιστα μεγάλος εμπορικός φραγμός του Τραμπ -οι δασμοί εναντίον της εισαγωγής χάλυβα και αλουμινίου- απειλεί ξανά τον βιοπορισμό αυτών των ανθρώπων.

Για κάθε θέση εργασίας στο Τούπελο που παράγει χάλυβα ή αλουμίνιο, υπάρχουν 200 θέσεις εργασίας σε κλάδους που καταναλώνουν αυτές τις πρώτες ύλες, οι οποίες θα μπορούσαν να τεθούν σε κίνδυνο καθώς οι δασμοί πιέζουν προς τα πάνω τις τιμές αυτών των μετάλλων σύμφωνα με μια έρευνα των Jacob Whiton και Mark Muro του Brookings Institution. Αυτό ισχύει για ολόκληρη τη χώρα (βλέπε τους παραπάνω χάρτες). Το μάθημα που δεν έχει ακόμη διδαχθεί ο Λευκός Οίκος είναι πως οι δασμοί που έχουν ως στόχο να προστατεύσουν τις επιχειρήσεις που παράγουν αυτά τα μέταλλα θα καταλήξουν να παραλύσουν τους κλάδους που βασίζονται σ' αυτά».

Όπως επισήμανε η οικονομολόγος του Mercatus Center, Veronique de Rugy σε πρόσφατο άρθρο της στους New York Times με τίτλο “The Trump Tariffs Will Cost Americans Jobs” (Οι δασμοί του Τραμπ θα κοστίσουν θέσεις εργασίας στους Αμερικανούς):

«Ο κ. Τραμπ θα αυξήσει το κόστος της επιχειρηματικότητας για τις εταιρίες που καταναλώνουν χάλυβα και αλουμίνιο. Αυτό με τη σειρά του θα δυσκολέψει τη ζωή των 6,5 εκατομμυρίων εργαζομένων που απασχολούνται εκεί. Πολλοί από αυτούς θα χάσουν τις δουλειές τους -πιθανότατα περισσότεροι από τους 170.000 εργαζομένους που απασχολούνται σήμερα στις βιομηχανίες παραγωγής χάλυβα και αλουμινίου».

Και αυτό ακριβώς συνέβη μετά την επιβολή δασμών στον χάλυβα το 2002 από τον Πρόεδρο Μπους, σύμφωνα με μια μελέτη που συμπέρανε ότι οι βιομηχανίες που χρησιμοποιούν χάλυβα έχασαν 200.000 θέσεις εργασίας, περισσότερες από όλες τις θέσεις της βιομηχανίας χάλυβα εκείνη την εποχή. Είτε δείτε τις χαμένες θέσεις εργασίας εναντίον των θέσεων που διασώθηκαν από τους δασμούς, τα κόστη των καταναλωτών ανά θέση εργασίας που διασώθηκε από τον προστατευτισμό, ή τα κόστη των καταναλωτών εναντίων του οφέλους για τους προστατευόμενους παραγωγούς, τα μαθηματικά του προστατευτισμού πάντα οδηγούν στο ίδιο συμπέρασμα: η χώρα που επιβάλλει τον προστατευτισμό υφίσταται μια καθαρή επιδείνωση και καθαρή απώλεια θέσεων εργασίας.

--

Ο Mark J. Perry είναι ερευνητής στο American Enterprise Institute και καθηγητής οικονομικών στο University of Michigan.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 27 Μαρτίου 2018 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του American Enterprise Institute και τη συνεργασία του ΚΕΦΙΜ “Μάρκος Δραγούμης”.