Tου Mark Jamison
Τις τελευταίες λίγες μέρες, οι μεγάλες τεχνολογικές εταιρίες επέδειξαν εντυπωσιακή πολιτική ισχύ. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το μέλλον τους να συνδέεται πλέον με την πολιτική περισσότερο από ποτέ άλλοτε. Οι εταιρίες αυτές κατέδειξαν την ικανότητά τους να προκαλούν γρήγορα σημαντική ζημιά σε άλλους κλάδους, και είναι μάλλον απίθανο να συνεχίσουν με τα παραδοσιακά τους επιχειρηματικά μοντέλα.
Όταν ξέσπασαν τα βίαια επεισόδια στο Καπιτώλιο την περασμένη εβδομάδα, το Twitter και το Facebook αρχικά κλείδωσαν τον Πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ από τους λογαριασμούς του στις πλατφόρμες αυτές. Στη συνέχεια, οι εταιρίες επεξέτειναν τις απαγορεύσεις τους σε δύο εβδομάδες στο Facebook και επ’ αόριστο στο Twitter. Λίγο μετά, η Apple και η Google αφαίρεσαν από τις πλατφόρμες τους την ιστοσελίδα κοινωνικών μέσων Parler, που απέκτησε τη φήμη ότι είναι πιο ανοιχτή απ’ ό,τι το Twitter και το Facebook και συνεπώς έγινε δημοφιλέστερη μεταξύ των συντηρητικών και των υποστηρικτών του Τραμπ. Στη συνέχεια, το Parler ουσιαστικά έκλεισε όταν διεκόπη από την Amazon η πρόσβασή του σε υπηρεσίες νέφους και φιλοξενίας. Αναμένεται ότι το Parler θα μείνει εκτός λειτουργίας για περίπου μία εβδομάδα.
Αυτές οι ενέργειες είχαν ως συνδυαστικό αποτέλεσμα την αποκοπή από τα κοινωνικά δίκτυα όλων όσων είχαν αποκλειστεί από το Facebook και το Twitter. Το παράδειγμα του Facebook και του Twitter ακολούθησαν πολυάριθμες άλλες ιστοσελίδες κοινωνικών μέσων. Το Parler δεν ακολούθησε, αλλά οι ενέργειες της Apple και της Google το κατέστησαν μη διαθέσιμο στο 99% των κινητών τηλεφώνων παγκοσμίως.
Το Twitter και το Facebook περιέστειλαν απότομα και έντονα τις δυνατότητες επικοινωνίας του προέδρου, καταδεικνύοντας ότι σε συγκεκριμένες πτυχές έχουν μεγαλύτερη ισχύ από εκείνον. Ακόμη, οι εταιρίες κατέδειξαν τη δυνατότητά τους να δρουν με συμπληρωματικό τρόπο στην πολιτική σφαίρα: η Apple διέκοψε την πρόσβαση στο Parler σε πάνω από το 25% των κινητών τηλεφώνων παγκοσμίως, και η Google επηρέασε αρνητικά την πρόσβαση στο Parler sto 73%. (Οι χρήστες Android μπορούν ακόμη να αποκτήσουν πρόσβαση στο Parler μέσω πηγών διαφορετικών από το Google Play). Η Amazon διέκοψε το Parler από το 32% των παγκόσμιων πόρων υπολογιστικών νεφών. Οι πολιτικοί ηγέτες στις ΗΠΑ και στο εξωτερικό συνειδητοποίησαν αυτή την επιρροή και συμπέραναν ότι οι μεγάλες τεχνολογικές εταιρίες πρέπει να ρυθμιστούν αυστηρότερα.
Μολονότι οι ενέργειες του Twitter και του Facebook φαίνονται γρήγορες, επωάζονταν για αρκετό καιρό. Το Twitter επεσήμανε ως αμφισβητίσιμα τα τουίτ του Προέδρου Τραμπ περί πιθανής εκλογικής απάτης, αλλά δεν επεσήμανε ομοίως ως αμφισβητήσιμα τα αντεπιχειρήματα. Και ο διευθύνων σύμβουλος της Facebook Mark Zuckerberg σε μήνυμά του προς τους υπαλλήλους της εταιρίας χαρακτήρισε τις ενέργειες της Τετάρτης ως τη σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι, υπονοώντας ότι δεν επρόκειτο για μια απόφαση που ελήφθη υπό έκτακτες συνθήκες.
Οι μεγάλες εταιρίες συνδέονται πλέον στενότερα με την πολιτική
Για διάφορους λόγους, αυτή η επίδειξη ισχύος καθιστά τις μεγάλες τεχνολογικές εταιρίες ελκυστικό στόχο για πολιτικό έλεγχο. Η εξουσία προσελκύει τους πολιτικούς που θα θελήσουν να χρησιμοποιήσουν ρυθμιστικά μέσα για να ελέγξουν την ικανότητα των πολιτικών τους αντιπάλων να χρησιμοποιούν τις πλατφόρμες. Αυτό ήδη συμβαίνει και θα ενταθεί.
Οι εταιρίες μπορεί να βρουν μια τέτοια ρύθμιση ελκυστική. Η ρύθμιση προστατεύει τους εγκατεστημένους παίκτες από τον ανταγωνισμό, ιδίως από μικρές νεοφυείς. Και τουλάχιστον προς το παρόν, οι μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες και η επερχόμενη κυβέρνηση φαίνονται ιδεολογικώς ευθυγραμμισμένες, γεγονός που κάνει τη σχέση μεταξύ τους να φαίνεται φυσική και κοινωνικώς επωφελή.
Οι συνέπειες στα επιχειρηματικά μοντέλα των μεγάλων τεχνολογικών εταιριών
Τα επιχειρηματικά μοντέλα των εταιριών αυτών μπορεί να επηρεαστούν κατά τρεις τρόπους.
Πρώτον, όταν οι ρυθμιστές επιβλέπουν τις επιχειρήσεις, τα επιχειρηματικά μοντέλα μετακινούνται από τα συμφέροντα των καταναλωτών προς την κατεύθυνση των πολιτικών και ρυθμιστικών συμφερόντων.
Δεύτερον, οι εταιρίες χάνουν την εμπιστοσύνη των καταναλωτών. Παρά τις επανειλημμένες δηλώσεις κάποιων στις μεγάλες τεχνολογικές εταιρίες, στα μεγάλα μέσα, και κάποιων πολιτικών ότι οι εκλογές ήταν καθαρές και δίκαιες, οι έρευνες γνώμης μετά τα βίαια επεισόδια στο Καπιτώλιο καταδεικνύουν ότι το 89% των υποστηρικτών του Τραμπ πιστεύουν ότι τα εκλογικά αποτελέσματα του 2020 είναι ανακριβή, και ο Τραμπ συνεχίζει να έχει ποσοστά αποδοχής 38%. Έτσι, περίπου το ένα τρίτο των Αμερικανών διαφωνεί με το Facebook, το Twitter και τις άλλες εταιρίες κοινωνικών μέσων ως προς τη στάση που επέβαλαν σχετικά με τις εκλογές του 2020. Και σχεδόν τα δύο τρίτα πιστεύουν ότι τα κοινωνικά μέσα κάνουν κακό στη χώρα. Στην καλύτερη περίπτωση, εκατομμύρια άνθρωποι θα θελήσουν εναλλακτικές ως προς τις πλατφόρμες του Facebook και του Twitter, καθώς και ως προς τα τηλέφωνα της Apple και τα Android.
Τρίτον, οι εταιρίες κατέδειξαν ότι μπορούν να καταρρίψουν γρήγορα άλλες επιχειρήσεις. Αυτό θα τις δυσκολέψει στο να υποστηρίξουν ότι δεν κατέχουν σημαντική ισχύ στην αγορά.
Το συμπέρασμα
Τίποτε από τα παραπάνω δεν σημαίνει ότι συμφωνώ με τους επικριτές των μεγάλων τεχνολογικών εταιριών που υποστηρίζουν ότι οι εταιρίες αυτές απειλούν τη δημοκρατία και τον ανταγωνισμό και πρέπει να τεθούν υπό μεγαλύτερο κρατικό έλεγχο. Η ισχύς που καταδεικνύουν αυτές οι εταιρίες είναι σημαντική μόνο επειδή ο χρόνος υπήρξε πολύ συμπυκνωμένος ώστε οι άνθρωποι να απαντήσουν με εναλλακτικές. Η ρύθμιση πρέπει να αφορά επίμονα προβλήματα.
Οι μεγάλες τεχνολογικές εταιρίες βρέθηκαν σε δύσκολη θέση την προηγούμενη εβδομάδα. Δεν έχω σκοπό να είμαι προπονητής της εξέδρας που καταδεικνύει τα λάθη των παικτών. Έγιναν λάθη, αλλά οι εκ των υστέρων υποθέσεις δεν έχουν εγκυρότητα δεδομένων των
συνθηκών. Η χώρα μας βρέθηκε σε μια κατάσταση όπου ο Πρόεδρος έντονα και επανειλημμένα γελοιοποίησε άλλα κρατικά στελέχη και συνήγειρε πλήθη για να διαμαρτυρηθούν εναντίον τους. Ένας τέτοιος Πρόεδρος θα έπρεπε να παραιτηθεί, ακόμη κι αν δεν είχαν σημειωθεί περιστατικά βίας. Ανεξάρτητα όμως από το ποιος φταίει και το πώς θα μπορούσαν τα πράγματα να γίνουν καλύτερα, οι μεγάλες τεχνολογικές εταιρίες έχουν πλέον αλλάξει ανεπιστρεπτί.
(Ο Mark Jamison παρείχε συμβουλευτικές υπηρεσίες στην Google το 2012 σχετικά με τον αν η Google πρέπει να θεωρείται πάροχος υπηρεσιών δημόσιας ωφέλειας)
--
Ο Mark Jamison είναι επισκέπτης ερευνητής του American Enterprise Institute.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 12 Ιανουαρίου 2021 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του American Enterprise Institute και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.