Το 2022 θα είναι η πρώτη χρονιά μετά το 2009 που οι νέες ακαθάριστες επενδύσεις παγίων θα ξεπεράσουν τις αποσβέσεις και το κεφαλαιακό απόθεμα θα αυξηθεί. Επιπλέον, ιστορικό υψηλό στις 'Αμεσες Ξένες Επενδύσεις καταγράφηκε το 2021 (5,4 δισ. ευρώ ή 2,9% του ΑΕΠ), ακόμη ψηλότερα αναμένεται το 2022, αναφέρει μελέτη του Τομέα Οικονομική Ανάλυσης της Eurobank που συνυπογράφουν ο διευθύνων σύμβουλος Φωκίων Καραβίας και ο επικεφαλής Οικονομολόγος του ομίλου Τάσος Αναστασάτος με τίτλο: «Το Αναδυόμενο Μοντέλο Ανάπτυξης της Ελληνικής Οικονομίας: 5 Βασικοί Πυλώνες, Μεγάλα Επενδυτικά Έργα και η Συνεισφορά τους στο ΑΕΠ».
Τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης αναφέρουν επίσης ότι:
• Το μέγεθος των επενδύσεων παγίων υπολείπεται ακόμα του επιθυμητού: σε πραγματικές τιμές παραμένουν κάτω από το μισό του επιπέδου του 2007 ενώ το μερίδιο τους στο ΑΕΠ υπολείπεται σχεδόν 10 ποσοστιαίες μονάδες της Ευρωζώνης. Ωστόσο, η κλαδική τους διάρθρωση έχει αρχίσει να αλλάζει: για πρώτη φορά, η Ελλάδα γίνεται προορισμός για την εγκατάσταση δραστηριοτήτων υψηλότερης γνώσης και προστιθέμενης αξίας.
• Δεν μπορεί να υπάρξει διατηρήσιμη αύξηση των εισοδημάτων και οικονομική σύγκλιση χωρίς συσσώρευση κεφαλαίου, φυσικού και άυλου, μέσω επενδύσεων. Οποιαδήποτε βραχυχρόνια αύξηση των εισοδημάτων μέσω εισοδηματικών ενισχύσεων, όπως αυτή που συνέβη στη διάρκεια της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης, αν δεν συνοδευτεί από αύξηση των επενδύσεων, θα αποδειχτεί μη διατηρήσιμη.
• Τα εξωτερικά ελλείμματα παραμένουν διαρθρωτικό χαρακτηριστικό της ελληνικής οικονομίας. Η αύξηση και ποιοτική αναβάθμιση των επενδύσεων αποτελεί προϋπόθεση για τον έλεγχό τους.
• Η προσπάθεια θα είναι μακροπρόθεσμη: για να φτάσει το μερίδιο των επενδύσεων παγίων στο ΑΕΠ τον μέσο όρο της Ευρωζώνης απαιτείται μέση ετήσια πραγματική αύξησή τους κατά σχεδόν 8% έως το 2031.
• Στρατηγικό πλαίσιο: η ελληνική οικονομία πρέπει να θέσει ως βασικό της στόχο την παραγωγή υψηλών και διατηρήσιμων ρυθμών ανάπτυξης, ήτοι χωρίς δημιουργία δίδυμων ελλειμμάτων με παράλληλη μείωση της εξάρτησης του ΑΕΠ από την ιδιωτική κατανάλωση και αύξηση των μεριδίων εξαγωγών και επενδύσεων. Επιπλέον, το μείγμα εξειδικεύσεών της θα πρέπει, με κατάλληλες πολιτικές, να στραφεί προς τομείς οι οποίοι (α) ενσωματώνουν περισσότερη γνώση και τεχνολογία και (β) λαμβάνουν υπόψιν τους τις μεταβολές του εξωτερικού περιβάλλοντος.
• Πέντε πυλώνες δραστηριοτήτων που οδηγούν τις επενδύσεις και σταδιακά αλλάζουν το υπόδειγμα ανάπτυξης: (1) Υποδομές και ακίνητα (2) Ενέργεια, πράσινη μετάβαση, (3)Τηλεπικοινωνίες, ψηφιακή αναβάθμιση, (4) Τουρισμός (5) Βιομηχανία.
Η μελέτη εξετάζει συγκεκριμένα επενδυτικά σχέδια μεγέθους άνω των 50 εκατ. ευρώ έκαστο, συνολικού ύψους 38,7 δισ. ευρώ. Ανάλογα με τις υποθέσεις, τα υπό εξέταση επενδυτικά έργα μπορούν να αυξήσουν το ΑΕΠ μεταξύ 47,2 δισ. ευρώ στη δεκαετία (τουλάχιστον 12,5 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ) και 87,9 δισ. ευρώ στην εικοσαετία. Σημαντικό πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα που διαχέεται προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και την οικονομία συνολικά. Σε αυτά τα έργα - και στα υπόλοιπα που θα ωφεληθούν από αυτά - μπορούν να απασχοληθούν τουλάχιστον 419.000 άνθρωποι.