Το Πεκίνο για πολλοστή φορά απειλεί τη Δύση, με αποκλεισμό από βιομηχανικές πρώτες ύλες του χώρου της ψηφιακής τεχνολογίας και της αποθήκευσης ενέργειας, σαν αντίποινα στο εμπάργκο προϊόντων υψηλής τεχνολογίας. Ωστόσο, οι ΗΠΑ δεν έχουν πει την τελευταία τους λέξη.
Έτσι την εβδομάδα που μας πέρασε οι ΗΠΑ απάντησαν με τα καλύτερα και πιο αποτελεσματικά όπλα, που διαθέτουν στο οπλοστάσιό τους. Που δεν είναι άλλα από οικονομικά και επενδυτικά. Διότι ας μην γελιόμαστε το αμερικανικό αποτύπωμα στην κινεζική οικονομία δεν είναι μικρό. Δεν είναι επίσης μικρή η έκθεση των κινεζικών επιχειρήσεων στις αμερικανικές κεφαλαιαγορές. Και τέλος η γνώμη των αμερικανικών οίκων αξιολόγησης έχει ιδιαίτερη βαρύτητα στις επενδυτικές αποφάσεις των θεσμικών χαρτοφυλακίων.
Τι είδαμε λοιπόν; Είδαμε την υπουργό Οικονομικών των ΗΠΑ, Τζάνετ Γέλλεν κατά τη διάρκεια της επίσκεψης της στο Πεκίνο, αμέσως μετά από το ταξίδι του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ στην κινεζική πρωτεύουσα, να θέτει δυο θέματα. Το πρώτο ήταν το θέμα των «κυρώσεων» των κινεζικών αρχών απέναντι σε μια σειρά από αμερικανικές εταιρείες και των «ελέγχων» στις εξαγωγές κρίσιμων βιομηχανικών πρώτων υλών και ορυκτών. Και το δεύτερο αφορούσε τις μεταρρυθμίσεις και τη διαφάνεια που πρέπει να υπάρχει στην κινεζική οικονομία για να συνεχίσουν απρόσκοπτα οι εισροές αμερικανικών επενδυτικών κεφαλαίων στις κινεζικές εταιρείες.
Το θέμα της διακοπής των κινεζικών ελέγχων στις εξαγωγής πολυτίμων σπάνιων γαιών και λοιπών ορυκτών, αποτελεί σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο το υπ’ αριθμόν ένα αντικείμενο διαπραγμάτευσης. Διότι αφορά την ίδια την ασφάλεια των ΗΠΑ, καθώς και τη μετάβαση τους στην επόμενη τεχνολογική και ενεργειακή ημέρα. Η τεχνητή έλλειψη των στοιχείων που είναι απαραίτητα για την κατασκευή μπαταριών και για την κατασκευή ημιαγωγών όπως είναι το γάλλιο και το γερμάνιο, ανατρέπουν τους μακροπρόθεσμους σχεδιασμούς των ΗΠΑ, γι’ αυτό και η Αμερικανίδα υπουργός Εξωτερικών ζήτησε να χαμηλώσουν οι τόνοι σχετικά με τον υπολανθάνοντα εμπορικό και ψηφιακό πόλεμο ανάμεσα στις δυο χώρες.
Παράλληλα η αμερικανική πλευρά έθεσε το θέμα των μεταρρυθμίσεων της κινεζικής οικονομίας. Όχι μόνο διότι το άνοιγμα της οικονομίας μεταβάλλει το προφίλ της κινεζικής κοινωνίας και διώχνει τη φτώχεια. Ούτε μόνο, πως με αυτόν τον τόπο η Κίνα αποτελεί μια μεγάλη ενεργή αγορά για τα βιομηχανικά προϊόντα και τις υπηρεσίες που έρχονται από τη Δύση. Αλλά διότι η εμβάθυνση των μεταρρυθμίσεων, η υιοθέτηση οικονομικής διαφάνειας και ασφαλούς και ανεμπόδιστης επιχειρηματικότητας, θα επιτρέψει τη συνέχιση της εισροής αμερικανικών επενδύσεων προς την Κίνα.
Τι άλλο είδαμε; Είδαμε τις χρηματιστηριακές αρχές της Wall Street, να προχωρούν σε λογιστικούς ελέγχους στις εισηγμένες κινεζικές εταιρείες στα χρηματιστήρια της Νέας Υόρκης. Ο αριθμός των κινεζικών εταιρειών που κινδυνεύουν να βρεθούν «εκτός νυμφώνος» της Wall Street είναι μεγάλος, καθώς οι παρατυπίες, οι ατασθαλίες και οι παραποιήσεις των λογιστικών καταστάσεων αποτελούν κοινή κινεζική πρακτική. Ειδικά για όσον αφορά τα δεδομένα που αφορούν τις επιχειρηματικές δραστηριότητες στην Κίνα.
Το μήνυμα των ελεγκτικών αρχών είναι σαφές. Ή θα σεβαστείτε τους όρους και τις διαδικασίες των ρυθμισμένων χρηματιστηρίων ή θα βρεθείτε εκτός επενδυτικού οικοσυστήματος. Με αποτέλεσμα να υπάρχει κίνδυνος ακόμα κα μεγάλες εταιρείες, όπως είναι για παράδειγμα η Tencent Music Entertainment Group, η Didi Global Inc. and NetEase Inc. να απωλέσουν την πρόσβαση τους στις αμερικανικές κεφαλαιαγορές.
Μια ακόμα απάντηση οικονομικών και επενδυτικών χαρακτηριστικών ήρθε από την Goldman Sachs και αφορούσε την αξιολόγηση και βαθμολόγηση κάποιων περιφερειακών κινεζικών τραπεζών. Είναι γνωστό πως οι περιφερειακές τράπεζες στην Κίνα, έχουν δεχθεί ένα διπλό κτύπημα. Αφ’ ενός, από την αντιστροφή του κλίματος της οικιστικής ανάπτυξης που από ευκαιρία έχει μετατραπεί σε κίνδυνο και ρίσκο και αφ’ ετέρου από την υποβάθμιση του αξιόχρεου των ομολόγων που έχουν εκδώσει οι τοπικές κυβερνήσεις και έχουν αγοραστεί από τις τοπικές τράπεζες.
Έτσι την περασμένη εβδομάδα η Goldman Sachs, έδωσε σήμα «sell» για την Industrial and Commercial Bank of China (ICBC), για την AgBank και για την Industrial Bank. H σύσταση της Goldman Sachs για πώληση των τραπεζικών μετοχών, ακολούθησε την έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, σχετικά με την κατάσταση του LGFV που είναι ένα SPV που στηρίζει την ανάπτυξη υποδομών στην Κίνα, το οποίο εμφανίζει προβληματικές υποχρεώσεις ύψους $9 τρισ.
Το μήνυμα που έδωσαν οι ΗΠΑ είναι σαφές και καθαρό προς την Κίνα. Οι όροι του παιχνιδιού για τη συμμετοχή στις αγορές είναι συγκεκριμένοι. Η συμμόρφωση προς αυτούς, αποτελεί προαπαιτούμενο για τη συνέχιση της συμμετοχής της Κίνας στα επενδυτικά και χρηματιστηριακά δρώμενα.