Με δραματικούς τόνους περιέγραψε την κατάσταση που επικρατεί στις σχέσεις Πεκίνου - Ουάσιγκτον ο Κινέζος υπουργός Εξωτερικών Ουάνγκ Γι, υποστηρίζοντας ότι οι δύο χώρες βρίσκονται στο «στο χείλος ενός νέου Ψυχρού Πολέμου». Παράλληλα διεμήνυσε ότι όσοι θέλουν να «αλλάξουν» την Κίνα ονειροπολούν και σημείωσε ότι ο νόμος για την ασφάλεια θα εφαρμοσθεί αμέσως στο Χονγκ Κονγκ.
«Η Κίνα και οι ΗΠΑ βρίσκονται στο χείλος ενός νέου Ψυχρού Πολέμου», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κινέζος υπουργός Εξωτερικών κατά την ετήσια συνέντευξή του στον Τύπο εκφράζοντας τη λύπη του παράλληλα για το γεγονός ότι η Ουάσινγκτον θέλει να «αλλάξει» το Πεκίνο.
Ο Υπουργός Εξωτερικών υπογράμμισε στο πλαίσιο της ετήσιας διάσκεψης της Λαϊκής Συνέλευσης του Κομμουνιστικού Κόμματος πως αυτοί που θέλουν να αλλάξουν την Κίνα «ονειροπολούν». «Ορισμένες αμερικανικές πολιτικές δυνάμεις παίρνουν όμηρο τις σχέσεις ανάμεσα στην Κίνα και τις Ηνωμένες Πολιτείες και ωθούν τις δύο χώρες μας στο χείλος ενός νέου Ψυχρού Πολέμου», πρόσθεσε ο Ουάνγκ.
Σύμφωνα με τον Ουάνγκ, οι δύο χώρες είναι ανάγκη να αρχίσουν να συντονίζουν τις μακροοικονομικές πολιτικές τους για χάρη των αντίστοιχων οικονομιών τους καθώς και για χάρη της παγκόσμιας οικονομίας.
Ο κορονοϊος, η σχέση της Κίνας με την Ταϊβάν και το Χονγκ Κονγκ αλλά και οι εμπορικές σχέσεις έχουν επιδεινώσει την κατάσταση, ιδίως από τη στιγμή που εξελέγη ο Ντόναλντ Τραμπ.
Η πρόθεση της Κίνας να αλλάξει status quo στο Σύνταγμα του Χονγκ Κονγκ και να επιβάλλει δρακόντεια μέτρα ασφαλείας πυροδότησε νέο κύκλο αντιπαράθεσης με τον Υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάικ Πομπεο να προειδοποιεί ότι «μια τέτοια κίνηση δεν θα μείνει αναπάντητη».
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ αναμένει να ολοκληρωθεί η ετήσια συνέλευση του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας για δημοσιεύσει την έκθεση για το επίπεδο ελευθερίας στο Χονγκ Κονγκ.
Η εν λόγω έκθεση αποτελεί σύμφωνα με πολλούς αναλυτές και ειδικούς έναν "κρυφό άσσο στο μανίκι" των Αμερικανών αξιωματούχων, ικανό να πιέσει την Κίνα και τον πρόεδρο Σι Τζινπινγκ.
Προ ημερών, η Γερουσία των ΗΠΑ πέρασε επί της αρχής ένα νομοσχέδιο που θέτει στο στόχαστρο κινεζικές εταιρείες με παρουσία στα χρηματιστήρια της Νέας Υόρκης. Η νομοθεσία την οποία προωθεί ο Γερουσιαστής της Λουιζιάνα Τζο Κένεντι αφορά τις ανησυχίες των Αμερικανών Γερουσιαστών για ορισμένες κινεζικές εταιρείες οι οποίες δεν τηρούν διαφανείς διαδικασίες και ενδεχομένως να παραπλανήσουν τους επενδυτές.
Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι ο κορονοϊος και η Ταϊβάν ενέτειναν ακόμα περισσότερο τις κακές σχέσεις ανάμεσα στις δύο πλευρές.
Αρκετές χώρες, με πρώτες τις ΗΠΑ, θέτουν ερωτήματα που αφορούν τους αρχικούς χειρισμούς του Κομμουνιστικού Κόμματος και τις κατηγορίες ότι προσπάθησε να υποκρύψει κρίσιμες πληροφορίες με αποτέλεσμα να βγει εκτός ελέγχου η εξάπλωση του ιού.
Η Ουάσινγκτον ζητεί τη διεξαγωγή έρευνας για το θέμα, όπως και η Αυστραλία, καθώς πιστεύουν ότι το Πεκίνο απέκρυψε ένα ατύχημα σε εργαστήριο από το οποίο διέρρευσε ο κορονοϊός προκαλώντας την πανδημία.
Εξάλλου οι ΗΠΑ έχουν κατηγορήσει την Κίνα ότι προσπάθησε να υποκλέψει την αμερικανική έρευνα για την παρασκευή εμβολίου και ο Τραμπ έχει απειλήσει πολλές φορές να διακόψει κάθε σχέση με το Πεκίνο.
Εξίσου σημαντικό είναι, όπως αναφέρθηκε το θέμα της Ταϊβάν η οποία δεν είναι μέλος του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας λόγω της άρνησης της Κίνας να γίνει εκ νέου δεκτή. Η Ταϊπέι είχε το καθεστώς παρατηρητή, αλλά αποκλείστηκε το 2016 από τον ΠΟΥ όταν ανήλθε στην προεδρία η φιλοδυτικη Τσάι Ινγκ- ουέν, η οποία αρνείται να δεχθεί ότι το νησί ανήκει στην Κίνα.
Πολλές χώρες πιέζουν για συμμετοχή και της Ταϊβάν με καθεστώς παρατηρητή, επικαλούμενες το γεγονός ότι αποτελεί μία από τις λίγες "ιστορίες επιτυχίας" στην αντιμετώπιση της πανδημίας.