Ένας - ένας, στο τέλος κάθε έτους οι μεγάλοι επενδυτικοί οίκοι, οι χρηματιστηριακές εταιρείες και οι τράπεζες αρχίζουν να δημοσιεύουν τις εκθέσεις τους σχετικά με την πορεία των αγορών μέσα στην επόμενη χρονιά και τις τιμές στόχους που θέτουν για τις μετοχές και τους χρηματιστηριακούς δείκτες.
Έτσι την περασμένη εβδομάδα οι εκθέσεις και οι εκτιμήσεις της J.P. Morgan Chase και της HSBC για την πορεία του S&P 500, μέσα στο 2025, συγκέντρωσαν το ενδιαφέρον της επενδυτικής κοινότητας της Wall Street. Μιλάμε για τη 5η και 7η τράπεζα στον κόσμο, όσον αφορά το μέγεθος του ενεργητικού τους και για την 1η και 12η αντίστοιχα, όσον αφορά τη χρηματιστηριακή τους αποτίμηση. Οπότε με βάση το μέγεθος τους και μόνο, η γνώμη τους έχει ιδιαίτερη βαρύτητα.
Βέβαια, εάν ανατρέξουμε στις περσινές τους εκθέσεις για τις τιμές στόχους του S&P 500 μέσα στο 2024, θα δούμε ότι έχουν διαψευσθεί πανηγυρικά. Για το 2024 η J.P. Morgan είχε θέσει ως στόχο τις 4.200 μονάδες. Και η HSBC τις 5.000 μονάδες. Η πραγματικότητα ξεπέρασε κατά πολύ τις συντηρητικές εκτιμήσεις και των δυο κορυφαίων τραπεζών. Οι 6.090 μονάδες βρίσκονται στο +45% σε σχέση με τον στόχο της J.P.Morgan και στο +22% σε σχέση με τον στόχο της HSBC για το 2024.
Υπό αυτήν την έννοια και οι φετινές εκθέσεις των δυο τραπεζών, ίσως και να θέτουν το μίνιμουμ των προσδοκώμενων αποδόσεων για το 2025. Αφού από το φύση τους είναι και οι δυο, άκρως συντηρητικές.
Η J.P. Morgan, εκτιμά ότι οι κινητήριες δυνάμεις της αμερικανικής οικονομίας για το 2025 θα είναι αφ’ ενός η εδραίωση ενός ακόμα πιο φιλικού επιχειρηματικού και επενδυτικού περιβάλλοντος από την πλευρά του Λευκού Οίκου και αφ’ ετέρου το επενδυτικό κύμα του οικοσυστήματος της Τεχνητής Νοημοσύνης. Σύμφωνα με τους αναλυτές της έκθεσης, οι ΗΠΑ θα παραμείνουν η παγκόσμια παραγωγική μηχανή με μια υγιή αγορά εργασίας, με ισχυρά θεμελιώδη μεγέθη, με μεγάλη ρευστότητα και διαρκείς κεφαλαιακές επενδύσεις στο χώρο της ψηφιακής τεχνολογίας και της Τεχνητής Νοημοσύνης.
Ο στόχος για τον S&P 500 τίθεται στις 6.500 μονάδες, με την εκτίμηση για την αύξηση των κερδών ανά μετοχή των εταιρειών που συνθέτουν το δείκτη να βρίσκεται στο +10%. Μάλιστα, η J.P. Morgan υποστήριξε ότι και οι 11 κλαδικοί δείκτες του S&P 500 θα ακολουθήσουν ανοδική πορεία, ενώ το 2024 είχαν παρουσιάσει μικτή εικόνα.
Τα σημεία κλειδιά της έκθεσης είναι η μείωση των επιτοκίων από την πλευρά της Fed που θα τα οδηγήσει στο 3,75% τον Σεπτέμβριο του 2025, η αύξηση του αμερικανικού ΑΕΠ κατά 2,2% μέσα στο 2025 και η ισοτιμία με το ευρώ που θα φτάσει στο 0,99 μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2025. Το σενάριο της J.P. Morgan έλαβε υπ’ όψιν του την επιβολή των νέων δασμών, τη μείωση της εταιρικής φορολογίας και τη χαλάρωση των ρυθμίσεων στην αγορά.
Η αναφορά της έκθεσης στον παράγοντα «ρίσκο», περιλαμβάνει τις πιθανές πληθωριστικές πιέσεις από τον «εμπορικό πόλεμο», την αβεβαιότητα για τις αποφάσεις που αφορούν το μεταναστευτικό και τους συστημικούς κινδύνους από την απορρύθμιση των αγορών.
Η HSBC ακολουθεί την ίδια λογική, βασιζόμενη στην αύξηση των κερδών των επιχειρήσεων, στη δυναμική της πραγματικής οικονομίας και στην υποχώρηση των επιτοκίων από την πλευρά της Fed. Ο στόχος για τον S&P 500 τίθεται στις 6.700 μονάδες, ως αποτέλεσμα των εκτιμήσεων ότι τα κέρδη των εταιρειών που συγκροτούν τον δείκτη θα ξεπεράσουν το 9% μέσα στο 2025.
H άνοδος στις αποτιμήσεις των εταιρειών μέσα στο 2025 σύμφωνα με τους αναλυτές της HSBC, θα πρέπει να στηριχθεί αμιγώς στην αύξηση της κερδοφορίας, θεωρώντας ότι το Ρ/Ε με βάση τα κέρδη του 2025 που βρίσκεται ήδη στο 22,4 είναι ιδιαίτερα απαιτητικό. Στην αύξηση της κερδοφορίας αναμένεται να συμβάλει αποφασιστικά η μείωση των δαπανών, λόγω της ενσωμάτωσης της Τεχνητής Νοημοσύνης στη λειτουργία των επιχειρήσεων.
Όσον αφορά τους κινδύνους, η HSBC όπως και η J.P. Morgan αναφέρεται στις πιθανές παρενέργειες από την επιβολή δασμών, από την απορρύθμιση των αγορών και από τη μεταναστευτική πολιτική. Σημειώνει όμως ότι οι τρέχουσες υψηλές αποτιμήσεις δεν θα δικαιολογούνται, εάν κάτι δεν πάει καλά.