Προτάσεις και δεσμεύσεις για αλλαγές στο χώρο της ψυχικής υγείας κατατέθηκαν στο πλαίσιο της Πανελλήνιας Συνάντησης για την Ψυχική Υγεία που διοργάνωσε η Εταιρία Κοινωνικής Ψυχιατρικής και Ψυχικής Υγείας (ΕΚΨ& ΨΥ) σε συνεργασία με την Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ) και το Ινστιτούτο Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Ενηλίκων (ΙΨΥΠΕ) στο πλαίσιο του προγράμματος «Πλατφόρμα Δράσης για τα Δικαιώματα στην Ψυχική Υγεία». Στο επίκεντρο του διαλόγου ανάμεσα σε επιστήμονες ,επαγγελματίες ψυχικής υγείας, νομικούς, εκπροσώπους της πολιτείας και συλλόγους ληπτών και οικογενειών τέθηκε η προάσπιση και εξασφάλιση ισότιμης πρόσβασης των ατόμων με ψυχοκοινωνική διαταραχή σε αγαθά και υπηρεσίες, η οποία συχνά παραβιάζεται.
«Προσπαθήσαμε να φέρουμε γύρω από το ίδιο τραπέζι ανθρώπους που βιώνουν τα κενά και τα προβλήματα της ψυχικής υγείας σε διαφορετικούς τομείς και από διαφορετικές πλευρές. Στόχος μας ήταν να μη μείνουμε στη θεωρία διαπιστώσεων αλλά να προσπαθήσουμε να φέρουμε συγκεκριμένες αλλαγές κεφαλαιοποιώντας την εμπειρία που έχουμε», δήλωσε η Μαρία Λαζαρίδου, ψυχίατρος, επιστημονική διευθύντρια της ΕΚΨ&ΨΥ συμπληρώνοντας «Οι άνθρωποι με ψυχική αναπηρία είναι αόρατοι. Αυτό το αόρατο πρέπει να εκπροσωπείται και να ακούγεται, δεν πρέπει να αποκλείεται από τα δικαιώματα γιατί στα δικαιώματα είμαστε όλοι ίσοι».
Εκκίνηση της συζήτησης αποτέλεσαν τα ευρήματα της δεκάμηνης πιλοτικής λειτουργίας του Γραφείου Συνηγορίας (Γ.Σ.) από ομάδα νομικών και ψυχολόγων στο πλαίσιο του προγράμματος «Είμαστε Όλοι Πολίτες» που χρηματοδοτούν τα EEA Grants και διαχειρίζεται το Ίδρυμα Μποδοσάκη, και αφορούν σε περιπτώσεις παραβίασης των δικαιωμάτων των ψυχικά πασχόντων (ακούσια νοσηλεία, άρθρο 69 Π.Κ. –ακαταλόγιστοι), την αξιοπρεπή περίθαλψή τους, την εκπροσώπησή τους ενώπιον της δικαιοσύνης και άλλων υπηρεσιών, τον αποκλεισμό από την εργασία και τις κοινωνικές παροχές (επιδόματα, συντάξεις κα).
Κατά την πρώτη ημέρα, εκφράστηκαν προβληματισμοί και έγιναν προτάσεις από τα μέλη του Γραφείου Συνηγορίας βάσει των υποθέσεων που έχουν χειριστεί ενώ ακούστηκαν τοποθετήσεις από συλλόγους ληπτών υπηρεσιών ψυχικής υγείας και των οικογενειών τους. Πιο συγκεκριμένα, έγινε εκτενής αναφορά στον προσδιορισμό και την τεκμηρίωση της επικινδυνότητας, όπως αυτή αναφέρεται στο άρθρο 69 του Π.Κ. για το ακαταλόγιστο, και κατατέθηκε ερώτημα για το καθεστώς φύλαξης και θεραπείας των υπαγόμενων στο ανωτέρω άρθρο του Ποινικού Κώδικα πολιτών μετά την προαναγγελθείσα παύση λειτουργίας των ψυχιατρείων. Για την ακούσια νοσηλεία βασικά σημεία προβληματισμού αποτέλεσαν μεταξύ άλλων οι συνέπειες του ακούσιου εγκλεισμού στην ψυχική υγεία και τη θεραπεία του ασθενή, καθώς και ο τρόπος προφύλαξης ενός πολίτη εναντίον του οποίου κινείται εισαγγελική παραγγελία βασισμένη σε ψευδείς μαρτυρίες. Ανάμεσα στις σχετικές προτάσεις που κατατέθηκαν είναι η αναθεώρηση του άρθρου 69 Π.Κ. που ισχύει από το 1950, συγκεκριμένες προτάσεις για τη διαδικασία και το καθεστώς της ακούσια νοσηλείας (Νόμος 2071/1992) και η επείγουσα ανάγκη για αλλαγές στη δόμηση και λειτουργία των υπηρεσιών ψυχικής υγείας μέσα από την τομεοποίηση, τη διασύνδεση και τη συνέχεια αυτών.
Στη δεύτερη θεματική γύρω από το ιατρικό απόρρητο προτάθηκε η απαγόρευση αναγραφής ιατρικών δεδομένων του πολίτη σε δημόσια έγγραφα, η ρητή απαγόρευση της γνωστοποίησης ιατρικών δεδομένων στον εργασιακό τομέα και η ευαισθητοποίηση για σεβασμό του απορρήτου. Σχετικά με τη δικαστική συμπαράσταση- που αφορά στο δικαίωμα διαχείρισης της περιουσίας και άλλων υποθέσεων-συζητήθηκε μεταξύ άλλων η ρητή νομοθετική κατοχύρωση της υποστηριζόμενης λήψης αποφάσεων, η ειδική αιτιολόγηση της μορφής της δικαστικής συμπαράστασης και η διαμόρφωση οδηγιών για την 'καταλληλόλητα' του δικαστικού συμπαραστάτη. Τέλος, προτάθηκε η ρητή κατοχύρωση της υποχρέωσης του δικαστή να λαμβάνει υπόψη τη βούληση του υποψήφιου συμπαραστατούμενου, είτε μέσω της υποχρέωσης για αυτοπρόσωπη παρουσία του στο δικαστήριο είτε και μέσω των «προγενέστερων οδηγιών», στις οποίες θα αποτυπώνεται η βούληση του ατόμου που αντιμετωπίζει κάποιο ψυχοκοινωνικό πρόβλημα.
Τρίτο πυλώνα της διημερίδας αποτέλεσε το δικαίωμα στην εργασία και την ασφάλιση. Ειδική μνεία έγινε στο έντονο στίγμα και τον αποκλεισμό που επιδεινώνονται σε περίοδο κρίσης αλλά και στην αντιμετώπιση των ατόμων με κάποιας μορφής ψυχοκοινωνικό πρόβλημα στον εργασιακό τους χώρο. Επισημάνθηκαν κενά στον εργασιακό και στον ασφαλιστικό τομέα που δημιουργούν αντιφάσεις και δυσχεραίνουν την επανένταξη και κοινωνική ενσωμάτωση των ατόμων με προβλήματα ψυχικής υγείας. Μεταξύ των προτάσεων που κατατέθηκαν ήταν να μη χάνεται η δυνατότητα λήψης επιδόματος από τον εργαζόμενο λήπτη υπηρεσιών ψυχικής υγείας, όχι μόνο για οικονομικούς αλλά και για θεραπευτικούς λόγους, και να προταχθεί η επέκταση των Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης (Κοι.Σ.Π.Ε.) που βοηθούν στην επανένταξη ατόμων με προβλήματα ψυχικής υγείας.
Τη δεύτερη μέρα της διοργάνωσης, εκτέθηκαν οι προβληματισμοί και οι προτάσεις της πρώτης μέρας σε εκπροσώπουςτης πολιτείας και σε θεσμικούς φορείς που συμμετείχαν στη διημερίδα. Βάσει αυτών έγιναν τοποθετήσεις και προτάσεις ως προς την κάλυψη κενών, την αξιοποίηση υφιστάμενων δυνατοτήτων και τη λήψη νέων πρωτοβουλιών. Από εκπροσώπους του Υπουργείου Δικαιοσύνης έγινε αναφορά στην ύπαρξη ενός αρκετά καλού αλλά μερικά εφαρμοζόμενου θεσμικού πλαισίου και αναγνωρίστηκε η ανάγκη να γίνουν βήματα ώστε να λειτουργήσουν οι μηχανισμοί παρακολούθησης και εφαρμογής της Διεθνούς Συμβάσεως για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία. επίσης, έγινε ρητή αναφορά – δέσμευση στην άμεση επεξεργασία και αλλαγή της νομοθεσίας για το άρθρο 69 Π.Κ. Πέρα από τη σημασία των νόμων, τονίστηκε η σημασία αλλαγής νοοτροπίας και εκπαίδευσης στο θέμα των δικαιωμάτων από το σχολείο, ενώ επισημάνθηκε η αξία της κινητοποίησης των ίδιων των πολιτών.
Τέλος, το σύνολο των συμμετεχόντων αναγνώρισε την ανάγκη να συνεχιστεί η λειτουργία του Γραφείου Συνηγορίας (Γ.Σ.), ανάγκη που μαρτυρούν τα 300 περιστατικά που αντιμετώπισε η ομάδα του Γ.Σ. και η ανταπόκριση στα επιμορφωτικά σεμινάρια για την προστασία των δικαιωμάτων στην ψυχική υγεία που έγιναν σε ομάδες ειδικού ενδιαφέροντος. Με αφορμή, μάλιστα, τις προβλέψεις του σχεδίου Νόμου του Υπουργείου Υγείας για σύσταση διεπιστημονικών επιτροπών για τα δικαιώματα των ψυχικά ασθενών ανά τομέα, επισημάνθηκε η σημασία αξιοποίησης της εμπειρίας του Γ.Σ. μέσα από τη μεταφορά της τεχνογνωσίας του.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρθηκε η ολοκλήρωση της διημερίδας όπου ακούστηκαν όλες οι πλευρές δεν έκλεισε αλλά άνοιξε ένα νέο κύκλο. «Το γεγονός ότι δεσμευτήκαμε όλοι να εξετάσουμε άμεσα και από κοινού-σε συνάντηση που έχει ήδη οριστεί-τι από όσα διεξοδικά συζητήθηκαν μπορεί να γίνει πράξη με συνεργασία ειδικών, πολιτείας και συλλόγων ληπτών υπηρεσιών ψυχικής υγείας και οικογενειών αποτελεί την επιτυχία αυτής της διήμερης συνεύρεσης», υπογράμμισε η Αθηνά Φραγκούλη, Αντιπρόεδρος της ΕΚΨ&ΨΥ.