Η προβλεπόμενη κορύφωση του έκτου πανδημικού κύματος μέσα στο καλοκαίρι δημιουργεί εύλογα ερωτηματικά για το πόσο θα αντέξουν τα νοσοκομεία, δεδομένου ότι είμαστε σε μία εποχή που τα κρούσματα αυξάνονται και οι εισαγωγές πολλαπλασιάζονται.
Ακόμα, βέβαια, κενές κλίνες υπάρχουν πολλές στα νοσοκομεία καθώς οι κλίνες συνολικά στην επικράτεια για τον κορονοϊό ανέρχονται στις 600.
Ταυτόχρονα, ωστόσο, υπάρχουν και οι καλοκαιρινές άδειες του υγειονομικού προσωπικού. Αυτό - σε συνδυασμό με τους υγειονομικούς οι οποίοι βρίσκονται ακόμα σε αναστολή επειδή εμμένουν στο να μην εμβολιαστούν – δημιουργεί διαχειριστικά προβλήματα, εφόσον το σύστημα πιεστεί απότομα πολύ.
Το ιικό φορτίο που αποτελεί έναν ενδεικτικό δείκτη της διασποράς των υποπαραλλαγών Ο4 και Ο5 αυξάνεται σε πολλές περιοχές ειδικά στις τουριστικές περιοχές.
Στην Αττική καταγράφει αύξηση 66%, στην Θεσσαλονίκη 100%, στη Λάρισα 101%, στο Βόλο 107%, στην Ξάνθη 97%, στην Αλεξανδρούπολη 43%, στο Ηράκλειο της Κρήτης 42%, στα Χανιά 145%, στον Άγιο Νικόλαο 37% και στα Ιωάννινα 35% ενώ παραμένει σταθερό στην Πάτρα.
Το «καμπανάκι» των ειδικών
Στο μεταξύ οι διευθυντές των μονάδων εντατικής θεραπείας (ΜΕΘ) και των πνευμονολογικών κλινικών από την Κρήτη έως την βόρειο Ελλάδα κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου.
Ο Νίκο Καπραβέλος, διευθυντής της Β Κλινικής Εντατικής Θεραπείας στο νοσοκομείο «Παπανικολάου» Θεσσαλονίκης επισήμανε ότι οι εισαγωγές στη ΜΕΘ την Τρίτη σημείωσαν αύξηση 600%.
Αυξητική τάση στις εισαγωγές «βλέπει» και ο καθηγητής πνευμονολογίας Νίκος Τζανάκης στο Πανεπιστήμιο Κρήτης. Ο κ. Τζανάκης έχει πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού του, εκείνο το όριο περίπου των 400 διασωληνωμένων στις ΜΕΘ της Επικράτειας, όπου σύμφωνα με την μελέτη των καθηγητών Τσιόδρα και Λύτρα, αποτελεί το ορόσημο. Πέρα από αυτό, η πίεση που ασκείται στο σύστημα υγείας, δημιουργεί ντόμινο προβλημάτων.
Ο κ.Τζανάκης μέσα από τα προβλεπτικά μοντέλα του Πανεπιστημίου Κρήτης όπως και ο καθηγητής περιβαλλοντικής μηχανικής Δημοσθένης Σαρηγιάννης από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, αλλά και ο επίκουρος καθηγητής επιδημιολογίας και προληπτικής ιατρικής ΕΚΠΑ Γκίκας Μαγιορκίνης, έχουν κάνει πρόβλεψη για 20.000 έως και 30.000 κρούσματα, το εικοσιτετράωρο μέσα στο καλοκαίρι.
Μία πρόβλεψη η οποία είναι πάρα πολύ κοντά στο να υλοποιηθεί αφού ήδη την Τρίτη (28/06) υπήρξε καταγραφή 20.000 κρουσμάτων, με τις νέες μολύνσεις να υπόκαταγράφονται, αφού τα τεστ έχουν περιοριστεί σημαντικά.
Οι ειδικοί εκτιμούν ότι αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, ο Αύγουστος θα μας βρει με περισσότερους από 200 διασωληνωμένους ασθενείς στα νοσοκομεία.
Σε ό,τι αφορά τον αριθμό των διασωληνωμένων ο Γκίκας Μαγιορκίνης θεωρεί ότι αν μέσα στο καλοκαίρι ή οδεύοντας προς το φθινόπωρο ξεπεράσουμε τους 250 διασωληνωμένους ασθενείς, τότε θα χρειαστεί να αναθεωρήσουμε την κατάσταση. Σε αυτή την περίπτωση, θα πρέπει να προβούμε στη λήψη μέτρων ώστε να αποφευχθεί η ασφυκτική πίεση του συστήματος υγείας, που όπως προαναφέρθηκε «νιώθει» τη μέγγενη να σφίγγει πάνω από τους 400 διασωληνωμένους.
Οι κκ. Τζανάκης, Καπραβέλος και Σαρηγιάννης εμμένουν στην επαναφορά του συχνότερου testing λέγοντας πως είναι πάρα πολύ δύσκολο να ελέγξουμε το πανδημικό κύμα όταν τα τεστ έχουν μειωθεί τόσο πολύ και είναι μονάχα στοχευμένα σε ανθρώπους με συμπτώματα καθώς έτσι διαφεύγουν της επιτήρησης όλοι οι ασυμπτωματικοί.
Επίσης, οι ειδικοί συμφωνούν στο ότι η μάσκα θα πρέπει να επανέλθει σε όλα τα μέσα με τα οποία ταξιδεύουμε τουλάχιστον στους εσωτερικούς χώρους, δηλαδή μέσα στα πλοία και στα αεροπλάνα, άποψη που προσυπογράφει και ο καθηγητής πνευμονολογίας Στέλιος Λουκίδης πρόεδρος της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας.
Η μάσκα και η χρήση της
Επιπλέον, μάσκα πρέπει να φορούν οι επιβάτες σε τρένα, λεωφορεία, ΚΤΕΛ και πούλμαν όπου η εμπειρία δείχνει πως δεν την χρησιμοποιούν. Υπάρχει μια γενικότερη χαλάρωση στη χρήση της μάσκας μέσα σε μεταφορικά μέσα ακόμα και σε αυτά στα οποία δεν έχει καταργηθεί η υποχρέωση να την χρησιμοποιούμε.
Φυσικά παραμένει η ισχυρή σύσταση προς όλους να χρησιμοποιούν τη μάσκα -ειδικά όσοι είναι ευπαθείς -οπουδήποτε βρεθούν όπου υπάρχει συγχρωτισμός, σε δρόμους, πλατείες, συναυλίες, συνέδρια κι αλλού -ωστόσο η Πολιτεία δια στόματος του υπουργού Υγείας Θάνου Πλεύρη δεν προτίθεται να πάρει πρόσθετα μέτρα στη δεδομένη συγκυρία. Η συζήτηση για τυχόν μέτρα έχει «παγώσει» μέχρι το φθινόπωρο.
Τι θα γίνει με τα εμβόλια
Σημαντικό είναι επίσης να φτάσει σωστά το μήνυμα στους κατάλληλους αποδέκτες για την τέταρτη δόση των εμβολίων έναντι του κορονοϊού.
Στο σημείο αυτό μάλιστα ο κ.Καπραβέλος εξηγεί ότι είναι καλύτερα το μήνυμα να πάει στοχευμένα στους άνω των 60 ετών, οι οποίοι κινδυνεύουν περισσότερο παρά να διαχυθεί και προς νεότερες ηλικιακές ομάδες (χαμηλού κινδύνου για σοβαρή νόσηση).
Στην Ελλάδα υπάρχουν τουλάχιστον 2,2 εκατ. ευπαθείς πολίτες αλλά μόνο ένα μικρό ποσοστό που δεν ξεπερνά τους 200.000 έχουν κάνει την τέταρτη δόση. Το μήνυμα είναι πως τα υπάρχοντα εμβόλια παραμένουν πολύ αποτελεσματικά έναντι της σοβαρής νόσησης και του κινδύνου θανάτου παρότι δεν μπορούν να εμποδίσουν την μετάδοση των υποπαραλλαγών Ο4 και Ο5.
Η διενέργεια της τέταρτης δόσης από εκείνο τον πληθυσμό που έχει υψηλό κίνδυνο να νοσήσει, σε συνδυασμό με την έγκαιρη χρήση των αντιικών χαπιών είναι τα δύο βασικά «εργαλεία» που μπορούν να συμβάλλουν στο να μην πιεστούν τα νοσοκομεία από αλλεπάλληλες νοσηλείες σε κλινικές κορονοϊού και ΜΕΘ.
Η εμπειρία μέχρι στιγμής δείχνει ότι οι άνθρωποι που εισάγονται για νοσηλεία είναι ηλικιωμένοι οι οποίοι έχουν κολλήσει από τους νεότερους συγγενείς τους, τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους και είναι και άνθρωποι οι οποίοι επαναμολύνονται και μπορεί να είναι και εμβολιασμένοι. Γι' αυτό έχει μεγάλη σημασία στις μεγαλύτερες ηλικίες, η διενέργεια της τρίτης δόσης και της τέταρτης δόσης, επισήμανε ο κ.Καπραβέλος.
Ένας άλλος προβληματισμός είναι ότι όταν έρθει το επικαιροποιημένο εμβόλιο το φθινόπωρο δεν γνωρίζουμε ποιες μεταλλάξεις του κορονοϊού θα έχουν επικρατήσει.
Αν αυτές που έχουν κυριαρχήσει είναι πολύ διαφορετικές σε σχέση με την αρχική Όμικρον και την Ο2, τότε ούτε το επικαιροποιημένο εμβόλιο θα είναι αποτελεσματικό έναντι των μεταλλάξεων, σε ότι αφορά την μεταδοτικότητα τους.