Μειώνεται η υπερβάλλουσα θνητότητα λόγω πανδημίας στην Ελλάδα
Shutterstock
Shutterstock
Κορονοϊός

Μειώνεται η υπερβάλλουσα θνητότητα λόγω πανδημίας στην Ελλάδα

Περίπου 11% περισσότερους θανάτους κατέγραψε η Ελλάδα τον Οκτώβριο, λόγω πανδημίας, σύμφωνα με την επίσημη καταγραφή της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας. Το ποσοστό είναι χαμηλότερο από το αντίστοιχο του Σεπτεμβρίου, όταν η χώρα μας ήταν στην πρώτη θέση της Ευρώπης (μαζί με τη Φινλανδία) στην υπερβάλλουσα θνητότητα που σχετίζεται με την πανδημία του κορονοϊού.  

Η υπερβάλλουσα θνητότητα σχετίζεται με τους επιπλέον θανάτους που καταγράφονται την περίοδο της πανδημίας, σε σύγκριση με τη μέση θνητότητα παλαιότερων ετών. 

Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας, τον περασμένο Οκτώβριο καταγράφηκαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση 31.000 επιπλέον θάνατοι, 10% περισσότεροι από το μέσο μηνιαίο όρο της περιόδου 2016 – 2019,  δηλαδή πριν την έναρξη της πανδημίας. Το ποσοστό είναι ελαφρώς αυξημένο σε σύγκριση με το Σεπτέμβριο (0,5%). 

Όλες οι χώρες αναφέρουν αυξημένη θνητότητα, εκτός της Ρουμανίας που κατέγραψε 7% λιγότερους θανάτους και της Βουλγαρίας, που κατέγραψε 2% λιγότερους θανάτους. 

Η υψηλότερη υπερβάλλουσα θνητότητα αναφέρεται στη Γερμανία, με 23% περισσότερους θανάτους σε σύγκριση με την προ πανδημίας περίοδο. Ακολουθούν η Ολλανδία (+18,8%) και η Αυστρία (+18,1%)

Η Ελλάδα βρίσκεται λίγο πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο με 11,3% περισσότερους θανάτους σε σύγκριση με το διάστημα 2016 – 2019.

Το ποσοστό υπερβάλλουσας θνητότητας στη χώρα μας παρουσιάζει τάση μείωσης τους τελευταίους μήνες (το Σεπτέμβριο ήταν 17% τον Αύγουστο 19,7% και τον Ιούλιο 23,2%). 

Από τον Μάρτιο του 2021 και μετά, η υπερβάλλουσα θνητότητα στην Ελλάδα είναι σταθερά υψηλότερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Υπήρξαν μάλιστα κάποιες περιπτώσεις, όπως τον Αύγουστο του 2021, κατά τις οποίες το ποσοστό της Ελλάδας ήταν σχεδόν τετραπλάσιο από το μέσο ποσοστό περισσότερων θανάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μόνη εξαίρεση ήταν ο Ιούνιος του 2022, όταν το ποσοστό μας ήταν ελαφρώς χαμηλότερο από το μέσο ευρωπαϊκό υπερβάλλουσας θνητότητας. 

Από την αρχή της πανδημίας έως και τον περασμένο Οκτώβριο, οι θάνατοι στην  Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν 1,6 εκατομμύρια περισσότεροι σε σύγκριση με το μέσο όρο των θανάτων κατά την περίοδο 2016-2019. 

Ο δείκτης υπερβάλλουσας θνητότητας βασίζεται σε δεδομένα που συλλέγονται σε εβδομαδιαία βάση από τις χώρες – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, από τον Απρίλιο του 2020 μέχρι σήμερα. Η υπερβάλλουσα θνητότητα αποτελεί ένα «εργαλείο» αποτύπωσης του συνολικού αντίκτυπου που είχε και εξακολουθεί να έχει η πανδημία στη συνολική θνησιμότητα. Εκτός από τους επιβεβαιωμένους θανάτους, η υπερβάλλουσα θνητότητα καταγράφει και θανάτους από COVID-19 που δεν διαγνώστηκαν ή δεν αναφέρθηκαν σωστά, καθώς και θανάτους που οφείλονται σε άλλες αιτίες αλλά μπορούν να αποδοθούν γενικότερα στην υγειονομική κρίση.   

Οι θάνατοι στην Ευρώπη άρχισαν να αυξάνονται από την άνοιξη του 2020, με αρκετές διακυμάνσεις από χώρα σε χώρα, ανάλογα και με τα ξεσπάσματα πανδημικών κυμάτων. Έτσι, στην αρχική φάση της πανδημίας σημαντική υπερβάλλουσα θνητότητα κατέγραφαν η Ιταλία και η Ισπανία και ακολουθούσαν Γαλλία, Βέλγιο και Ολλανδία. 

Από το Μάρτιο του 2020 έως τον Φεβρουάριο του 2021, υπήρξαν στην Ευρώπη δύο «κύματα» υπερβάλλουσας θνητότητας: το πρώτο μεταξύ Μαρτίου και Μαΐου 2020 (με έως και 25,2% περισσότερους θανάτους) και το δεύτερο μεταξύ Αυγούστου και Δεκεμβρίου 2020 (οπότε το ποσοστό υπέρβασης του μηνιαίου μέσου όρου θανάτων έφτασε το 40%, ποσοστό ρεκόρ για όλο το 2021). Σε αυτό το δεύτερο κύμα, η υπερβολική θνησιμότητα αυξήθηκε σε όλα τα κράτη μέλη, αυτή τη φορά με γεωγραφικό επίκεντρο το ανατολικό τμήμα της Ευρώπης (η Πολωνία, η Βουλγαρία και η Σλοβενία ​​έφτασαν σε υπερβάλλουσα θνητότητα έως και 90 % τον Νοέμβριο του 2020).

Τον Απρίλιο του 2021 η υπερβάλλουσα θνητότητα κορυφώθηκε για τρίτη φορά στην Ευρώπη (με σχεδόν 21% περισσότερους θανάτους από τον μηναίο μέσο όρο της περιόδου 2016 – 2019).  Το τέταρτο «κύμα» επιπρόσθετων θανάτων ήρθε το φθινόπωρο του 2021, με ποσοστά επιπρόσθετων θανάτων πάνω από 26%. 

Ακολούθησε μια περίοδος ύφεσης με μονοψήφια ποσοστά υπερβάλλουσας θνητότητας, μέχρι τον περασμένο Ιούλιο οπότε καταγράφηκαν 16,5% περισσότεροι θάνατοι. Από τότε, τα ποσοστά βαίνουν και πάλι μειούμενα.