Η κάνναβη (cannabis sativa l) είναι από τα αρχαιότερα θεραπευτικά φυτά. Υπάρχουν αναφορές για τη θεραπευτική χρήση της κάνναβης ήδη από το 3.000 π.Χ ενώ από αρχαίες αναφορές γνωρίζουμε ότι ο Γαληνός το συστήνει μεταξύ άλλων για την θεραπεία των φλεγμονών, των επιφανειακών αιμορραγιών, αλλά και των παρασιτώσεων.
Τα κανναβινοειδή και συγκεκριμένα η τετραυδροκανναβινόλη Δ9-THC απομονώθηκε από το φυτό της κάνναβης Cannabis Staiva L) το 1964 από τον R. Muchulam. Έκτοτε έχουν απομονωθεί περισσότερα από 120 φυτοκανναβινοειδή εκ των οποίων τα πιο διαδεδομένα είναι η κανναβιδιόλη (CBD), η κανναβιγερόλη (CBG) και η κανναβινόλη (CBN). Οι ουσίες αυτές αλληλεπιδρούν με τους υποδοχείς κανναβινοειδών (CB1 & CB2), οι οποίοι εντοπίζονται στον ανθρώπινο οργανισμό και οι οποίοι αποτελούν μέρος του Ενδοκανναβινοειδούς Συστήματος (ΕΚΣ).
Το Ενδοκανναβινοειδές Σύστημα είναι το μεγαλύτερο σύστημα υποδοχέων και εκτελεί διάφορες λειτουργίες στον ανθρώπινο οργανισμό με σκοπό την διατήρηση της ομοιόστασης, αποτελώντας τον συνδετικό κρίκο μεταξύ του ΚΝΣ και των άλλων συστημάτων όπως το καρδιαγγειακό και το ανοσοποιητικό σύστημα.Επομένως , μέσω της αλληλεπίδρασης των φυτοκανναβινοειδών (THC, CBG, CBN κτλ) με τους υποδοχείς κανναβινοειδών, μπορεί να επιτευχθεί ομοιόσταση, δηλαδή διατήρηση των χαρακτηριστικών ενός οργανισμού σε ισορροπία. Η έρευνα για το Ενδοκανναβινοειδές Σύστημα και τα φυτοκανναβινοειδή είναι εντατική , οπότε αναμένεται να προκύψουν περισσότερα δεδομένα σχετικά με τις θεραπευτικές λύσεις της THC, αλλά και της ευεργετικές ιδιότητες της κανναβιδιόλης και των υπόλοιπων φυτοκανναβινοειδών.
Σύμφωνα με σύνοψη ανασκοπήσεων του Wayne Hall, από το Πανεπιστήμιο του Queensland, υπάρχουν ενδείξεις για την αποτελεσματικότητα των κανναβινοειδών στην θεραπεία του χρόνιου πόνου, στην αντιμετώπιση της ναυτίας και έμετου που επάγονται από χημειοθεραπείες, στη μείωση της σπαστικότητας που σχετίζεται με την σκλήρυνση κατά πλάκας, στην θεραπεία ανθεκτικών μορφών επιληψίας, στην αύξηση της όρεξης και την μείωση της απώλειας βάρους που σχετίζεται με το HIV και την καρκινική καχεξία. Επίσης, στην αντιμετώπιση του καρκινικού πόνου και στην βραχυπρόθεσμη βελτίωση του ύπνου.
Σε ότι αφορά στα τελικά προϊόντα φαρμακευτικής κάνναβης, δηλαδή των προϊόντων που θα περιέχουν κατά κύριο λόγο την ψυχοδραστική ουσία τετραϋδροκανναβινόλη Δ9 (ή αλλιώς THC) σε ποσοστό άνω του 0,2% συνδυαστικά με κανναβιδιόλη (CBD) οι εγκεκριμένες θεραπευτικές τους χρήσεις είναι: Η πρόληψη και η αντιμετώπιση σοβαρής ναυτίας ή εμέτου από χημειοθεραπεία, ακτινοθεραπεία και συνδυαστική θεραπεία. Χρησιμοποιείται στην αντιμετώπιση του χρόνιου πόνου, που σχετίζεται με καρκίνο ή παθήσεις του ΚΝΣ ή Περιφερικού ΝΣ, όπως ο νευροπαθητικός πόνος που προκαλείται από: νευρική βλάβη, νευραλγία τριδύμου ή μεθερπητική νευραλγία. Επίσης βοηθάει στην αντιμετώπιση της σπαστικότητας που σχετίζεται με σκλήρυνση κατά πλάκας ή βλάβες του νωτιαίου μυελού. Τέλος, χρησιμοποιείται ως ορεξιογόνο στην παρηγορητική (ανακουφιστική) φροντίδα ασθενών που υποβάλλονται σε θεραπείες για καρκίνο ή επίκτητη ανοσολογική ανεπάρκεια (AIDS).
Πέρα από την φαρμακευτική κάνναβη, αυτή την στιγμή υπάρχουν διαθέσιμα στην ελληνική αγορά αρκετά προϊόντα τα οποία περιέχουν κανναβιδιόλη (CBD), κανναβιγερόλη (CBG) και κανναβινόλη (CBN).
Οι Έλληνες καταναλωτές είναι εξοικειωμένοι με τον όρο CBD και φαίνεται ότι πράγματι γνωρίζουν την ευεργετική χρήση της CBD σε διάφορα βρώσιμα προϊόντα, αλλά και την προσθήκη τους σε καλλυντικά. Έτσι με «όπλα» την ενημέρωση που λαμβάνουν και το μεγάλο εύρος πληροφοριών που πλέον είναι διαθέσιμες, αρχίζουν να ξεπερνούν τους αρχικούς ενδοιασμούς και προχωρούν σε δοκιμή των προϊόντων.
Παρόλα αυτά, οι Έλληνες καταναλωτές θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί με την προέλευση του κάθε προϊόντος. Η ποιότητά του προϊόντος είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τις ευεργετικές του ιδιότητες. Επομένως, η προέλευσή του αλλά και το δίκτυο διανομής του έχουν εξαιρετικά μεγάλη σημασία. Ιατροί και Φαρμακοποιοί είναι οι πλέον κατάλληλοι να παρέχουν πληροφορίες και καθοδήγηση για αυτά τα προϊόντα.
Το 2018 ο FDA ενέκρινε την κανναβιδιόλη (CBD) ως συμπληρωματική θεραπεία των κρίσεων που σχετίζονται με 2 σπάνια επιληπτικά σύνδρομα (σύνδρομο Lennox-Gastaut και σύνδρομο Dravet) για ασθενείς ηλικίας άνω των 2 ετών. Ακόμη, το 2020, εγκρίθηκε ως συμπληρωματική θεραπεία κρίσεων σχετιζόμενων με την οζώδη σκλήρυνση για ασθενείς ηλικίας άνω των 2 ετών. Η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια της κανναβιδιόλης έχει αξιολογηθεί με τυχαιοποιημένες, διπλές τυφλές, ελεγχόμενες με εικονικό φάρμακο μελέτες παράλληλων ομάδων.
Υπάρχουν ήδη αρκετές δημοσιεύσεις που υποστηρίζουν τις ευεργετικές ιδιότητες της κανναβιδιόλης (CBD) όπως για παράδειγμα ότι είναι αποτελεσματική στη διαχείριση του άγχους, στην αντιμετώπιση των διαταραχών διάθεσης, στη βελτίωση του ύπνου και την αντιμετώπιση νευροπαθητικών και σωματικών πόνων. Ωστόσο, δεν έχει μελετηθεί ακόμα ο βαθμός της θεραπευτικής τους δράσης σε μακροχρόνια βάση.
Η δοσολογία των κανναβινοειδών όπως η CBD, CBG & CBN διαφέρει πολύ από άνθρωπο σε άνθρωπο , άρα , είναι απαραίτητη η εξατομικευμένη θεραπεία σε κάθε ασθενή. Συστήνεται, δηλαδή, η χορήγηση να ξεκινά με χαμηλή δόση και να αυξάνεται αργά (πχ ανά 3- 4 ημέρες ) έτσι ώστε κάθε ασθενής να υπολογίσει την ιδανική για αυτόν δοσολογία.
Ως ιδανική δοσολογία εκφράζεται το σημείο που ο κάθε άνθρωπος θα νιώσει τη μέγιστη αποτελεσματικότητα. Σε περίπτωση που το άτομο υπερβεί την ιδανική δοσολογία η αποτελεσματικότητα θα μειωθεί και θα παρατηρηθεί μείωση των θετικών επιδράσεων. Συνεπώς, συστήνεται ο κάθε άνθρωπος να διατηρεί ημερολόγιο έως ότου υπολογίσει την ιδανική για αυτόν δοσολογία και εφόσον την υπολογίσει, συστήνεται να είναι τακτικός στην καθημερινή λήψη προκειμένου να εξακολουθεί να βιώνει τις ευεργετικές ιδιότητες των προϊόντων CBD.