Συνολικά τα πρώτα 19 κρούσματα του ιού Oropouche αναφέρθηκαν σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τον Ιούνιο έως και τον Ιούλιο σε Ισπανία (12), Ιταλία (5) και Γερμανία (2), θέτοντας σε συναγερμό το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC).
Μάλιστα σε σχετική ανακοίνωσή του το ECDC αναφέρει ότι όλα συνδέονται με πρόσφατα ταξίδια στην Κούβα και στη Βραζιλία, προειδοποιώντας τους ταξιδιώτες για τους κινδύνους -ιδιαίτερα για τις έγκυες γυναίκες - από τα ταξίδια σε περιοχές με υψηλά ποσοστά αυτών των κρουσμάτων.
Ο ιός Oropouche μπορεί να προκαλέσει πυρετό, πονοκέφαλο, ναυτία, εμετό και μυϊκούς και αρθρικούς πόνους, αλλά είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος για τις έγκυες γυναίκες. Μπορεί να οδηγήσει σε αποβολή, αναπτυξιακά προβλήματα και παραμορφώσεις για το έμβρυο, σημείωσε το ECDC, διευκρινίζοντας ωστόσο ότι αυτό είναι «ακόμη υπό διερεύνηση».
Το υπουργείο Υγείας της Βραζιλίας έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου τον Ιούλιο μετά τη γέννηση τεσσάρων μωρών με μικροκεφαλία.
Σύμφωνα με το ECDC, δεν υπάρχει εμβόλιο ή φάρμακο για την πρόληψη ή τη θεραπεία του OROV. Ενώ η ασθένεια είναι σπάνια θανατηφόρα, η Βραζιλία ανέφερε πρόσφατα τους δύο πρώτους θανάτους στον κόσμο από τον ιό, και οι δύο γυναίκες στα 20 τους χρόνια.
Από τον Ιανουάριο, έχουν αναφερθεί πάνω από 8.000 κρούσματα στη Νότια Αμερική, την Κεντρική Αμερική και την Καραϊβική, με αναφερθείσες εστίες στη Βραζιλία, τη Βολιβία, την Κολομβία, το Περού και την Κούβα.
Το ECDC δήλωσε ότι ο κίνδυνος μόλυνσης για τους Ευρωπαίους πολίτες που ταξιδεύουν σε επιδημικές περιοχές στην Αμερική «εκτιμάται ως μέτριος».
Ωστόσο, η πιθανότητα έκθεσης του ανθρώπου στην Ευρώπη παραμένει πολύ χαμηλή, καθώς οι σκνίπες και τα κουνούπια που μεταφέρουν τον ιό απουσιάζουν από την ήπειρο και δεν έχουν καταγραφεί μέχρι σήμερα περιπτώσεις μετάδοσης από άνθρωπο σε άνθρωπο.
Περισσότερες πληροφορίες εδώ