Σε κατάσταση κώματος παραμένουν για μέρες ή ακόμη και για εβδομάδες πολλοί ασθενείς με κορονοϊό οι οποίοι πέρασαν επί εβδομάδες ή και μήνες διασωληνωμένοι σε μονάδα εντατικής θεραπείας καθότι δεν ανακτούν αμέσως τη συνείδησή τους μετά τη διακοπή της νάρκωσης. Αυτό προκύπτει από νέα αμερικανική επιστημονική μελέτη, σύμφωνα με την οποία, η κατάσταση κώματος είναι μια αντίδραση που οφείλεται σε μια κατάσταση νάρκης ή λήθαργου που ο εγκέφαλος γεννά προκειμένου να προστατεύσει τα εγκεφαλικά κύτταρα από βλάβη λόγω της έλλειψης οξυγόνου (υποξία).
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ (PNAS), εκπονήθηκε από ερευνητές, με επικεφαλής τους καθηγητές νευροεπιστήμης Νίκολας Σιφ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κορνέλ και αναισθησιολογίας Έμερι Μπράουν του ΜΙΤ και της Ιατρικής Σχολής του Χάρβαρντ, οι οποίοι βρήκαν ότι περίπου το ένα τέταρτο των ασθενών με σοβαρή Covid-19 που επιβίωσαν μετά από διασωλήνωση τους σε ΜΕΘ, χρειάστηκαν περισσότερες από δέκα μέρες για να ανακτήσουν κανονικά τη συνείδηση τους. Όσο μεγαλύτερη ήταν η έλλειψη οξυγόνου ενόσω βρίσκονταν διασωληνωμένοι, τόσο πιο καθυστερημένη ήταν στη συνέχεια η ανάκτηση της συνείδησης τους.
Κατά τους Αμερικανούς επιστήμονες, το εν λόγω κώμα είναι μια κατάσταση αυτοπροστασίας που έχει ως αποτέλεσμα την παρατεταμένη ανάκτηση της συνείδησης σε αρκετούς ασθενείς που πέρασαν βαριά Covid-19 και κάποια στιγμή αποσωληνώθηκαν. Κάτι ανάλογο, όπως είπαν, συμβαίνει σε ένα ποσοστό ασθενών σε κώμα μετά από καρδιακή ανακοπή, καθώς επίσης σε κάποια ζώα όπως οι χελώνες.
Επισημαίνουν ότι, εφόσον αυτή η θεωρία είναι ορθή, χρειάζεται μια διαδικασία δύο σταδίων για την καλύτερη επαναφορά της συνείδησης των ασθενών που εμφανίζουν κώμα μετά την αποσωλήνωση τους στη ΜΕΘ. Αρχικά προτείνουν τη χορήγηση στους κωματώδεις ασθενείς πεπτιδίων Szeto-Schiller (μικρών πρωτεϊνών) που ενισχύουν την παραγωγή του ζωτικού μορίου ενεργειακού μεταβολισμού ΑΤΡ, έτσι ώστε να αποκατασταθεί η ικανότητα των εγκεφαλικών κυττάρων να παράγουν ενέργεια. Σε δεύτερο στάδιο, προτείνεται η χορήγηση ζεύγους φαρμάκων που θα αποκαταστήσουν τη νευρωνική δραστηριότητα και επικοινωνία μέσω ενίσχυσης των νευροδιαβιβαστών γλουταμάτη και ακετυλοχολίνη.
Όταν οι ασθενείς αποτυγχάνουν να ανακτήσουν τη συνείδηση τους, οι γιατροί μπορεί να προχωρήσουν σε διακοπή υποστήριξης του ασθενούς. Το χρονικό όριο συνήθως τίθεται στις 14 μέρες το πολύ στους ασθενείς με καρδιακή ανακοπή, ενώ για τους ασθενείς με Covid-19 δεν υπάρχει αντίστοιχο όριο. Στην περίπτωση που οι ασθενείς δεν έχουν βλάβες στον εγκέφαλο, οι γιατροί θα πρέπει να αποφεύγουν να κάνουν δυσοίωνες προβλέψεις για τη δυνατότητα του ασθενούς να βγει από το κώμα Covid-19, σημειώνουν οι ερευνητές.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ