Η έννοια της βιωσιμότητας, της εταιρικής διακυβέρνησης και της κυκλικής οικονομίας είναι περισσότερο από ποτέ άρρηκτα συνδεδεμένες, στην παρούσα συγκυρία με τον στόχο της οικονομικής και κοινωνικής ανάκαμψης και ανθεκτικότητας.
Η ένταξη της ατζέντας ESG έχει αρχίσει πλέον να είναι μονόδρομος στη χάραξη της στρατηγικής των επιχειρήσεων καθώς τα θέματα περιβάλλοντος, κοινωνίας και διακυβέρνησης λειτουργούν θετικά ως προς την αναγνώριση και μετριασμό των κινδύνων που αντιμετωπίζει μια επιχείρηση, αυξάνοντας παράλληλα το επενδυτικό ενδιαφέρον ειδικά όσον αφορά σε εισηγμένες σε χρηματαγορές εταιρείες. Ταυτόχρονα, αναδεικνύουν τις ευκαιρίες και τα επιχειρηματικά μοντέλα που συνάδουν με τη νέα εποχή.
Έτσι οι βιώσιµες επενδύσεις παγκοσμίως ξεπέρασαν τα 35,3 τρισ. δολ. το 2020, σύµφωνα µε στοιχεία της Global Sustainable Investment Alliance (GSIA), αποδεικνύοντας ότι πλέον καταλαμβάνουν μεγάλο μέρος των κεφαλαίων και δημιουργούν ένα νέο οικονομικό μοντέλο.
Οι αλλαγές που φέρνουν τα ESG ενόψει του νέου κύκλου χρηµατοδότησης της οικονομίας µε το Ταµείο Ανάκαµψης και Ανθεκτικότητας, έχουν πλέον μεγαλύτερη βαρύτητα , καθώς συνδέονται µε τη µετάβαση σε οικονομία μηδενικού άνθρακα, προωθώντας παράλληλα την ψηφιακή µετάβαση µε γνώµονα την συµπερίληψη, δηλαδή την ανάπτυξη που δεν αφήσει κανέναν στο περιθώριο.Η χώρα µας έχει µια µοναδική ευκαιρία, στο πλαίσιο των στόχων του εθνικού σχεδίου «Ελλάδα 2.0» να επιδιώξει μεταρρυθμίσεις και να προσελκύσει επενδύσεις που θα ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα, την καινοτοµία και την ανθεκτικότητα των επιχειρήσεων και της οικονοµίας. Παράλληλα η ενσωμάτωση των αρχών ESG και της δημοσιοποίησης μη χρηματοοικονομικών πληροφοριών μπορεί και πρέπει να αποτελέσει εργαλείο ανάπτυξης και εξωστρέφειας για τις ελληνικές επιχειρήσεις
Η δημοσιοποίηση εταιρικών πληροφοριών ESG αποτελεί πλέον ιδιαίτερα σημαντικό εργαλείο, αφού στην αναζήτησή τους για αποδοτικότερες και ασφαλέστερες επενδύσεις, οι επενδυτές στρέφονται στην αξιοποίηση μη οικονομικών πληροφοριών για τη λήψη των αποφάσεων τους, δίνοντας έτσι σε επιχειρήσεις που λειτουργούν προς αυτή την κατεύθυνση προστιθέμενη αξία και ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Την ίδια ώρα η ενίσχυση της υπεύθυνης επιχειρηματικής δραστηριότητας και η εμπέδωση αποτελεσματικών πρακτικών διοίκησης με θετικό αντίκτυπο στο περιβάλλον, την κοινωνία και την ποιότητα διακυβέρνησης συνιστούν παράγοντες ενίσχυσης του επενδυτικού κλίματος, με απώτερο όφελος την οικονομική ανάπτυξη τόσο των ίδιων των εταιρειών όσο και της χώρας.
Το αυξημένο ενδιαφέρον που περιβάλλει τις αρχές ESG συνδέεται άμεσα με την ευρύτερη παγκόσμια προσπάθεια των κυβερνήσεων, των επιχειρήσεων και του χρηματοπιστωτικού τομέα για αντιμετώπιση των προκλήσεων της κλιματικής αλλαγής.
Ωστόσο, είναι κοινός αποδεκτό ότι το να εντάξει μία επιχείρηση τα κριτήρια ESG στην στρατηγική της δεν είναι κάτι εύκολο. Απαιτεί μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και κατά περίπτωση μεγάλες επενδύσεις, ιδίως σε περιβαλλοντικά προγράμματα. Οι μεγάλες εταιρείες αντιλαμβάνονται πιο γρήγορα την αναγκαιότητα των κριτηρίων ESG, αλλά και την ευκαιρία που η εναρμόνιση με αυτά, προκύπτει και συνήθως επενδύουν ανάλογα.
Υπό αυτή την έννοια η πρόκληση αφορά κυρίως τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες και αποτελούν τη βάση της ελληνικής οικονομίας. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις δυσκολεύονται να διατηρήσουν την κερδοφορία τους και συνήθως επιλέγουν βραχυπρόθεσμες λύσεις με βασικό γνώμονα το βραχυπρόθεσμο κέρδος. Ειδικά οι ελληνικές SMEs μετά από πολλά χρόνια οικονομικής κρίσης, αν και βλέπουν τη δυναμική που αποκτά η ESG ατζέντα, δεν έχουν την «πολυτέλεια» να συνδυάσουν τη βιωσιμότητα με την υγιή κερδοφορία.
Με δεδομένο ότι η ατζέντα ESG δημιουργεί αξία σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη (stakeholders), τους εργαζόμενους, τους μετόχους, τους πελάτες, τους προμηθευτές, την τοπική κοινωνία και το περιβάλλον, αυτό είναι κάτι που μπορεί σταδιακά να επιφέρει την αλλαγή και να κάνει συμμέτοχους και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις στον αγώνα για βιώσιμη ανάπτυξη και διαρκώς αυξανόμενη με υγιείς όρους κερδοφορία
Παράλληλα η εναρμόνιση με τα ESG κριτήρια συμβάλλει στη βελτίωση της μακροπρόθεσμης ανταγωνιστικότητας και του Employer Brand, επηρεάζει θετικά το επίπεδο δέσμευσης των ίδιων των εργαζομένων της εταιρείας, λειτουργεί θετικά στον καταναλωτή και άρα και στην επιλογή του (Brand Preference), δημιουργεί περισσότερες ευκαιρίες για ανεύρεση ευρωπαϊκών κονδυλίων, προσελκύει νέους επενδυτές και συνεισφέρει με το θετικό της αποτύπωμα στην τοπική οικονομία και κοινωνία.