Τα νέα δεδομένα στην πραγματική οικονομία, που με τη σειρά τους επιδρούν στις χρηματιστηριακές αγορές, είναι απολύτως συγκεκριμένα και εύκολα αναγνωρίσιμα. Πληθωρισμός, αναδίπλωση της ποσοτικής χαλάρωσης, αύξηση των επιτοκίων από την πλευρά των κεντρικών τραπεζών, ενεργειακό χάος, πλήρης διάρρηξη της εμπιστοσύνης των εμπορικών συναλλαγών, μετατροπή ορισμένων βασικών εμπορευμάτων και πρώτων υλών σε όπλα ενός πρωτοφανούς οικονομικού πολέμου, μερική ανατροπή του παγκοσμιοποιημένου μοντέλου και αναθεώρηση των οικονομικών και πολιτικών ισορροπιών όπως τις είχαμε γνωρίσει από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου μέχρι σήμερα. Ωστόσο ενώ τα δεδομένα είναι συγκεκριμένα, οι αναγνώσεις πάνω σε αυτά, δεν ταυτίζονται.
Στην οικονομία των ΗΠΑ, ο πληθωρισμός καταγράφει τις υψηλότερες τιμές εδώ και 40 χρόνια. Στην Ελλάδα ο πληθωρισμός επέστρεψε στις τιμές του 1995. Η Fed ανακοίνωσε την προηγούμενη εβδομάδα ότι θα μειώσει τον ισολογισμό της με ρυθμούς $95 δισ. τον μήνα. Ο Αμερικανικός δείκτης VIX, που καταγράφει τον χρηματιστηριακό φόβο, επέστρεψε στις τιμές που είχε πριν από τη Ρωσική εισβολή στα επίπεδα του 18,5. Τα 10ετή και 30ετή ομόλογα των ΗΠΑ, παρουσιάζουν αποδόσεις της τάξης του 2,70% και 2,72% αντιστοίχως. Αποδόσεις, που είναι υψηλότερες από αυτές των βραχυπρόθεσμων ομολόγων.
O Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, καταγράφει μεγαλύτερη μηνιαία αύξηση στις τιμές των τροφίμων κατά 13%, που παραπέμπει στην κρίση του 2008. Τα επιτόκια των 30ετών στεγαστικών δανείων σταθερού επιτοκίου στις ΗΠΑ έφτασαν στο 4,72%, το υψηλότερο σημείο από το 2018. Ταυτόχρονα η ανθρωπότητα συνεχίζει να δίνει τη μάχη με τον covid-19, με την πόλη της Σανγκάης να μπαίνει σε lockdown, ακολουθώντας τη Σεντζέν, με ό,τι σημαίνει αυτό για την παραγωγή ημιαγωγών και το παγκόσμιο εμπόριο.
Οι εκτιμήσεις των κυβερνήσεων, των κεντρικών τραπεζών, των επενδυτικών οίκων, καθώς και των αναλυτών ανατρέπονται και ξεπερνιούνται καθημερινά από τα γεγονότα. Και δεν αναφερόμαστε μόνο στις εκτιμήσεις για την ουσία, την υφή και τη χρονική διάρκεια του πληθωρισμού, τις δημοσιονομικές αναπροσαρμογές και τις επεμβάσεις στα επίπεδα των επιτοκίων. Η εκτίμηση ότι η ενεργειακή κρίση, δεν θα κτυπήσει την Αμερικανική οικονομία, διαψεύστηκε και αυτή πανηγυρικά.
Στο ακόλουθο γράφημα καταγράφονται οι αυξήσεις στις τιμές του πετρελαίου κατά 62%, της βενζίνης κατά 64%, του ντίζελ κατά 114%, του πετρελαίου θέρμανσης κατά 128% και των καυσίμων για τα αεροπλάνα κατά 139%, από την αρχή του χρόνου μέχρι και σήμερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του FactSet.
Παράλληλα διαπιστώνεται μια σημαντική αύξηση του μηναίου ιδιωτικού καταναλωτικού χρέους στις ΗΠΑ. Το απόλυτο μέγεθος ξεπέρασε τα $40 δισ., όπως φαίνεται και στο ακόλουθο γράφημα. Η αύξηση αυτή είναι αποτέλεσμα του υψηλού πληθωρισμού και της υποχώρησης των αποταμιεύσεων στις ΗΠΑ, καθώς αποκλιμακώνονται οι επιδοματικές πολιτικές στήριξης που είχαν υιοθετηθεί επί πανδημίας.
Ανατροπές υπάρχουν και στην Ευρώπη. Η ατμομηχανή της ευρωπαϊκής οικονομίας, η Γερμανία σύμφωνα με μελέτη των Πανεπιστημίων της Βόννης, της Κολωνίας και του Ινστιτούτου Reinhard Selten, θα δει το ΑΕΠ της να υποχωρεί βραχυπρόθεσμα από 0,5% έως και 3%, όταν κατά τη διάρκεια της πανδημίας είχε υποχωρήσει κατά 4,5%. Η μείωση αυτή θα οδηγήσει σε απώλειες εισοδήματος από 100 έως 1.000 ευρώ ανά Γερμανό πολίτη.
Και ενώ διαφέρουν οι εκτιμήσεις και οι πολιτικές που χαράσσουν οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες, θα πρέπει να θυμηθούμε ότι πριν από 79 χρόνια, στις 8 Απριλίου 1943, ο Αμερικανός Πρόεδρος Φράνκλιν Ρούσβελτ, εξέδιδε διάταγμα με το οποίο πάγωναν οι μισθοί και οι τιμές των προϊόντων, σε μια προσπάθεια να τιθασευτεί ο πληθωρισμός. Σήμερα ορισμένες κεντρικές τράπεζες, φοβούμενες τον εκτροχιασμό της οικονομίας προβαίνουν σε δυνατές επιτοκιακές παρεμβάσεις, ενώ άλλες παρακολουθούν πιο χαλαρές, εστιάζοντας την προσοχή τους στο ενδεχόμενο μιας νέας ύφεσης.
Όσον αφορά τα χρηματιστήρια και εδώ οι εκτιμήσεις και οι αναλύσεις διαφέρουν. Υπάρχει η άποψη ότι τα κεφάλαια, θα συνεχίσουν να αναζητούν ευκαιρίες και ότι οι ευκαιρίες βρίσκονται μόνο στις μετοχές, που ιστορικά έχουν αποδείξει ότι είναι ένα αντιπληθωριστικό καταφύγιο. Με αυτή τη λογική οι επενδυτές, αποφεύγουν τα μετρητά και τα ομόλογα και αγοράζουν μετοχές. Οι ίδιοι οίκοι εκτιμούν ότι τα επιτόκια της Fed δεν θα χρειαστεί να υπερβούν το 1%.
Άλλοι επενδυτικοί οίκοι προτείνουν, την αύξηση των μετρητών και την αναμονή ευκαιριών για αγορές, εν μέσω των αναταράξεων που υποστηρίζουν ότι θα ακολουθήσουν.
Άλλο υποστηρίζουν ότι εδώ και μήνες έχουμε μπει σε μια διαδικασία «διανομών», δηλαδή σε μια διαδικασία κατά την οποία το έξυπνο χρήμα ρευστοποιεί σιγά – σιγά καθ’ όλη τη διάρκεια των διακυμάνσεων, διότι γνωρίζει καλά ότι όταν αρχίσει η πτώση, δεν θα υπάρχει ούτε επαρκής χρόνος για ρευστοποιήσεις, αλλά ούτε και αγοραστικό ενδιαφέρον.
Και δεν είναι λίγοι αυτοί που εκτιμούν ότι σύντομα οι αγορές θα αντιμετωπίσουν έναν Αρμαγεδδώνα, που θα επιβάλει τη δικαιοσύνη των αποτιμήσεων στα χρηματιστήρια. Οι ίδιοι εκτιμούν δε ότι τα επιτόκια της Fed θα προσεγγίσουν το 3,50%.
Προς το παρόν οι μόνες διαπιστωμένες επενδυτικές κινήσεις, είναι κατά πρώτον, αυτές της μετακίνησης κεφαλαίων από τις λεγόμενες αναπτυξιακές «growth» εταιρείες προς της εταιρείες αξίας «value» και κατά δεύτερον, οι ρευστοποιήσεις των insiders. Για το ευρύ επενδυτικό κοινό, τα κομβικά επίπεδα τιμών, που θα δώσουν απαντήσεις σε όλα τα ερωτήματα και θα λύσουν ανοδικά ή πτωτικά το παζλ, είναι οι 4.700 μονάδες και οι 4.200 μονάδες, για τον S&P 500.