Τα πάνω-κάτω έχουν έρθει το τελευταίο δίμηνο σε ό,τι αφορά τις προσδοκίες των αναλυτών και των επενδυτών για την ταχύτητα και το βάθος των μειώσεων στις οποίες θα προχωρήσουν Fed και ΕΚΤ μέσα στο 2024. Τα δεδομένα έχουν αλλάξει δραματικά καθώς στις ΗΠΑ η ανέλπιστη και εντυπωσιακή ανθεκτικότητα της αμερικανικής οικονομίας, σε συνδυασμό με την επιμονή του πληθωρισμού, επιτρέπουν στον Τζερόμ Πάουελ να… κλωτσήσει το τενεκεδάκι των επιτοκίων λίγο πιο κάτω.
Στην Ευρώπη, παρά το γεγονός ότι η οικονομία της Ευρωζώνης βρίσκεται σε πλήρη στασιμότητα και η Γερμανία σε ύφεση, εδώ και περίπου ένα χρόνο, η επιμονή του πληθωρισμού κάνει πολύ επιφυλακτική την ΕΚΤ.
Όπως αναφέρουν οι τελευταίες πληροφορίες από το στρατόπεδο της ΕΚΤ, τα «περιστέρια» του διοικητικού συμβουλίου αναμένουν την πρώτη μείωση το καλοκαίρι (επικρατέστερος ο Ιούλιος), ενώ τα «γεράκια» θα ήθελαν να περιμένουν μέχρι τον Σεπτέμβριο. Μάλιστα, όπως είναι σε θέση να γνωρίζει το liberal.gr, τα πιο σκληροπυρηνικά στελέχη της ΕΚΤ δεν θα έλεγαν όχι να μετατεθεί η πρώτη μείωση προς το τέλος του 2024 ή ακόμη και στις αρχές του 2025.
Στην Αμερική, οι περισσότεροι αξιωματούχοι της Fed εκφράζουν την πεποίθηση ότι δεν υπάρχει λόγος να προχωρήσουν σε βιαστικές μειώσεις, αφού ο πληθωρισμός δεν πληγώνει την οικονομία.
Τα πρακτικά της συνεδρίασης του Ιανουαρίου αποκαλύπτουν ότι ενώ τα στελέχη της Fed αναγνωρίζουν την πρόοδο που έχει σημειωθεί ως προς την εξασθένηση του πληθωρισμού με τελικό προορισμό τον στόχο του 2%, συνεχίζουν να δίνουν έμφαση στους πληθωριστικούς κινδύνους.
Γι’ αυτό και η άποψη που κυριαρχεί είναι ότι δεν υπάρχει λόγος βιασύνης, ενώ έχουν κάνει την εμφάνισή τους και προβλέψεις για διατήρηση των επιτοκίων στο 5,25% - 5,50% καθ’ όλη τη διάρκεια του 2024.
Στον αντίποδα, υπάρχουν και στελέχη των κεντρικών τραπεζών που εκτιμούν ότι οι ισορροπίες μπορούν πολύ εύκολα να αλλάξουν. Οι ίδιοι προειδοποιούν πως αν τελικά καθυστερήσει υπερβολικά η πρώτη μείωση των επιτοκίων, υπάρχει κίνδυνος να τρέχουν μετά οι κεντρικές τράπεζες να μαζέψουν τα… ασυμμάζευτα, με αποτέλεσμα όχι μόνο να δεχτούν πλήγμα στην αξιοπιστία τους (γιατί θα έχουν χάσει τη μάχη με τον πληθωρισμό) αλλά και να διακινδυνεύσουν μια μακρά περίοδο στασιμότητας της οικονομικής δραστηριότητας.
Το βασικό, λοιπόν, σενάριο σήμερα αναφέρει ότι σε Αμερική και Ευρώπη θα γίνουν 3 ή 4 μειώσεις επιτοκίων μέσα στο 2024, αρχής γενομένης από τον Ιούλιο και όχι από τον Ιούνιο, όπως νομίζουν οι περισσότεροι. Για τις ΗΠΑ και σύμφωνα με το FedWatch Tool, τα πονταρίσματα των επενδυτών υποδηλώνουν πιθανότητα 97,5% να παραμείνουν αμετάβλητα τα επιτόκια τον Μάρτιο και 81,4% να συμβεί το ίδιο και τον Μάιο.
Για τον Ιούνιο, οι πιθανότητες είναι μοιρασμένες, με 49,6% υπέρ της μείωσης και 41% υπέρ της διατήρησης στα τρέχοντα επίπεδα. Πάνω από 80% πιθανότητες να γίνει μία ή δύο μειώσεις έως τον Ιούλιο δίνουν τα πονταρίσματα των επενδυτών.
Όμως έχουμε ξαναπεί ότι το FedWatch Tool απλώς καταγράφει τις προσδοκίες των επενδυτών τη δεδομένη χρονική στιγμή. Δεν αποτελεί πρόβλεψη και όπως διαπιστώθηκε στις αρχές του 2024, το FedWtch Tool έπεσε εντελώς έξω, καθώς έδινε πάνω από 85% πιθανότητα να γίνει η πρώτη μείωση τον Μάρτιο και σήμερα έχουμε φτάσει να μιλάμε για Ιούλιο. Οι αγορές προεξοφλούν τρεις μειώσεις επιτοκίων φέτος ενώ η Goldman Sachs τις ανεβάζει στις τέσσερις.
Παρατηρείται ότι σταδιακά οι αγορές αποκλείουν το σενάριο επιθετικών μειώσεων και αρχίζουν να «χωνεύουν» ακόμα και την πιθανότητα να μη σημειωθεί καμία μείωση φέτος.
Η διαφορά Αμερικής και Ευρώπης είναι ότι η Fed δείχνει να έχει πολλά περιθώρια για να μην προχωρήσει σε κάποια βιαστική κίνηση, σε αντίθεση με την ΕΚΤ που οι οικονομικές συνθήκες μπορεί πολύ σύντομα να την αναγκάσουν να αλλάξει ρότα. Είτε γιατί θα έχει αναθερμανθεί ο πληθωρισμός, είτε γιατί η ύφεση θα έχει βαθύνει και θα βρίσκεται πλέον στο τραπέζι το σενάριο της άμεσης χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής.
Το δυσμενές και απευκταίο για την ΕΚΤ σενάριο είναι να πάρει πάλι την ανιούσα ο πληθωρισμός με τη Γερμανία και τη Γαλλία να βρίσκονται σε ύφεση. Σε αυτή την περίπτωση θα κληθεί να μειώσει επιθετικά τα επιτόκια για δώσει ώθηση στην ανάπτυξη, ρισκάροντας ένα δεύτερο πληθωριστικό κύμα, ή να τα διατηρήσει υψηλά και να αφήσει ουσιαστικά την ύφεση να φέρει νέες ισορροπίες.