Η αφορμή για τη μεγάλη αλλαγή στην ευρωπαϊκή αμυντική πολιτική δόθηκε από τη στάση των ΗΠΑ το 2019, όταν ο τότε Αμερικανός πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ, αύξησε τον αμερικανικό προϋπολογισμό υπέρ των αμυντικών δαπανών, αλλά την ίδια στιγμή απαίτησε από τις χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ να τηρήσουν τη δέσμευση που ανέλαβαν τον Σεπτέμβριο του 2014 και να δαπανούν το 2% του ΑΕΠ τους στην άμυνα, με το 20% να προορίζεται για τον εξοπλισμό.
Έκτοτε οι εξελίξεις ήταν ραγδαίες, με την Ρωσία να εισβάλλει στην Ουκρανία, την κινέζικη επεκτατική πολιτική να μην εκτονώνεται μόνο στο επίπεδο της θαλάσσιας επιρροής και με την αστάθεια στη Μέση Ανατολή να αυξάνεται με εκθετικό ρυθμό.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, δεκαοχτώ από τα τριάντα ένα μέλη του ΝΑΤΟ έχουν ήδη πετύχει τον στόχο του 2% του ΑΕΠ για τις αμυντικές δαπάνες τους φέτος, έναντι μόλις τριών το 2014.
Αν όμως προσθέσουμε στο πλάνο την κλιματική αστάθεια, τις τεράστιες δημογραφικές διαφορές ανά ήπειρο και τις μεταναστευτικές πιέσεις, τη διαμάχη για την πρόσβαση στους ενεργειακούς πόρους, αλλά και την ακόμα μεγαλύτερη διαμάχη που είναι θέμα χρόνου να εκδηλωθεί για πρόσβαση σε καθαρό γλυκό νερό ή στις σπάνιες γαίες, καθώς και την ανάγκη για πρόσβαση στις πιο εξελιγμένες τεχνολογίες που θα οριοθετήσουν τις ισορροπίες στη νέα ψηφιακή εποχή της ΑΙ που αναδύεται, τότε νομοτελειακά η δαπάνη του 2% του ΑΕΠ για την άμυνα είναι μάλλον μόνο η αρχή!
Αν και η Γηραιά Ήπειρος δεν φημίζεται για τα αντανακλαστικά της, ευτυχώς στον τομέα της αμυντικής πολιτικής φαίνεται ότι έχει τις «κεραίες» της έγκαιρα σηκωμένες.
Σε πλήρη εξέλιξη το ενωσιακό πρόγραμμα καινοτομίας στην Άμυνα EUDIS
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή το 2023 ενέκρινε το τρίτο ετήσιο πρόγραμμα εργασίας του Ευρωπαϊκού Ταμείου Άμυνας -ΕΤΑ- με το οποίο διέθεσε 1,2 δισ. ευρώ σε συνεργατικά έργα έρευνας και ανάπτυξης στον τομέα της άμυνας.
Με τα προγράμματα αυτά η Επιτροπή αποδεσμεύει σημαντική χρηματοδότηση για έργα στον τομέα της άμυνας με σκοπό την από κοινού ανάπτυξη στρατηγικών αμυντικών δυνατοτήτων και τεχνολογιών.
Εισήγαγε επίσης έγκαιρα μια σειρά νέων μέτρων για την προώθηση της καινοτομίας στον τομέα της άμυνας στο πλαίσιο του ενωσιακού προγράμματος καινοτομίας στον τομέα της άμυνας, με το ακρωνύμιο EUDIS.
Στο πλαίσιο του EUDIS λοιπόν, έως το 2027, η Επιτροπή αποσκοπεί στην πραγματοποίηση επενδύσεων ύψους έως και 2 δισ. ευρώ στην καινοτομία στον τομέα της άμυνας, που θα ενεργοποιηθούν από το ΕΤΑ.
Η χρηματοδότηση του τομέα όμως δεν σταματάει εδώ. Τον Φεβρουάριο του 2024 η Γενική Διεύθυνση Αμυντικής Βιομηχανίας και Διαστήματος -DEFIS- και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων -EIF- ένωσαν τις δυνάμεις τους για να ενισχύσουν την υποστήριξή τους στην άμυνα και την ασφάλεια της ΕΕ, μέσω μιας νέας πρωτοβουλίας διευκόλυνσης μετοχικού κεφαλαίου στον τομέα της Άμυνας.
Αυτή η πρωτοβουλία φτάνει τα 175 εκατ. ευρώ και στοχεύει στην τόνωση ενός οικοσυστήματος ιδιωτικών κεφαλαίων που επενδύουν στην αμυντική καινοτομία. Αναμένεται να προσελκύσει πρόσθετες ιδιωτικές επενδύσεις στα ταμεία που υποστηρίζει, κινητοποιώντας συνολικά έως και 500 εκατ. ευρώ για τη στήριξη των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων.
Στην ουσία η Επιτροπή ενίσχυσε τη συνεργασία της με το EIF για την υποστήριξη του αεροδιαστημικού και αμυντικού οικοσυστήματος, μια συνεργασία που ξεκίνησε με την έναρξη του Ταμείου CASSINI τον Ιανουάριο του 2022, με στόχο την ενίσχυση των επενδύσεων σε διαστημικές εταιρείες, προκειμένου η Ευρώπη να προάγει την τεχνολογική ανταγωνιστικότητα της και να βελτιώσει την περιφερειακή ασφάλεια της.
Η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας όμως προϋποθέτει και άλλη μια συνισταμένη: αυτή της συγκέντρωσης του αμυντικού κλάδου μέσω διασυνοριακών στρατιωτικών συμμαχιών μεταξύ των αμυντικών κολοσσών της Ευρώπης.
Η επίσημη πλέον ανακοίνωση της κοινοπραξίας μεταξύ της ιταλικής Leonardo και του γερμανικού κολοσσού Rheinmetall είναι μια τέτοια συμμαχία. Στόχος της κοινοπραξίας είναι η συνένωση των παραγωγικών τους δυνάμεων για την κατασκευή αρμάτων μάχης στην Ευρώπη.
Η επιχείρηση θα έχει έδρα τη Ρώμη με κύριο έργο τη βιομηχανική ανάπτυξη και τη μετέπειτα εμπορική προώθηση του νέου ιταλικού κύριου άρματος μάχης και της νέας πλατφόρμας Lynx για το πρόγραμμα Armored Infantry Combat System (AICS) ως μέρος του προγράμματος του Ιταλικού Στρατού για χερσαία συστήματα.
Σχεδιάζεται, επίσης, η ανάπτυξη και παραγωγή άλλων οχημάτων αυτής της οικογένειας, όπως οχήματα περισυλλογής, μηχανικού και γεφυροφόρα.
Και οι δύο εταίροι αναμένουν επίσης τα κοινά τους προϊόντα να παρέχουν εκτεταμένες ευκαιρίες πωλήσεων στις διεθνείς αγορές, δεδομένου ότι μετά τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, οι πωλήσεις στρατιωτικού εξοπλισμού έχουν αυξηθεί εκ νέου.
Σημαντικό είναι ότι οι δύο εταιρείες δεν θα χρειαστεί να δημιουργήσουν νέο παραγωγικό μηχανισμό, καθώς η Leonardo και η Rheinmetall ήδη λειτουργούν μεγάλες εγκαταστάσεις παραγωγής.
Η Rheinmetall και η Leonardo θα είναι ισότιμοι μέτοχοι -50% έκαστος- στη νέα εταιρεία Leonardo Rheinmetall Military Vehicles –LRMV– η οποία θα έχει τη νόμιμη έδρα της στη Ρώμη και το επιχειρησιακό της αρχηγείο στη Λα Σπέτσια. Το 60% των εργασιών θα εκτελούνται στην Ιταλία.
Σύμφωνα δε, με όσα είχαν ήδη προαναγγελθεί στο Μνημόνιο Συνεργασίας τον Ιούλιο, το εγχείρημα περιλαμβάνει παραγγελίες αξίας 8,2 δισ. ευρώ για 132 άρματα μάχης και 140 οχήματα μάχης, που θα αναπτυχθούν και θα παραδοθούν έως το 2037, σύμφωνα με το σχέδιο Εθνικής Άμυνας της Ιταλίας.
H σημασία του deal
Τι σημαίνει αυτό το εγχείρημα για τη Rheinmetall; Σύμφωνα με όσα δήλωσε ο Διευθύνων Σύμβουλός της, Armin Papperger, τα έσοδα από την κοινοπραξία θα μπορούσαν να ανέλθουν έως και 20 δισ. ευρώ μόνο από την Ιταλία.
Υπενθυμίζουμε ότι η γερμανική εταιρεία έχει ήδη δύο κοινοπραξίες στην Ουκρανία - έναν κόμβο κατασκευής και επισκευής αρμάτων μάχης, καθώς και ένα εργοστάσιο πυρομαχικών - ενώ επεκτείνεται και στις ΗΠΑ μέσω της εξαγοράς της αμερικανικής εταιρείας κατασκευής συστημάτων τροχιάς Loc Performance Products για 950 εκατομμύρια δολάρια τον Αύγουστο.
Τι σημαίνει αυτό το εγχείρημα για τη Leonardo και την Ιταλία; Καταρχάς θα επιτρέψει την πλήρη ανανέωση του επίγειου εξοπλισμού του ιταλικού στρατού, συνολικής αξίας που εκτιμάται σε περίπου 22,3 δισεκατομμύρια ευρώ.
Όπως άφησε όμως να εννοηθεί ο Διευθύνων Σύμβουλος, Roberto Cingolani, επιπλέον ανοίγονται νέες επαφές με άλλους ανταγωνιστές, ευρωπαϊκούς και διεθνείς, με ενδεχόμενο πολλοί από αυτούς να ενδιαφερθούν για τεχνολογίες που αναπτύσσει η Leonardo.
Τι σημαίνει αυτό το εγχείρημα για τους Ευρωπαίους; Μια ασφαλέστερη Ευρώπη μέσα από τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού βιομηχανικού πυρήνα που θα αναπτύξει προηγμένες τεχνολογίες που θα τον καταστήσουν ανταγωνιστικό σε διεθνές επίπεδο.
Στην ουσία, η κοινοπραξία της Rheinmetall με τη Leonardo είναι ο πρώτος λίθος στην κατασκευή ενός ευρωπαϊκού αμυντικού χώρου.
Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο διευθύνων σύμβουλος της Leonardo: «Μια ασφαλέστερη Ευρώπη μπορεί να επιτευχθεί μόνο με μεγάλους βιομηχανικούς παράγοντες… Μερικές φορές αυτό σημαίνει να εγκαταλείψουμε κάποια εταιρική κυριαρχία ή να χάσουμε ένα μικρό μερίδιο της εγχώριας αγοράς για να είμαστε ανταγωνιστικοί σε μια παγκόσμια αγορά».
Ο Cingolani έχει απόλυτο δίκιο. Αυτό το έργο στοχεύει να αξιοποιήσει μια ευκαιρία αγοράς τουλάχιστον 50 δισ. ευρώ, δεδομένης της αυξανόμενης παγκόσμιας ζήτησης για στρατιωτικές τεχνολογίες.
Ο CEO της Rheinmetall, Armin Papperger, επεσήμανε ότι τα επόμενα 20 χρόνια η Ευρώπη θα πρέπει να ανανεώσει χιλιάδες χερσαία οχήματα, μερικά από τα οποία είναι ηλικίας 35-50 ετών. Η LRMV στοχεύει να καταλάβει το ήμισυ αυτής της αγοράς, με πιθανή ζήτηση περίπου 2.000 νέων αρμάτων μάχης και 4.000 οχημάτων πεζικού, χωρίς να υπολογίζονται οι απαιτήσεις του ουκρανικού πολέμου. Τα νέα οχήματα θα είναι από τα πιο προηγμένα στον κόσμο, υπερψηφιακά και ικανά να αλληλεπιδρούν με δορυφόρους.
Επιπλέον, η συνεργασία μεταξύ της Leonardo και της Rheinmetall δεν θα περιοριστεί μόνο στα τανκς, αλλά θα επεκταθεί και σε άλλες τεχνολογικές πλατφόρμες, ανοίγοντας νέες ευκαιρίες σε διάφορους τομείς παγκόσμιας ασφάλειας.
Μέσα από αυτό το πρίσμα, πρόκειται για μια εξαιρετική εξέλιξη και για τις δύο εταιρείες.
Aποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.