Πληθωρισμός, ύφεση, γεωπολιτικές εντάσεις αλλά και οι αυξημένες αποτιμήσεις αποτελούν, σύμφωνα με την Deutsche Bank, τους τέσσερις σημαντικούς κινδύνους που απειλούν τις αγορές, παγκοσμίως.
Αν και η πορεία των αγορών το τελευταίο διάστημα είναι θετική, με τον δείκτη S&P 500 να διαμορφώνεται σε ιστορικά υψηλά, τις υπόλοιπες αγορές σε Ευρώπη και Ασία να ακολουθούν ανοδική πορεία τον Σεπτέμβριο, αλλά και τα ομόλογα για πρώτη φορά από το 2010 να σημειώνουν τον πέμπτο συνεχόμενο μήνα κερδών, οι επενδυτές δε φαίνεται ακόμη να έχουν απαλλαγεί από τις φοβίες τους.
Όπως αναφέρουν οι αναλυτές της Deutsche Bank, μετά τη μείωση των επιτοκίων από τη Fed και την EKT, έχουν αρχίσει να αυξάνονται οι φόβοι για μια αναζωπύρωση του πληθωρισμού. Άλλωστε μετά από μια μακρά περίοδο πάνω από το στόχο είναι πολύ πιθανός ένας κίνδυνος ανάκαμψης, ειδικά σε μια περίοδο όπου η νομισματική πολιτική γίνεται λιγότερο περιοριστική και μπορούμε να δούμε ότι η αύξηση της προσφοράς χρήματος αυξάνεται επίσης, επομένως αυτό δεν είναι απλώς μια αφηρημένη ανησυχία.
Για τις αγορές, αυτή η παρατεταμένη επιφυλακτικότητα μπορεί να φανεί κυρίως στην πορεία των τιμών του χρυσού, οι οποίες αποτελούν μια κλασική αντιστάθμιση του πληθωρισμού και κινούνται σε υψηλά όλων των εποχών σε ονομαστικούς όρους. Εν τω μεταξύ, το 2ετές swap πληθωρισμού στις ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 23 μονάδες βάσης τις τελευταίες δύο εβδομάδες, επαναφέροντάς το στα επίπεδα που ήταν λίγο πριν από το sell-off των μετοχών στις αρχές Αυγούστου.
Σε ό,τι αφορά το ενδεχόμενο ύφεσης στις οικονομίες, διεθνώς, οι αναλυτές της Deutsche Bank θεωρούν ότι οι επενδυτές δεν έχουν πειστεί ότι μια «ήπια προσγείωση» της οικονομίας είναι το πιο πιθανό σενάριο. Ως αποτέλεσμα, εξακολουθούν να αξιολογούν γρήγορες μειώσεις επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες, με ρυθμό που συνήθως διαπιστώνεται μόνο σε περιόδους ύφεσης.
Για παράδειγμα, τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης αναμένουν περαιτέρω μειώσεις κατά 190 μονάδες βάσης από τη Fed μέχρι το τέλος του 2025, εκτός των 50 μονάδων της μείωσης της περασμένης εβδομάδας. Αντίθετα, όπως αναφέρει η Deutsche Bank, ο «οδικός χάρτης» της Fed υποδεικνύει μόνο 150 μονάδες βάσης περαιτέρω μειώσεις έως το τέλος του 2025.
Έτσι, τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης εξακολουθούν να τιμολογούν ταχύτερο ρυθμό μειώσεων από ό,τι έχει σηματοδοτήσει η Fed, αντανακλώντας την άποψη ότι οι κίνδυνοι θα μπορούσαν να την αναγκάσουν να κινηθούν με ταχύτερο ρυθμό.
Το θέμα των γεωπολιτικών εξελίξεων εκτός από τις επιπτώσεις στο ενεργειακό και στις αλυσίδες εφοδιασμού, σύμφωνα με τους αναλυτές της Deutsch Bank θα μπορούσε να δημιουργήσει μεγάλη αναταραχή στις τιμές των περιουσιακών στοιχείων, κάτι για το οποίο έχουν επίγνωση οι επενδυτές.
Την περασμένη εβδομάδα και πριν τις νέες εξελίξεις στην προσφορά από τη Σαουδική Αραβία, οι τιμές του αργού πετρελαίου Brent αυξήθηκαν κατά +4,02%, που είναι η μεγαλύτερη εβδομαδιαία άνοδος από τον Απρίλιο. Και στις δύο περιπτώσεις, αυτή η άνοδος ήρθε εν μέσω φόβων ότι οι γεωπολιτικές εντάσεις στη Μέση Ανατολή θα μπορούσαν να κλιμακωθούν περαιτέρω. Πράγματι, οι τιμές του πετρελαίου έφτασαν τα υψηλά έτους τον Απρίλιο ως αποτέλεσμα των αυξανόμενων εντάσεων, και κορυφώθηκαν πάνω από τα 92 δολάρια το βαρέλι. Είναι συγκριτικά χαμηλότερα σήμερα, αλλά εξακολουθούν να έχουν αυξηθεί πάνω από 5 δολ./βαρέλι σε λιγότερο από δύο εβδομάδες.
Από πολλές απόψεις, αυτές οι γεωπολιτικές ανησυχίες συνδέονται επίσης με τον πρώτο κίνδυνο, αυτόν του πληθωρισμού, αναφέρει η Deutsche Bank. Οι γεωπολιτικοί κλυδωνισμοί οδηγούν συχνά σε άνοδο των τιμών των εμπορευμάτων, όπως και έγινε μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, γεγονός που θα έκανε πιο πιθανό τον πληθωρισμό να παραμείνει πάνω από τον στόχο. Αυτό το επεισόδιο το 2022 σήμαινε ότι ο πληθωρισμός έγινε πιο "εδραιωμένος" και η ευρωπαϊκή ανάπτυξη επηρεάστηκε επίσης αρνητικά από το σοκ της προσφοράς.
Οι αποτιμήσεις, ο τέταρτος κίνδυνος για τους επενδυτές, σύμφωνα με την Deutsche Bank παραμένουν σε υψηλά επίπεδα λόγω του ράλι των αγορών.
Το ράλι ήταν αρκετά έντονο φέτος, επισημαίνει η γερμανική τράπεζα. Για παράδειγμα, ο S&P 500 έχει καταγράψει 33 εβδομαδιαίες ανόδους στις τελευταίες 47, που είναι από κοινού το υψηλότερο από το 2004. Και τα αμερικανικά ομόλογα βρίσκονται σε καλό δρόμο για πέμπτο συνεχή μήνα καταγραφής κερδών, για πρώτη φορά από το 2010.
Επί του παρόντος, όπως αναφέρουν οι αναλυτές της Deutsche Bank, ο δείκτης CAPE - γνωστός και ως ο δείκτης τιμής/κέρδη του Shiller ή κυκλικά προσαρμοσμένη τιμή προς κέρδη - βρίσκεται σε ιστορικά υψηλά επίπεδα. Στην πραγματικότητα, οι μόνες άλλες φορές τον περασμένο αιώνα που έφτασε σε αυτά τα επίπεδα ήταν δύο: στη «φούσκα» του dot com και το 2021 έως τις αρχές του 2022. Και τις δύο φορές, συνέβη λίγο πριν από την εμφάνιση ενός bear market για τον S&P 500, καταλήγει η Deutsche Bank.