Νωρίτερα από ότι ήταν αρχικά προγραμματισμένο επιστρέφουν τα αποθέματα χρυσού της γερμανικής κεντρικής τράπεζας από περιοχές, όπως η Νέα Υόρκη και το Παρίσι, σε μια χρονική συγκυρία, όπου η εμπιστοσύνη στο ευρώ υποχωρεί ακόμη και στο εσωτερικό των κρατών - μελών της Ευρωζώνης.
Όπως μεταδίδουν τα ξένα ειδησεογραφικά πρακτορεία, τα αποθέματα συνολικά 3.378 τόνων χρυσού, η αξία των οποίων εκτιμάται στα 120 δισ. ευρώ, είχαν σταλεί για φύλαξη σε ασφαλή καταφύγια μακριά από τη Μόσχα στο αποκορύφωμα του Ψυχρού Πολέμου και συμβολίζουν για τη Γερμανία την οικονομική άνοδο της χώρας και τη σταθερότητά της.
Το κλίμα όμως έχει αλλάξει στη Γηραιά Ήπειρο, όπου η μια κρίση διαδέχεται την άλλη, κάτι που προκαλεί ανησυχίες στο Βερολίνο για τη διατήρηση του χρυσού στο εξωτερικό. Ορισμένες αναλύσεις αναφέρουν ότι ενδέχεται τα αποθέματα αυτά, τα οποία είναι τα δεύτερα μεγαλύτερα αποθέματα παγκοσμίως να χρειαστούν, ώστε να προσφέρουν στήριξη σε ένα γερμανικό μάρκο, εφόσον διαλυθεί η ζώνη του ευρώ.
Η Bundesbank έχει ήδη μεταφέρει συνολικά 583 τόνους χρυσού από τη Νέα Υόρκη και το Παρίσι, ενώ ανακοίνωσε ότι στα σχέδιά της είναι να τα φέρει στη Φρανκφούρτη ως το τέλος του 2017, νωρίτερα από το αρχικό χρονοδιάγραμμα του 2020, ενώ τα υπόλοιπα θα παραμένουν στην Ομοσπονδιακή Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ (FED) και την Τράπεζα της Αγγλίας (Bank of England).
«Ο Trump δεν έχει πυροδοτήσει κάποια συζήτηση σχετικά με τον χώρο αποθήκευσης στις Ηνωμένες Πολιτείες», ανέφερε ο Carl-Ludwig Thiele, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Bundesbank σε συνέντευξη Τύπου. «Έχουμε πολλές συζητήσεις για τον Trump, σχετικά με τις επιπτώσεις της εκλογής του στη νομισματική πολιτική, τα μακροοικονομικά νέα, κλπ, αλλά εμπιστευόμαστε την κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ», εξήγησε.
Με τη Marine Le Pen στη Γαλλία και το Κίνημα των Πέντε Αστέρων στην Ιταλία να πραγματοποιούν εκστρατείες για την έξοδο των χωρών τους από το ευρώ, η εμπιστοσύνη στο κοινό νόμισμα έχει εξασθενήσει. Οι εχθροί του ευρώ αναφέρουν ότι η νομισματική ένωση έχει φέρει λιτότητες, υψηλή ανεργία, χαμηλούς μισθούς και ισχνή ανταγωνιστικότητα, μια κατάσταση που διαιωνίζει την οικονομική δυσπραγία των χωρών και υπολείπεται του βασικού στόχου του κοινού νομίσματος.
Στον αντίποδα, οι Γερμανοί αισθάνονται πως αναγκάζονται να δώσουν χρήματα σε πολλές από τις αδύναμες οικονομίες της Ευρώπης, κάτι που προκαλεί συναισθήματα μίσους.
Σύμφωνα με τον Thiele η Bundesbank δεν έχει σκοπό να επαναπατρίσει περισσότερα από τα μισά αποθέματα χρυσού, κρατώντας τα άλλα μισά σε άλλες χώρες. Εξήγησε επίσης ότι τα σχέδια της Μεγάλης Βρετανίας για την έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχουν επηρεάσει την τράπεζα, καθώς το Λονδίνο παραμένει μία βασική αγορά συναλλαγών του χρυσού και ασφαλές μέρος για την αποθήκευσή του.
Υπενθυμίζεται ότι το 2015 σε μια προσπάθεια της Bundesbank να «σβήσει» τις φήμες ότι κάποια από τα αποθέματα χρυσού ίσωες να μην είχαν επιστρέψει στη Γερμανία, ανακοίνωσε μία λίστα συνολικά 2.300 σελίδων με ράβδους χρυσού, υποσχόμενη αυξημένη διαφάνεια.
Στον Ψυχρό Πόλεμο το 98% του γερμανικού χρυσού φυλάχθηκε στο εξωτερικό, ενώ το 2000 επαναπατρίστηκαν από την Τράπεζα της Αγγλίας συνολικά 931 τόνοι.
Με την ολοκλήρωση του επαναπατρισμού η γερμανική κεντρική τράπεζα θα έχει 1.236 τόνους στη Νέα Υόρκη, 432 τόνους στο Λονδίνο και τους υπόλοιπους στη Φρανκφούρτη.