Αδυνατεί να βγάλει θετική αντίδραση η αμερικανική αγορά πραγματοποιώντας και τη Δευτέρα «ελεύθερη πτώση», σε συνέχεια της χειρότερης εβδομάδας από την οικονομική κρίση του 2008 που ολοκλήρωσε την Παρασκευή.
Ειδικότερα, παρόλο που η συνεδρίαση ολοκληρώθηκε στις 20.15 ώρα Ελλάδος αντί για τις 23.00 λόγω της αργίας της παραμονής των Χριστουγέννων, ο βιομηχανικός δείκτης Dow Jones πρόλαβε να χάσει 653 μονάδες, ολοκληρώνοντας στις 21.792 με απώλειες 2,91%. Παράλληλα κατέγραψε την πέμπτη διαδοχική συνεδρίασή του με απώλειες άνω του 2%, κάτι που είχε να συμβεί από το Σεπτέμβριο του 2011.
Παρόμοια εικόνα εμφάνισαν και οι υπόλοιποι δύο δείκτες, με τον διευρυμένο S&P 500 να καταγράφει επίσης απώλειες 2,7% ή 65 μονάδων ολοκληρώνοντας στις 2.351 μονάδες, ενώ ελαφρώς καλύτερη αντίσταση στις πιέσεις έδειξε ο τεχνολογικός δείκτης Nasdaq, με απώλειες 140 μονάδων ή 2,2% στις 6.192 μονάδες.
Σημειώνεται ότι η προηγούμενη εβδομάδα ολοκληρώθηκε με τον Dow Jones να χάνει συνολικά 6,8% ή 1.655 μονάδες, τον Nasdaq να καταγράφει επίσης τη χειρότερη επίδοσή του από το 2008 με απώλειες 8,4%, ενώ ο S&P υποχώρησε κατά 7,1% καταγράφοντας τη δική του χειρότερη εβδομάδα από το 2011.
Σε μια κίνηση η οποία αντί να κατευνάσει τις ανησυχίες μάλλον δημιούργησε περισσότερες, ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Στίβεν Μνούτσιν, πραγματοποίησε την Κυριακή τηλεφωνικές συνομιλίες με τους επικεφαλής των έξι μεγαλύτερων αμερικανικών τραπεζών.
«Όλες οι τράπεζες επιβεβαίωσαν ότι είναι διαθέσιμη άφθονη ρευστότητα για δανεισμό προς τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις» ανέφερε ανακοίνωση του υπουργείου, σε μια προσπάθεια τονωθεί η εμπιστοσύνη στο αμερικανικό χρηματοπιστωτικό σύστημα εν μέσω αναταραχής.
Ο κ. Μνούτσιν μετά τις συνομιλίες που είχε με τους επικεφαλής των J.P. Morgan Chase, Bank of America, Goldman Sachs, Morgan Stanley, Wells Fargo και Citigroup, σημείωσε ότι «συνεχίζουμε να βλέπουμε ισχυρή οικονομική ανάπτυξη στην αμερικανική οικονομία και εύρωστη δραστηριότητα από τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις».
Ωστόσο, η κίνησή του έφερε στη μνήμη «ημέρες του 2008», όταν οι τραπεζίτες είχαν συσκέψεις με τους τότε ιθύνοντες της κυβέρνησης Μπους στην προσπάθεια να αποφευχθεί γενική χρηματοοικονομική κατάρρευση. Όπως σημείωναν άλλωστε σήμερα αναλυτές, δεν είναι ξεκάθαρο γιατί πραγματοποιήθηκε η επικοινωνία Μνούτσιν με τους τραπεζίτες εφόσον τα προβλήματα της αγοράς εστιάζονται κυρίως σε θέματα εμπορίου και εξωτερικής πολιτικής και όχι πάντως τραπεζικής χρηματοδότησης.
Χαρακτηριστικό είναι ότι στον απόηχο της επικοινωνίας με τον Μνούτσιν οι μετοχές των έξι μεγάλων τραπεζών σημείωσαν σημαντικές απώλειες. Ειδικότερα, η μετοχή της Bank of America υποχώρησε κατά 2,74%, της Citi κατά 1,95%, της Goldman Sachs 2,31%, της JPMorgan Chase 2,16%, της Morgan Stanley 1,78% και της Wells Fargo κατά 2,37%.
Παράλληλα, ο κ. Μνούτσιν επιχείρησε να διασκεδάσει τις εντυπώσεις σχετικά με τα δημοσιεύματα που εμφάνιζαν τον πρόεδρο των ΗΠΑ να σκέφτεται να αποπέμψει τον επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της χώρας. Όπως ανέφερε ο ΥΠΟΙΚ Μνούτσιν, ο Ντόναλντ Τραμπ τον διαβεβαίωσε σε συνομιλία τους ότι παρόλο που διαφωνεί κάθετα με τις κινήσεις του Τζερόμ Πάουελ δεν έχει προτείνει ποτέ την «απόλυσή» του, αλλά και ότι γνωρίζει πως δεν έχει καν την αρμοδιότητα να το κάνει.
Από την πλευρά του όμως, ο πρόεδρος Τραμπ επανήλθε τη Δευτέρα στο ζήτημα εξαπολύοντας νέα επίθεση προς τον κεντρικό τραπεζίτη του, υποστηρίζοντας ότι η Fed συνιστά το μοναδικό πρόβλημα της οικονομίας των ΗΠΑ.
«Δεν νιώθουν την αγορά, δεν καταλαβαίνουν τους απαραίτητους εμπορικούς πολέμους» ανέφερε σε ανάρτησή του στο twitter ο Ντ. Τραμπ, παρομοιάζοντας τη Fed «με δυνατό γκόλφερ που δεν μπορεί να βάλει το μπαλάκι στην τρύπα γιατί του λείπει η ακρίβεια».
The only problem our economy has is the Fed. They don't have a feel for the Market, they don't understand necessary Trade Wars or Strong Dollars or even Democrat Shutdowns over Borders. The Fed is like a powerful golfer who can't score because he has no touch - he can't putt!
— Donald J. Trump (@realDonaldTrump) 24 Δεκεμβρίου 2018
Διαβάστε ακόμα: