Του Απόστολου Σκουμπούρη
Μετά από μια μεγάλη περίοδο παρακμής, συρρίκνωσης, απωλειών, απογοήτευσης και αρνητικών ρεκόρ, όπου το ελληνικό χρηματιστήριο έχασε σχεδόν εξ ολοκλήρου το παγκόσμιο bull market όλων των προηγούμενων χρόνων, ήρθε το 2019 για να αλλάξει άρδην το status quo και να σημάνει την εμφατική «επιστροφή» του ΧΑ.
Τη δεκαετία της κρίσης, οι αποτιμήσεις του ελληνικού χρηματιστηρίου εξαϋλώθηκαν, δεκάδες μετοχές κύλησαν στα ιστορικά χαμηλά τους, οι τράπεζες υπέστησαν ένα πρωτοφανές «ολοκαύτωμα» φτάνοντας να χάνουν το... 99% της αξίας τους! Παράλληλα, η διοίκηση του Χ.Α. προχώρησε σε reverse split στον FTSE 25 και στον τραπεζικό για να μη... μηδενίσουν και να μπορούν να υπολογίζονται στις πράξεις της αγοράς παραγώγων!
Ο Γενικός Δείκτης από τα υψηλά των 5.334 μονάδων του Ιουλίου του 2007, μέσα σε ελάχιστα χρόνια εξαϋλώθηκε, με αποκορύφωμα το Φεβρουάριο του 2016, όταν βρέθηκε στο ιστορικό ναδίρ 29 ετών και στις 420,80 μονάδες, που είναι χαμηλό από τις αρχές του ''90!
Πάνω από 100 εταιρείες αποχώρησαν για διάφορους λόγους από την αγορά, άλλες χρεοκόπησαν, άλλες απορροφήθηκαν από έτερους ομίλους, ενώ μεγάλες ξένες πολυεθνικές «σήκωσαν» τις θυγατρικές τους από την αγορά.
Την ίδια ώρα, νέες εισαγωγές – την τελευταία 10ετία – δεν καταγράφηκαν πλην ελάχιστων εξαιρέσεων, με την αγορά να χάνει σε ειδικό βάρος και εκτόπισμα, καθώς πλέον «ενεργές» μετοχές στο Χρηματιστήριο είναι σχεδόν οι μισές από τις περίπου 150 που θεωρητικά συμμετέχουν στο ταμπλό.
Η ελληνική αγορά προ λίγων ετών υποβιβάστηκε από τις ώριμες στις αναδυόμενες αγορές, με ό,τι συνεπάγεται αυτό για την ποιότητα και το μέγεθος των χαρτοφυλακίων που επιχειρούν επενδυτικά στο Χ.Α.. Επίσης, εδώ και πολλά χρόνια το χρηματιστήριο έχει πάψει να είναι ελκυστικό προς νέες εισαγωγές, ενώ δεν μπορούσε να «τροφοδοτήσει» τις εισηγμένες με νέα κεφάλαια μέσω αυξήσεων κεφαλαίου.
Συνάμα, την τελευταία 4ετία η αγορά βίωσε το πρωτοφανές – για καιρό ειρήνης – κλείσιμο του χρηματιστηρίου για πέντε εβδομάδες, των τραπεζών για τρεις εβδομάδες, καθώς και την «κληρονομιά» των capital controls περίπου για μια 4ετία, κάτι που επέτεινε την επενδυτική «καραντίνα» για τις ελληνικές μετοχές.
Μοιραία η αγορά την περίοδο 2015- 2018 έφτασε να κάνει έχει κάποιους μήνες μέσες συναλλαγές ακόμη και 20 ή 25 εκατ. ευρώ, σε ένα απογοητευτικό σκηνικό που οδήγησε τους χρηματιστές και τους επαγγελματίες της αγοράς σε απόγνωση! (Ευρύτερα βεβαίως, ο χρηματιστηριακός κλάδος έχει αλλάξει την τελευταία 15ετία με το κλείσιμο δεκάδων ΑΧΕ που δεν μπόρεσαν να σταθούν στο νέο περιβάλλον όπου το λεγόμενο retail απέχει από το σύστημα).
Η... αλλαγή του 2019 και η συνέχεια
Με οδηγό τον τραπεζικό κλάδο που από τις 17 Ιανουαρίου 2019 σήμαναν την αρχή του ράλι ανάκαμψης και «επιστροφής», η ελληνική αγορά... γύρισε φέτος, δίνοντας εξαιρετικές αποδόσεις, με το έτος να καθίσταται το κορυφαίο της 20ετίας, καθώς μόνο το (έτσι κι αλλιώς «άρρωστο») 1999 οι αποδόσεις των μετοχών ήταν υψηλότερες!
Το ελληνικό χρηματιστήριο ολοκληρώνει το έτος ευρισκόμενο στην κορυφή του κόσμου από πλευράς αποδόσεων, με το Γενικό Δείκτη να ενισχύεται 50,1% και τον τραπεζικό δείκτη +101,33%!
Το κλείσιμο στις 920 μονάδες της Παρασκευής είναι νέα υψηλά 58 μηνών ή σχεδόν πέντε ετών, καθώς σ'' αυτά τα επίπεδα είχε να βρεθεί από τις 25 Φεβρουαρίου 2015, με την αγορά να «ακυρώνει» σε μια κίνηση μεγάλης σημειολογίας το... πέρασμα του ΣΥΡΙΖΑ (και των ΑΝΕΛ) από την εξουσία.
Παρ'' ότι συγκρίσεις με τις τιμές του Γ.Δ. με το παρελθόν δεν οδηγούν σε απολύτως ασφαλή συμπεράσματα, δεδομένου ότι η σύνθεσή του έχει αλλάξει πολύ τα τελευταία χρόνια, το γεγονός είναι ότι η ελληνική αγορά – παρά το ράλι του 2019 – εξακολουθεί να βρίσκεται κάτω και από τις 1.000 μονάδες και πολύ περισσότερο κάτω από τις 1.350 μονάδες που βρίσκονταν το Δεκέμβριο του 2014, λίγο πριν την πτώση της κυβέρνησης Σαμαρά.
Και ενώ όλα αυτά τα χρόνια διεθνώς έχουν καταγραφεί ιλιγγιώδεις αποδόσεις, σε όλες σχεδόν τις αγορές. Το Χ.Α. ξεκινούσε την «κούρσα» από πολύ χαμηλή βάση και αυτός είναι ένας καλός λόγος που δίνει καλές πιθανότητες για επίσης θετικές επιδόσεις και τη νέα χρονιά.
Και αν κάποια κορυφαία μη τραπεζικά blue chips του Large Cap βρίσκονται ήδη σε ιστορικά υψηλά ή σε πολυετή ρεκόρ (Jumbo, OTE, ΟΠΑΠ, ΓΕΚ Τέρνα, Τέρνα Ενεργειακή, Lamda Development) υπάρχει μια σειρά μετοχών που υστέρησαν – λιγότερο ή περισσότερο – το 2019. Μετοχές όπως Motor Oil, ΕΛΠΕ, Τιτάν, Coca Cola HBC, Πλαίσιο, ΕΧΑΕ, Aegean Airlines, Σαράντης κ.α. έμειναν αρκετά πίσω από το «πάρτι», με αποδόσεις πολύ υποδεέστερες του Γ.Δ. αλλά και του συνόλου της αγοράς.
Παράλληλα, οι τράπεζες, παρά το ράλι του 2019, εξακολουθούν να βρίσκονται κάτω από τις τιμές που έκαναν τις ΑΜΚ το 2016 (πλην της Εθνικής που χθες έπιασε τα 3 ευρώ ξανά), οπότε δύναται και το 2020 να πρωταγωνιστήσουν, όπως συμφωνούν και οι περισσότεροι εγχώριοι αλλά και διεθνείς αναλυτές που θεωρούν (ακόμη) ελκυστικό τον τραπεζικό κλάδο.
Θετικός και ο Δεκέμβριος
To κλείσιμο στις 920 μονάδες αφήνει άριστες τεχνικές παρακαταθήκες για τη συνέχεια, καθώς η αγορά «ασφάλισε» ακόμη περισσότερο το κομβικό επίπεδο των 900 – 910 μονάδων, ξεκινώντας με τους καλύτερους δυνατούς οιωνούς το νέο έτος.
Παράλληλα και ενώ απομένουν δύο συνεδριάσεις έως το φινάλε του έτους, με τη συνεδρίαση της προσεχούς Τρίτης να ολοκληρώνεται δύο ώρες νωρίτερα, το Χ.Α. δείχνει ότι θα κλείσει θετικά και το μήνα Δεκέμβριο, πετυχαίνοντας το ιστορικό ρεκόρ των 11 ανοδικών μηνών σε μια χρονιά, καθώς μόνο ο Αύγουστος (-3,54%) ήταν διορθωτικός!
Είναι εντυπωσιακό ότι το μήνα Δεκέμβριο η αγορά έβγαλε... ανώδυνα δύο αυξήσεις κεφαλαίου (Lamda Development – Briq Properties), με την ΑΜΚ της Lamda να είναι η 4η μεγαλύτερη στην ιστορία του Χ.Α. και όμως η αγορά δεν «στέγνωσε» από ρευστότητα, απεναντίας οι τζίροι ήταν ικανοποιητικοί καθ'' όλη τη διάρκεια του μήνα.
Η δυναμική κίνηση πάνω από τις 900 – 910 μονάδες για το ελληνικό χρηματιστήριο, έρχεται σε μια εποχή με εξελίξεις στις τράπεζες, με σημαντικές ΑΜΚ να έχουν ολοκληρωθεί επιτυχώς, διαρκή ρεκόρ στα ομόλογα, αύξησης της ρευστότητας στις επενδύσεις, σημαντικές επιχειρηματικές εξελίξεις και θετικές αναλύσεις από ξένους οίκους.
Η αλλαγή κυβερνητικής πολιτικής ο κοινός παρανομαστής
Όλα αυτά έχουν κοινό παρανομαστή την αλλαγή της πολιτικής κατάστασης στις 7 του περασμένου Ιουλίου, όπου εκλέχθηκε μια κυβέρνηση φιλική προς τις επενδύσεις, που αμέσως έδωσε «γραμμή» ξεμπλοκαρίσματος κάθε επενδυτικού project που είχε λιμνάσει για λίγο ή περισσότερο καιρό.
Μια κυβέρνηση που γνωρίζει ότι η κρίση δεν έχει παρέλθει και θα παρέλθει μόνο όταν ελκυστούν σημαντικά επενδυτικά κεφάλαια προς την Ελλάδα, ώστε να ανοίξουν δουλειές, να γίνουν έργα, να «κλειδώσουν» deals και να δημιουργηθεί ένα ευρύτερο οικοσύστημα που θα ευνοεί την ιδιωτική πρωτοβουλία και την εισροή κεφαλαίων.
Προς αυτή την κατεύθυνση είναι η απόλυτη στόχευση της κυβέρνησης, με πολλούς υπουργούς να τονίζουν σε κάθε ευκαιρία ότι σκοπός είναι η Ελλάδα να γίνει μια πολύ φιλική προς τις επενδύσεις χώρα.
Η ευρύτερη κινητικότητα που υπάρχει σε πολλά επίπεδα, επιβεβαιώνει ότι η Ελλάδα είναι σε καλό momentum ως προς αυτούς τους στόχους, με το country risk να έχει μειωθεί πάρα πολύ κάτι που επιβεβαιώνουν οι αποδόσεις των ομολόγων, οι «κάνουλες» ρευστότητας για τις ελληνικές επιχειρήσεις έχουν ανοίξει, υπάρχει πληθώρα εκδόσεων ομολόγων, ενώ οι επιχειρήσεις κατεβάζουν θεαματικά το κόστος δανεισμού τους.
Το 2020 λοιπόν έχει όλες τις παρακαταθήκες να είναι ένα επίσης θετικό για την αγορά έτος, ασχέτως αν τα περιθώρια για παρόμοιες με το ''19 αποδόσεις, είναι μικρά. Κυρίαρχο ζητούμενο για την αγορά και το 2020 είναι να ξαναγίνει μοχλός ανάπτυξης της οικονομίας, να γίνει εργαλείο για τις επιχειρήσεις, να μπορεί να «παράγει» ρευστότητα και αξία, να μπορεί να υποστηρίξει αυξήσεις κεφαλαίου αλλά και νέες δημόσιες εγγραφές.