Η δημιουργική ασάφεια του Τζερόμ Πάουελ
AP Photo
AP Photo

Η δημιουργική ασάφεια του Τζερόμ Πάουελ

Mε απόλυτα αναμενόμενο τρόπο ολοκληρώθηκε χθες η διήμερη συνεδρίαση της Fed, με την Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ να διατηρεί αμετάβλητα τα επιτόκια στο 5,25% με 5,5% και να στέλνει ένα έμμεσο –αλλά όχι ξεκάθαρο- σήμα ότι θα μπορούσε να ξεκινήσει τη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής ίσως τον Σεπτέμβριο.

«Έχει καταγραφεί περαιτέρω πρόοδος προς τον στόχο του 2% για τον πληθωρισμό» ήταν η χαρακτηριστική φράση στην ανακοίνωση της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Ανοικτής Αγοράς -FOMC-  υποδεικνύοντας ότι αν και αργή, η σταθερή πτώση του πληθωρισμού τους τελευταίους μήνες έχει δημιουργήσει ισχυρή συναίνεση στα μέλη της Επιτροπής ότι η μάχη κατά της αύξησης των τιμών έχει φτάσει σε ένα σχετικά ικανοποιητικό επίπεδο.

Η αγορά «διυλίζοντας» την ορολογία της ανακοίνωσης της Fed έμεινε ικανοποιημένη από:

  •  τον χαρακτηρισμό του πληθωρισμού ως «κάπως αυξημένο » και όχι «αυξημένο» σύμφωνα με την ανακοίνωση της προηγούμενης συνεδρίασης και 
  •  την απόσυρση της φράσης «επιδεικνύει [η Fed] ιδιαίτερη προσοχή στα πληθωριστικά ρίσκα» και την αντικατάσταση της με την φράση ότι «επιδεικνύει προσοχή στα ρίσκα και από τις δύο πλευρές της διττής εντολής της».

Παρά τις ενθαρρυντικές αυτές αλλαγές στη ρητορική της, η Fed διατήρησε αμετάβλητη τη βασική αναφορά της ως προς τις προθέσεις της: «Η Επιτροπή δεν αναμένει ότι θα είναι σκόπιμο να μειωθεί το εύρος στόχου έως ότου αποκτήσει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη ότι ο πληθωρισμός κινείται σταθερά προς το 2%». 

Η παραπάνω φράση δεν δίνει το ξεκάθαρο σήμα που περίμενε η αγορά, ότι η Fed θα μειώσει τα επιτόκιά της στην επόμενη συνεδρίασή της τον Σεπτέμβριο, όμως στην καθιερωμένη συνέντευξη τύπου ο επικεφαλής της Fed δεν το απέκλεισε κιόλας, δηλώνοντας ότι «μια μείωση του επιτοκίου πολιτικής μας θα μπορούσε να τεθεί επί τάπητος ήδη από την επόμενη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου».

Η αντίδραση των αγορών υπέδειξε ότι η επενδυτική κοινότητα ήταν προετοιμασμένη για μια σχετική ασάφεια όσον αφορά τον χρόνο έναρξης της αλλαγής νομισματικής πολιτικής από τη Fed. (σ.σ: Περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ). 

Κάτι λογικό αν σκεφτούμε ότι η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ είναι αντιμέτωπη με μια εξαιρετικά ιδιόρρυθμη συγκυρία με αντικρουόμενες μακροοικονομικές μετρήσεις οι οποίες παραπέμπουν περισσότερο σε παλλιροϊκά κύματα παρά σε μια «μπουνάτσα». O ίδιος ο Πάουελ άλλωστε χθες δεν δίστασε να χαρακτηρίσει την τρέχουσα οικονομία ως «ιστορικά ασυνήθιστη»!

Γιατί ο Πάουελ άφησε το «παράθυρο ανοικτό»

Από τη μια το ΑΕΠ των ΗΠΑ κατέγραψε ετήσιο ρυθμό αύξησης 2,8% το δεύτερο τρίμηνο, πολύ πάνω από τις προσδοκίες εν μέσω ώθησης από τις κρατικές και καταναλωτικές δαπάνες, με τις τελευταίες να αυξάνονται το δεύτερο τρίμηνο κατά 2,3%, αρκετά υψηλότερα από το 1,5% του πρώτου τριμήνου.

Τα στοιχεία αυτά οδήγησαν την προηγούμενη Πέμπτη τον Μπάιντεν στην πανηγυρική δήλωση ότι η τελευταία έκθεση για το ΑΕΠ «καθιστά σαφές ότι τώρα έχουμε την ισχυρότερη οικονομία στον κόσμο...Δημιουργήσαμε σχεδόν 16 εκατομμύρια θέσεις εργασίας, οι μισθοί αυξάνονται και ο πληθωρισμός μειώνεται».

Παρά τον σταθερό ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης όμως και τις ανθεκτικές καταναλωτικές δαπάνες, οι προοπτικές για το δεύτερο εξάμηνο του έτους δεν πρέπει να θεωρηθούν δεδομένες.

Ο Πάουελ μάλιστα δεν δίστασε χθες να ξεκαθαρίσει ότι η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ παραμένει σε εγρήγορση για τα σημάδια μιας δυνητικά απότομης ύφεσης, καθώς τέτοιες ανατροπές «έχουν συμβεί μέσα στην ιστορία».

Πράγματι, βάση των δεδομένων, το σενάριο αυτό δεν μπορεί να αποκλεισθεί. Το ποσοστό αποταμίευσης είναι πολύ χαμηλότερο από τον μέσο όρο πριν από την πανδημία και τα επίπεδα του χρέους των πιστωτικών καρτών έχουν πάρει την ανιούσα. Την ίδια στιγμή τα έσοδα του κράτους και της τοπικής αυτοδιοίκησης επιβραδύνονται. Αμφότερες οι δύο αυτές συνθήκες είναι θέμα χρόνου να διαβρώσουν τις δαπάνες.

Πόσο μάλλον από τη στιγμή που τα νοικοκυριά και οι μικρές επιχειρήσεις βλέπουν να εξαντλούνται τα ταμειακά τους αποθέματα σε μια εποχή που η εξυπηρέτηση των χρεών έχει γίνει πολύ πιο δαπανηρή.

Τα στοιχεία για τις θέσεις εργασίας που δημοσιεύθηκαν την Τετάρτη υπαινίσσονται με τη σειρά τους επιβράδυνση της οικονομίας. Η ανάπτυξη των ιδιωτικών θέσεων εργασίας επιβραδύνθηκε περαιτέρω τον Ιούλιο, καθώς ο ρυθμός αύξησης των μισθών έπεσε σε χαμηλό τριών ετών, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της ADP . 

Η αγορά εργασίας επιβραδύνεται λοιπόν, γεγονός που θα επηρεάσει τα μισθολογικά κέρδη, ενώ το ποσοστό ανεργίας στο 4,1% - από το 3,4% τον Ιανουάριο του 2023 - απέχει πολύ από αυτό που οι οικονομολόγοι θεωρούν ως ποσοστό πλήρους απασχόλησης. 

Μάλιστα αυτή την εβδομάδα ο πρώην πρόεδρος της Fed της Νέας Υόρκης Bill Dudley έγραψε ένα άρθρο του Bloomberg με τον τίτλο «Άλλαξα γνώμη», επικαλούμενος την αποκλιμάκωση των τιμών μέσα από το πρίσμα των εξελίξεων στην αγορά εργασίας, τονίζοντας τον λεγόμενο «Κανόνα του Σαμ». Πρόκειται για τον οικονομικό δείκτη σύμφωνα με τον οποίο εάν το ποσοστό ανεργίας αυξηθεί κατά 0,5 ποσοστιαίες μονάδες από το χαμηλό του σημείο τους προηγούμενους 12 μήνες, τότε έρχεται ύφεση.

Επί του παρόντος βέβαια απέχουμε από τον «Κανόνα του Σαμ» καθώς η ανεργία είναι 0,43 ποσοστιαίες μονάδες από το χαμηλό της περασμένης χρονιάς, οι ρωγμές όμως της αγοράς εργασίας είναι εμφανείς.

Η υψηλότερη ανεργία με τη σειρά της οδηγεί νομοτελειακά σε ασθενέστερη αύξηση των μισθών, κάτι που εκ των πραγμάτων συνδέεται με τα επίπεδα της κατανάλωσης. 

Όλα αυτά στηρίζουν τις προσπάθειες της Fed να μειώσει τον πληθωρισμό και η διαφοροποίηση στη γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε χθες ήταν μια έμμεση αναγνώριση από τον Πάουελ ότι τα νοικοκυριά και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις δεν μπορούν να αντέξουν για πολύ καιρό ακόμα τις επιπτώσεις μιας υπερβολικά περιοριστικής πολιτικής της Fed, ειδικά όταν οι επιπτώσεις των υψηλότερων επιτοκίων δεν έχουν ακόμη απορροφηθεί πλήρως από την οικονομία. 

Έπρεπε λοιπόν να «αφήσει το παράθυρο ανοικτό» των μειώσεων επιτοκίων και αυτό το παράθυρο αναγνώρισαν χθες τόσο η Wall όσο και οι αγορές των ομολόγων με την απόδοση του αμερικανικού 10ετούς να υποχωρεί στο 4,07% και την αμερικανική διετία στο 4,2920%.

Γιατί ο Πάουελ δεν ήταν πιο συγκεκριμένος

Ο χαμηλότερος πληθωρισμός βοήθησε να ανοίξει το θέμα αναφορικά με τη μείωση των επιτοκίων της Fed από το φθινόπωρο, όμως η αλήθεια είναι ότι η πρόοδος της αποκλιμάκωσης του είναι βασανιστικά αργή, ενώ την ίδια στιγμή τα επιμέρους στοιχεία δείχνουν επίμονες πιέσεις, ειδικά στον τομέα της στέγασης. 

Όμως όπως περιγράψαμε πιο πάνω, η αποδυνάμωση του Αμερικανού καταναλωτή έχει σχεδόν ωριμάσει, κάτι που θα έπρεπε να κάνει τη Fed πιο αισιόδοξη για τη μελλοντική πορεία των τιμών και άρα πιο χαλαρή στο να δώσει χθες ένα ξεκάθαρο σήμα χαλάρωσης της νομισματικής της πολιτικής. 

Γιατί λοιπόν τόση επιφυλακτικότητα;

  • Παρά το γεγονός ότι ο προτιμώμενος δείκτης της Fed για τον πληθωρισμό, που είναι οι δαπάνες προσωπικής κατανάλωσης, δείχνει πληθωρισμό περίπου 2,5% ετησίως, κάποιοι άλλοι δείκτες υποδηλώνουν ότι είναι ελαφρώς υψηλότερος.
  • Οι δομικοί λίθοι του κύματος του πληθωρισμού που πλήττει τα τελευταία χρόνια την οικονομία εδράζονται πρωτίστως στην πλευρά της προσφοράς και κατά δεύτερο λόγο στην πλευρά της ζήτησης. 

Με τις γεωπολιτικές εντάσεις να χειροτερεύουν συνεχώς και με το μεγαλύτερο μέρος της ατζέντας του Ντόναλτ Τραμπ που προπορεύεται στις δημοσκοπήσεις να συγκλίνει όπως εξηγήσαμε χθες σε ένα νέο πληθωριστικό σενάριο για μια μεγάλη γκάμα προϊόντων, η συνθήκη αυτή δεν φαίνεται να αλλάζει.

Όπως πολύ σωστά σημείωσε λοιπόν ο Mohamed El Erian σε πρόσφατο άρθρο του, η επιφυλακτικότητα της Fed να μειώσει τα επιτόκια οφείλεται εν μέρει στην έλλειψη εμπιστοσύνης ότι ο πληθωρισμός θα συνεχίσει να μειώνεται στο στόχο του 2% και στον φόβο ότι ίσως εγκατασταθεί σε ένα σταθερό επίπεδο πέριξ του 2,5% - 3%. 

Χθες θα μπορούσαμε να πούμε ότι επαληθεύτηκε, καθώς ο Πάουελ επανέλαβε ουκ ολίγες φορές τη λέξη «εμπιστοσύνη» όσον αφορά τη καθοδική πορεία του πληθωρισμού.

Η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ λοιπόν καλείται να ισορροπήσει μεταξύ της επιλογής να διατηρήσει περιοριστική τη νομισματική πολιτική προκειμένου να αυξήσει τις πιθανότητες να μην εγκατασταθεί ο πληθωρισμός σε ένα αισθητά υψηλότερο επίπεδο του 2% και της επιλογής να μειώσει τα επιτόκια πριν προκληθεί σημαντική ζημία στην απασχόληση και την οικονομία. 

Μέσα από αυτό το πρίσμα κατανοούμε τη διπλωματική ασάφεια με την οποία χειρίστηκε την καθιερωμένη συνέντευξη τύπου ο επικεφαλής της Fed, χρησιμοποιώντας φράσεις όπως «η μείωση των επιτοκίων θα μπορούσε να είναι στο τραπέζι της συνεδρίασης του Σεπτεμβρίου» ή «η ευρεία αίσθηση της Επιτροπής είναι ότι η οικονομία κινείται πιο κοντά στο σημείο στο οποίο θα ήταν σκόπιμο να μειώσουμε το επιτόκιο πολιτικής μας». Τουτέστιν φράσεις που αφήνουν όλα τα ενδεχόμενα ανοικτά. 

Όπως κατέληξε λοιπόν και ο Τζερόμ Πάουελ:«Το ερώτημα θα είναι αν το σύνολο των δεδομένων, οι εξελισσόμενες προοπτικές και η ισορροπία των κινδύνων συνάδουν με την αύξηση της εμπιστοσύνης για τον πληθωρισμό και τη διατήρηση μιας σταθερής αγοράς εργασίας…Εάν ικανοποιηθεί αυτό το τεστ, μια μείωση του επιτοκίου πολιτικής μας θα μπορούσε να τεθεί επί τάπητος ήδη από την επόμενη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου».

Οι αγορές χθες επέλεξαν να στοιχηματίσουν ότι το παραπάνω τεστ θα ικανοποιηθεί.

Aποποίηση Ευθύνης

Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.