Σύμφωνα με τις αναλύσεις τις ΕΚΤ, η παγκόσμια οικονομία ανέκαμψε από την ύφεση που προκλήθηκε από την πανδημία γρηγορότερα από το αναμενόμενο. Συνακόλουθα, οι μεγάλες αγορές διεθνώς έχουν ήδη ξεπεράσει τα επίπεδα πριν από την πανδημία και οι μικρότερες τα πλησιάζουν.
Κάτι που ενισχύεται και από την πεποίθηση ότι ωφελούνται από τις ευνοϊκές συνθήκες χρηματοδότησης εν μέσω ισχυρής στήριξης της νομισματικής πολιτικής, καθώς δημιουργείται το κατάλληλο κλίμα για διάχυση της ρευστότητας, συνυπολογίζοντας και τη μείωση του συστημικού κινδύνου λόγω της προστατευτικής ομπρέλας των θεσμών.
Έτσι, τα ισχύοντα μέτρα δημοσιονομικής στήριξης και η παράλληλη χαλαρή νομισματική πολιτική αποτελούν το κοκτέιλ ισχυρών αποδόσεων, κάτι που προφανώς αποτυπώνεται ήδη στις τιμές των εισηγμένων.
Ωστόσο, η ανάκαμψη της παγκόσμιας κατανάλωσης, υποστηριζόμενη από φορολογικά μέτρα για την ενίσχυση του εισοδήματος και τη διατήρηση των θέσεων εργασίας, συνεχίζει να καθυστερεί, καθώς τα ισχύοντα μέτρα περιορισμού επηρεάζουν κλάδους της οικονομίας που σχετίζονται με φυσική παρουσία (λ.χ. τουρισμός ή εξειδικευμένες υπηρεσίες).
Το πραγματικού ΑΕΠ σε παγκόσμιο επίπεδο (εκτός της ζώνης του ευρώ) ανέκαμψε έντονα, κατά 7,4%, το τρίτο τρίμηνο του 2020, 70 μ.β. περισσότερο από ό,τι αναμενόταν στις μακροοικονομικές προβλέψεις του Δεκεμβρίου 2020, ενώ ακόμα εντονότερο ήταν το φαινόμενο στις αναδυόμενες οικονομίες.
Μετά από αυτήν την ανάκαμψη σε σχήμα V, η ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας αναμένεται να συνεχιστεί στο τέταρτο τρίμηνο του 2020 με ισχυρό αλλά πιο μέτριο ρυθμό 2,1%, ο οποίος πάντως είναι ακόμα ισχυρότερος από ό,τι στις προηγούμενες προβλέψεις.
Τα παραπάνω θετικά δεδομένα συνοδεύτηκαν από τη γενικότερη ανησυχία για τον ρυθμό εμφάνισης κρουσμάτων, κάτι που τίθεται επί τάπητος από εδώ και στο εξής και αφορούν κυρίως στην επικινδυνότητα στις δομές του κοινωνικού ιστού και το σύστημα υγείας.
Πέραν αυτού και σε καθαρά μακροοικονομικό επίπεδο, παρατηρήθηκε ετερογένεια μεταξύ τομέων και χωρών στη διάχυση της ανάπτυξης, συμπέρασμα που εξάγεται από τη σύγκριση των δεικτών παραγωγής PMI (Purchasing Managers Index) παγκοσμίως.
Σε κάθε περίπτωση, λαμβάνοντας υπόψη και το θετικά διαμορφούμενο κλίμα, η μεσοπρόθεσμη πορεία στα χρηματιστήρια έχει πιθανότητες να είναι ανοδική, ειδικά εφόσον διατηρούνται τα υφιστάμενα δεδομένα, και βάσει κλαδικής ανάλυσης, ενδέχεται να ακολουθήσουν υπεραποδόσεις στους κλάδους τεχνολογίας και ενέργειας.
Τέλος, δεδομένης της αναζωπύρωσης του κλάδου κατασκευών, η αγορά ακινήτων φαίνεται να απασχολήσει τα επόμενα έτη, ωθούμενη από την ανάπλαση ζωτικών σημείων ή/και την αντιστάθμιση από τους νέους όρους τηλεργασίας και τηλεκπαίδευσης.
Η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ αντισταθμίζει την αργοπορία των εμβολιασμών
Την ίδια ώρα οι αναλυτές της ΕΚΤ στη χθεσινή τακτική δημοσίευση αποτελεσμάτων εξέφρασαν την ανησυχία τους για τη διαδικασία του μαζικού εμβολιασμού και τη συνακόλουθη αποτελεσματικότητά της. Παρ' όλες τις προσπάθειες για στήριξη των οικονομιών των κρατών - μελών με την ευρύτατη δημοσιονομική στήριξη, παραμένει δυσεπίλυτο το ζήτημα της εξάπλωσης του ιού και των μεταλλάξεων του σε όλο και μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού, κάτι που μπορεί εύκολα να οδηγήσει σε κατάρρευση των κοινωνικών δομών.
Οι οικονομικές εκθέσεις κάνουν λόγο αρχικά για σημαντικότατη ανάκαμψη της παγκόσμιας ζήτησης. Τούτο επιβεβαιώνεται τόσο από τα μακροοικονομικά δεδομένα των δύο τελευταίων τριμήνων όσο και από τη συμπεριφορά στις αγορές, τουλάχιστον της Ευρώπης, οι οποίες φαίνεται να έχουν ήδη προεξοφλήσει αφενός την αποσόβηση εκτροχιασμού της πανδημίας, αφετέρου τη συνέχιση της δυνατής οικονομικής μεγέθυνσης.
Το τελευταίο έρχεται σε άμεση συσχέτιση με τον συνδυασμό της χαλαρής νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ και της προαναφερθείσας δημοσιονομικής στήριξης, και μάλιστα σε μεγέθη που δεν έχουν εμφανιστεί στο παρελθόν: η Κεντρική Τράπεζα κάνει λόγο για άνω των 20 δις ευρώ επαναγορές και η ΕΕ έχει δεσμευτεί για κάτι λιγότερο από 2 τρισεκατομμύρια ευρώ σε βάθος επταετίας, με τα 750 δισεκατομμύρια να είναι άμεσα διαθέσιμα εν μέσω πανδημίας.
Έτσι, τα μηδενικά επιτόκια και η παντελής έλλειψη πληθωριστικών πιέσεων, δημιουργεί πρόσφορο έδαφος για επενδύσεις, οι οποίες πρόκειται να αποδώσουν τα μέγιστα μόλις η εξάπλωση του ιού απορροφηθεί και ξεκινήσει η αντίστροφη πορεία προς την κατανάλωση.
Δεν πρέπει να αμελείται εξάλλου ότι οι δηλώσεις της Προέδρου Λαγκάρντ περί αύξησης του πληθωρισμού, όπως η ίδια τόνισε, αφορούν στο πεδίο της ενέργειας, κάτι που ούτως ή άλλως παρατηρήθηκε στο ταμπλό του Σικάγο (λ.χ, το πετρέλαιο 3πλασίασε την τιμή του από τα χαμηλά της περιοχής των 20 δολαρίων ανά βαρέλι). Όμως, η αύξηση αυτή δεν ήταν παρά η διόρθωση στη στρέβλωση τιμών λόγω κρίσης, και όχι σε πραγματική μακροπρόθεσμη προσαρμογή των τιμών του πετρελαίου.
Τέλος, προς επίρρωσιν όλων, οι αναλυτές εξέφρασαν κατ’ απόλυτο τρόπο ότι οι προβλέψεις για τον πληθωρισμό σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα παραμένουν αμετάβλητες και σίγουρα υπέρ του σεναρίου ότι θα παραμείνουν κάτω από τον τιθέμενο στόχο του 2%.
Επομένως, δεν υφίσταται λόγος ανησυχίας στο εγγύς μέλλον, ειδικά αναφερόμενοι στην εκ νέου δέσμευση για επαναγορά χρέους υπό το πρόγραμμα PEPP για το επόμενο –τουλάχιστον- τρίμηνο. Μένει λοιπόν να δούμε αν θα μεταβληθούν τα δεδομένα από το καλοκαίρι και μετά, καθώς οι εκθέσεις αφήνουν ένα παραθυράκι μεταστροφής της χαλαρής νομισματικής πολιτικής λόγω των πρόσφατων μαζικών πωλήσεων ομολόγων στη δευτερογενή αγορά, άρα και αύξηση των αποδόσεων. Έως τότε, όλα βαίνουν καλώς.