Μέχρι πότε θα ανεβαίνουν οι αγορές
Shutterstock
Shutterstock
Μετοχές - Ομόλογα

Μέχρι πότε θα ανεβαίνουν οι αγορές

Οι τελευταίες συνεδριάσεις στη Wall επαληθεύουν το γεγονός ότι  διανύουμε τη φάση όπου τα ελαφρώς κακά νέα για την οικονομία είναι αρκετά καλά νέα για τα χρηματιστήρια, καθώς διατηρούν ζωντανή την προσδοκία ότι θα «γλυτώσουμε» περαιτέρω αυξήσεις επιτοκίων. (σ.σ: Σχετική ανάλυση μπορείτε να διαβάσετε εδώ)

Μια προσδοκία που οδήγησε τον S&P500 στη διάσπαση των 4490 μονάδων πριν καν βγουν τα στοιχεία προσωπικών δαπανών  Ιουλίου στις ΗΠΑ –PCE- μακροοικονομικό στοιχείο στο οποίο η Fed δίνει ιδιαίτερη σημασία για τις αποφάσεις νομισματικής πολιτικής, καθώς αποτελεί το προτιμώμενο μέτρο  της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ για τον πληθωρισμό.

Η Wall Street παρέμεινε συντονισμένη στην επιβράδυνση που κατέδειξαν τα μέχρι στιγμής μακροοικονομικά στοιχεία της εβδομάδας, προεξοφλώντας μέσα από μια εντυπωσιακή άνοδο ότι η μακροοικονομική εικόνα θα έχει νομοτελειακά αντίκτυπο και στις τιμές, ενισχύοντας τις πιθανότητες  η Fed να είναι κοντά στην ολοκλήρωση του ανοδικού κύκλου των επιτοκίων.

Το πρώτο στοιχείο που εκτόξευσε τον S&P500 ήταν η υποχώρηση του  δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης  τον Αύγουστο στο χαμηλό των 106,1, μονάδων, έναντι των 114 μονάδων του Ιουλίου και των εκτιμήσεων για μέτρηση πέριξ των 116 μονάδων. 

Αν και η μέτρηση παρέμεινε ελαφρώς υψηλότερα του μέσου όρου δώδεκα μηνών στις 105,8 μονάδες, εντούτοις  δημιουργεί προσδοκίες ότι ο Αμερικανός καταναλωτής αρχίζει να «κόβει ταχύτητα» και έτσι αυξάνονται οι πιθανότητες να κόψει ταχύτητα και ο πληθωρισμός.

Ο  δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης είναι ένα πολυπαραγοντικό και ιδιαίτερα αποκαλυπτικό στατιστικό μέγεθος, καθώς  αποτυπώνει τις τάσεις στην κατανάλωση, συνυπολογίζοντας την προσδοκώμενη ατομική και συνολικότερη οικονομική κατάσταση σε συνδυασμό με την ανεργία και την ικανότητα αποταμίευσης των νοικοκυριών.

Η επιβράδυνση του λοιπόν είναι ένα ενθαρρυντικό στοιχείο για μια Κεντρική Τράπεζα που επιθυμεί την αποθέρμανση της οικονομίας και την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού.

Οφείλουμε όμως να σημειώσουμε ότι οι προσδοκίες αυτές θα είχαν συντριπτικές πιθανότητες επαλήθευσης αν ο πληθωρισμός προερχόταν κυρίως από το μέτωπο της ζήτησης. Στην παρούσα περίπτωση, δυστυχώς οι πιθανότητες να τη «γλυτώσουμε» με μια ήπια επιβράδυνση είναι μάλλον 50/50, ίσως και λιγότερο, καθώς ο πληθωρισμός που μαστίζει την παγκόσμια οικονομία ξεκίνησε από τις δυνάμεις της προσφοράς και συνεχίζει να τροφοδοτείται από αυτές. (σ.σ: Περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ και εδώ).

Όπως και να έχει, σήμερα θα πάρουμε μια πρώτη αίσθηση για την πορεία του πληθωρισμού από τα στοιχεία PCE στις ΗΠΑ και από το επίπεδο του πληθωρισμού για το σύνολο της Ευρωζώνης. 

Τα στοιχεία πάντως που βγήκαν χθες για τον πληθωρισμό στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης τη Γερμανία αλλά και για την Ισπανία, μάλλον συντάσσονται με την άποψη ότι από τη στιγμή που ο πληθωρισμός τροφοδοτείται κυρίως από τις δυνάμεις της προσφοράς, η αντιστροφή της πορείας του μπορεί να μην αποδειχθεί και τόσο απλή υπόθεση.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευτηκαν χθες, ο πληθωρισμός στα τέσσερα από τα έξι μεγάλα γερμανικά κρατίδια αυξήθηκε. Ειδικότερα, στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία, το κρατίδιο με τον μεγαλύτερο πληθυσμό στη χώρα, ο ετήσιος πληθωρισμός ενισχύθηκε στο 5,9% τον Αύγουστο από 5,8% τον προηγούμενο μήνα. Μόνο η  Βαυαρία και η Έσση έδειξαν ελάχιστη επιβράδυνση του ετήσιου πληθωρισμού στο 5,9% και 6,0%, αντίστοιχα.

Τα προκαταρκτικά στοιχεία που ανακοινώθηκαν επίσης χθες για την Ισπανία έδειξαν ότι ο ετήσιος πληθωρισμός ενισχύθηκε στο 2,6% τον Αύγουστο από 2,3% τον Ιούλιο. 

Αποθερμαίνεται η αγορά εργασίας-χαμηλότερη η ανάπτυξη

«Θετικά»  αρνητικά είναι μέχρι στιγμής και τα νέα από την αγορά εργασίας των ΗΠΑ.

Οι  ανοιχτές θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ διαμορφώθηκαν σε χαμηλό από τον Μάρτιο του 2021, στα 8,8 εκατ. έναντι εκτιμήσεων για 9,5 εκατ. Η είδηση την Τρίτη εκτόξευσε τον S&P 500 σε άνοδο άνω του 1%. 

Χθες ανακοινώθηκε ότι επιβράδυνε σημαντικά τον Αύγουστο ο ρυθμός αύξησης της απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα των ΗΠΑ, σε μια νέα ένδειξη ότι οι επιθετικές αυξήσεις των αμερικανικών επιτοκίων για πάνω από ένα χρόνο από την Fed έχουν αρχίσει επιτέλους να επιβαρύνουν την αγορά εργασίας. 

Ειδικότερα, οι αμερικανικές επιχειρήσεις πρόσθεσαν άλλες 177.000 θέσεις εργασίας τον Αύγουστο από την ανοδικά αναθεωρημένη μέτρηση των 371.000 θέσεων τον προηγούμενο μήνα. Οι μέσες εκτιμήσεις των αναλυτών ήταν για 195.000 θέσεις εργασίας, ενώ υπενθυμίζουμε ότι η αρχική μέτρηση του Ιουλίου ήταν στις 324.000 θέσεις.  

Τα ανωτέρω στοιχεία για την αγορά εργασίας τροφοδότησαν ηπιότερες αποδόσεις στη λήξη κρατικών ομολόγων και επέτρεψαν να συνεχιστεί η ανάκαμψη στη Wall, με το ενδιαφέρον να εστιάζεται μεθαύριο  στα στοιχεία απασχόλησης Αυγούστου. 

Στοιχεία επιβράδυνσης είχαμε και από τον  δείκτη τιμών κατοικιών FHFA, ο οποίος  κατέγραψε σε μηνιαία βάση τον Ιούνιο αύξηση μικρότερη (0,3%, Μάιος: 0,7%) της αναμενομένης (0,6%), ενώ  το αποκορύφωμα των  «κακών=καλών» νέων ήταν ότι η ανάπτυξη της αμερικανικής οικονομίας για το β' τρίμηνο αναθεωρήθηκε χαμηλότερα στο 2,1% σύμφωνα με τη δεύτερη εκτίμηση, αντί για 2,4% που είχε ανακοινωθεί προηγουμένως.

«Κόντρα» οιωνοί από πετρέλαιο και τρόφιμα

Και ενώ είμαστε μια ανάσα πριν τα στοιχεία του πληθωρισμού, οι τιμές του Brent ξεπέρασαν και πάλι τα 85 δολάρια/βαρέλι λόγω της μεγαλύτερης των εκτιμήσεων υποχώρησης των αποθεμάτων πετρελαίου σύμφωνα με τα στοιχεία του Αμερικανικού Ινστιτούτου Πετρελαίου. 

Ανοδικά επηρεάζει επίσης την τιμή η ανησυχία για τυφώνα στον Κόλπο του Μεξικού, καθώς αναμένεται να επηρεάσει προσωρινά την προσφορά πετρελαίου. Και όλα αυτά με την Κίνα να εμφανίζει μειωμένη ζήτηση, καθώς ακόμα προσπαθεί να βρει τον βηματισμό της στη μετα-Covid-19 εποχή.

Οι ενδείξεις δεν είναι καλύτερες από το μέτωπο των τροφίμων. Από τον Ιούλιο, όταν κατέρρευσε η σχετική συμφωνία Ουκρανίας-Ρωσίας,  οι τιμές των δημητριακών έχουν αρχίσει να αυξάνονται. 

Δεδομένου ότι από τα δημητριακά εξαρτώνται οι τιμές στις ζωοτροφές, αλλά και πολλά από τα συστατικά των τροφίμων, η άνοδος αυτή θα διαχυθεί σε ένα μεγάλο εύρος προϊόντων, ενώ την ίδια στιγμή ας μην ξεχνάμε ότι ο περιορισμός των ινδικών εξαγωγών ρυζιού επωάζουν αυξήσεις σε ένα από τα βασικά προϊόντα του καλαθιού της νοικοκυράς.

Επιπλέον, η  αστάθεια του καιρού στις αρχές του καλοκαιριού και οι πυρκαγιές στη συνέχεια έχουν επηρεάσει σε πολλές χώρες την παραγωγή  σε λαχανικά και φρούτα εποχής, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις  τιμές, ενώ η κακή  παραγωγή σε Ιταλία και Ισπανία αναμένεται να εκτοξεύσει εκ νέου τις τιμές του λαδιού.

Όλα τα παραπάνω ως έναν μεγάλο βαθμό θα «σβήσουν» τον αντίκτυπο που θα έχει στον πληθωρισμό η ελαφρά επιβράδυνση της οικονομίας που καταδεικνύουν τα μακροοικονομικά στοιχεία. 

Είναι θέμα χρόνου δε οι κυβερνήσεις να βρεθούν μπροστά στην ανάγκη να παρατείνουν τα μέτρα στήριξης επιχειρήσεων και νοικοκυριών, παρά τους περιορισμούς που έχουν αποφασιστεί από τον Ιούνιο σε επίπεδο Eurogroup

Επιπλέον, στο τέλος της ημέρας οι Κεντρικές Τράπεζες ανά τον κόσμο ίσως αναγκαστούν  να παραδεχθούν ότι το ζητούμενο για ένα επίπεδο πληθωρισμού πέριξ του 2% θα πρέπει να αναπροσαρμοστεί προς τα πάνω.

Το εύλογο ερώτημα βέβαια που προκύπτει μετά από όλη αυτή την ανάλυση είναι για πόσο ακόμα οι αγορές θα αγνοούν τις παραπάνω κρίσιμες ισορροπίες που έχουν εδώ και καιρό διαταραχθεί.

Η απάντηση είναι μέχρι τη στιγμή που η νόσος της οικονομίας θα αντικατροπτιστεί στα εταιρικά κέρδη.

Βλέπετε, ακόμα  και οι επιχειρήσεις που έχουν τη δυνατότητα όπως είδαμε στα αποτελέσματα του β’ τριμήνου του 2023  να περάσουν την αύξηση του κόστους παραγωγής, διανομής και χρηματοδότησης στον καταναλωτή ή έχουν αυξανόμενο κύκλο εργασιών λόγω τεχνολογικού άλματος, κινδυνεύουν ολοένα και περισσότερο να βρεθούν αντιμέτωπες  οι πρώτες με το ροκάνισμα των αποταμιεύσεων και οι δεύτερες με σοβαρές ελλείψεις ή με τεράστια αύξηση τιμών σε κρίσιμες πρώτες ύλες.

Μέχρι να το δούμε αυτό, ας απολαύσουμε τη διαδρομή, επενδύοντας πάντα υπεύθυνα.

Αποποίηση Ευθύνης

Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.