Οι αυξήσεις κεφαλαίου αποτελούν ένα από τα μεγαλύτερα ταμπού της ελληνικής αγοράς. Οι επενδυτές της Λεωφόρου Αθηνών έμαθαν να φοβούνται τις αυξήσεις κεφαλαίου αρχικά με την υπερβολή του 1999 και μετέπειτα, μετά τις τραυματικές εμπειρίες του τραπεζικού κλάδου της περιόδου 2012 και 2015. Οι αυξήσεις κεφαλαίου αυτών των περιόδων εσφαλμένα αναφέρονται έτσι διότι στην ουσία επρόκειτο για ανακεφαλαιοποιήσεις. Ήταν δηλαδή κάτι σαν συγκέντρωση κεφαλαίου από την αρχή για κάτι που ξεκινούσε μόλις την επιχειρηματική του διαδρομή.
Το 2019 για παράδειγμα χαρακτηρίστηκε από τη μεγάλη αύξηση κεφαλαίου της Lamda Development κατά 650 εκατ. ευρώ η οποία αφορούσε το 89% των συνολικών αντληθέντων κεφαλαίων από το ΧΑ με αυξήσεις κεφαλαίου εκείνης της χρονιάς.
Δεν ήταν ανακεφαλαιοποίηση παρά το γεγονός ότι η αύξηση ήταν εκείνη τη στιγμή πολλαπλάσια της αξίας της εταιρίας. Αν και η τιμή στο χρηματιστήριο κατά τη διάρκεια του 2020 πέρασε και κάτω από την τιμή της αύξησης το μέγεθος της προσφοράς ήταν τέτοιο που επέτρεψε την είσοδο στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρίας επενδυτών με θεσμικό προφίλ που χρηματοδοτεί το έργο του Ελληνικού.
Το 2020 τα μισά σχεδόν χρήματα που αντλήθηκαν από το ΧΑ σε αύξηση κεφαλαίου ήταν της ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή η οποία θα τα χρησιμοποιήσει για να αυξήσει το ενεργειακό δυναμικό στην Ελλάδα.
Κοιτώντας στο πρόσφατο παρελθόν μόνο το 2017 είχε χειρότερη επίδοση στις ΑΜΚ από το 2020. Ακόμα και το 2008 ή αγορά είχε δύναμη αντλώντας 707 εκατ. ευρώ ενώ η χειρότερη χρονιά της 20ετίας ήταν το 2003 με πρακτικά μηδενική δραστηριότητα στο μέτωπο των αυξήσεων αλλά με πολύ δραστηριότητα σε νέες εισαγωγές τίτλων.
Αυτό που προκύπτει πάντως είναι ότι οι αυξήσεις κεφαλαίου όταν δεν είναι ανακεφαλαιοποιήσεις δεν επηρεάζουν την ανοδική τάση του δείκτη. Κάθε άλλο. Αποτελούν κάποιο σημείο μαζικής εισόδου για θεσμικά κεφάλαια που αναζητούν το χτίσιμο θέσεων με μία συναλλαγή έχοντας σε μια δεδομένη στιγμή τον ίδιο βαθμό πληροφόρησης με την Αγορά, όπως τουλάχιστον αυτός επικοινωνείται μέσα από παρουσιάσεις, ενημερωτικά δελτία και τους σχετικούς οικονομικούς και νομικούς ελέγχους.
Το θετικό στην υπόθεση των αυξήσεων είναι ότι παραδοσιακά η εμπορευσιμότητα των τίτλων βελτιώνεται λόγω της αύξησης των τίτλων που βρίσκονται σε κυκλοφορία. Το αν η εταιρεία θα καταφέρει αργότερα να φέρει υπεραξίες σε όσους συμμετέχουν στην αύξηση μέσα από τη βελτίωση των επιδόσεων της είναι κάτι που θα κριθεί από μεσοπρόθεσμα.
Και αν η έκβαση είναι τελικώς θετική δεν αποκλείεται να ανοίξει η όρεξη σε ιδέες μέσα από το ΧΑ με διαφορετικό προφίλ ρίσκου ή κλαδικού αντικειμένου.
Έχοντας ήδη ανακοινωμένες τρεις αυξήσεις κεφαλαίου ύψους 1,18 δισ. ευρώ , που θα τρέξουν μέσα στο 2021 (Τράπεζα Πειραιώς, Ελλάκτωρ και Aegean Airlines) είναι αναμενόμενο να υπάρχει ένα επενδυτικό «στρες» ως προς την έκβαση των εγχειρημάτων αλλά και την επίδραση τους στο «στράγγισμα» της αγοράς.
Για το πρώτο θα παίξει ρόλο το επενδυτικό πλάνο που θα καταθέσουν οι εκδότες και η πειστική χρήση των νέων κεφαλαίων στην ανάπτυξη των εταιριών. Για το αν τελικώς θα στραγγίξει η Αγορά από τις αυξήσεις αυτό θα εξαρτηθεί περισσότερο από το ίδιο το ΧΑ και από το εγχώριο οικονομικό περιβάλλον.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.