Να ξεχάσουμε τις εκλογές

Απλή λογική χρειάζεται για να αποκλειστεί το σενάριο των πρόωρων εκλογών. 

Ξεκινώ από τα πολύ απλά. Ένας πρωθυπουργός που έχει μια κυβερνητική πλειοψηφία 156 εδρών και δεν αμφισβητείται εσωκομματικά από κανέναν, δεν έχει λόγο να προσφύγει σε πρόωρες κάλπες. Πολύ δε περισσότερο όταν τα δημοσκοπικά ευρήματα δείχνουν πως αυτή την κοινοβουλευτική πλειοψηφία θα μπορούσε να την πετύχει μετά από μια δεύτερη εκλογική αναμέτρηση και αυτό υπό αυστηρές προϋποθέσεις. Συνεπώς, άνευ λόγου και αιτίας, ουδείς σώφρων ηγέτης αναλαμβάνει τέτοιο ρίσκο. Κυβερνά με τους 156 μέχρι τον Μάιο 2027.

«Μα αν οι δημοσκοπήσεις του φθινοπώρου δείχνουν πως αυτή η προοπτική είναι ρεαλιστική γιατί να μην αποτολμήσει κάλπες στα τέλη Οκτωβρίου;», είναι ένα λογικοφανές ερώτημα.

Διότι αν τον Οκτώβριο έχει καβατζάρει τα ποσοστά που θέλει, τότε έχει ένα επί πλέον λόγο να εξαντλήσει την τετραετία και να ολοκληρώσει το έργο του. Διότι, αυτό θα σημαίνει πως οι πολίτες αναγνωρίζουν τις θετικές επιδόσεις της εθνικής οικονομίας, προσδοκούν ένα ακόμα καλύτερο 2026 που θα είναι η τελευταία χρονιά πριν από τις εκλογές. Έτσι, πέραν του θεσμικού προφίλ του πρωθυπουργού το οποίο δε συνάδει με κινήσεις τακτικισμού, ο Μητσοτάκης έχει κάθε λόγο να ολοκληρώσει την κυβερνητική του θητεία και να κριθεί από τους πολίτες στο τέλος της. 

Υπάρχει ένας αντίλογος και αφορά την αντιπολίτευση. Οι πρόωρες εκλογές τον Οκτώβριο θα τη βρουν κατακερματισμένη, κάθε κόμμα με τα δικά του προβλήματα, καταστάσεις που εκ των πραγμάτων θα λειτουργήσουν υπέρ της Νέας Δημοκρατίας. Πρώτα-πρώτα τον Μητσοτάκη δεν τον φοβίζει κανένας αρχηγός κανενός κόμματος της αντιπολίτευσης. Τους έχει όλους του χεριού του, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις. Στη δε περίπτωση κατά την οποία κάποια κόμματα στα αριστερά της κυβερνώσας παράταξης συνεργαστούν και αυτή η εκδοχή θα λειτουργήσει υπέρ της Νέας Δημοκρατίας. Θα λειτουργήσει συσπειρωτικά, ιδίως αν επικεφαλής του συνασπισμού της αντιπολίτευσης τεθεί πρόσωπο που θα προκαλέσει τα γνωστά αντι-ΣΥΡΙΖΑ αντανακλαστικά. 

Στην πολιτική, η φθορά ενός κόμματος σχεδόν πάντα μεταφράζεται στην ενίσχυση κάποιου άλλου. Σε οριακές μόνον καταστάσεις, που ξεφεύγουν από τη θεσμική και πολιτική κανονικότητα, όλοι χάνουν χωρίς να κερδίζει κανένας. Και το στοίχημα που έχει βάλει ο Μητσοτάκης για επιστροφή στην κανονικότητα το έχει κερδίσει. Η τελευταία προσπάθεια-μέσω της άριστα οργανωμένης αναβίωσης της τραγωδίας των Τεμπών-επιστροφής στην εποχή των «αγανακτισμένων», έδειξε τα όρια και τις αντοχές όσων επένδυσαν πολιτικά στον θυμό και την οργή μεγάλης μερίδας των πολιτών. Η προσπάθεια τους όμως αυτή απέτυχε. Η κανονικότητα- πολιτική, οικονομική, κοινωνική-επίτευγμα των κυβερνήσεων Μητσοτάκη, αποδείχθηκε ότι διαθέτει ισχυρές βάσεις στήριξης και άντεξε. 

Τώρα πλέον ο πρωθυπουργός έχει μπροστά του μια καθαρή διετία για να ολοκληρώσει το έργο του ώστε να ζητήσει από τους πολίτες μια 3η πρωθυπουργική θητεία.