Fed και ΕΚΤ θα προχωρήσουν σε νέες αυξήσεις επιτοκίων σήμερα και αύριο. Είναι μία εξέλιξη που έχουν προεξοφλήσει πλήρως οι αγορές και που αναμένουν οι αναλυτές στη συντριπτική τους πλειοψηφία. Τόσο ο Τζερόμ Πάουελ, όσο και η Κριστίν Λαγκάρντ, θα φροντίσουν να στείλουν και μήνυμα προς πάσα κατεύθυνση ότι οι επόμενες αποφάσεις για τα επιτόκια, αρχής γενομένης από τον Σεπτέμβριο, θα λαμβάνονται με γνώμονα τα διαθέσιμα οικονομικά στοιχεία.
Επομένως, δεν υπάρχει forward guidance και δεν θα υπάρξει μέχρι να ξεκαθαρίσει πλήρως η κατάσταση με τον πληθωρισμό. Θα καταστήσουν, επίσης, σαφές ότι η νομισματική πολιτική θα παραμείνει περιοριστική για μεγάλο χρονικό διάστημα, κόβοντας την όρεξη όσων περιμένουν μειώσεις επιτοκίων στους επόμενους μήνες.
Όμως, όσο παράλληλοι και αν μοιάζουν σήμερα οι… βίοι του Πάουελ και της Λαγκάρντ, οι διαφορές στην προσέγγιση και κυρίως στο χρόνο που θα απαιτηθεί για να μειωθούν τα επιτόκια, μόνο αμελητέες δεν είναι. Η Fed ακολουθεί μία πιο σαφή στρατηγική γιατί πολύ απλά στην ΕΚΤ ακούγονται πολλές φωνές, όσες και τα «στρατόπεδα» στο εσωτερικό του διοικητικού της συμβουλίου.
Κάθε χώρα-μέλος έχει τις δικές του προτεραιότητες και ανάγκες που σχετίζονται πλήρως με το κατά πόσο θα αυξηθούν ή θα μειωθούν τα επιτόκια. Και στις ΗΠΑ υπάρχουν αντιρρήσεις, κυρίως όσο ενισχύεται ο φόβος της ύφεσης, αλλά σε μικρότερη κλίμακα.
Θα είναι η αύξηση του Ιουλίου η τελευταία για τη Fed και η προτελευταία για την ΕΚΤ;
Όπως και να’ χει, ζούμε ιστορικές στιγμές σε ό,τι αφορά στη νομισματική πολιτική διότι τόσο μεγάλοι σε διάρκεια και ένταση κύκλοι σύσφιξης δεν σημειώνονται συχνά. Αξίζει να αναφέρουμε ξανά ότι μέσα σε περίπου ενάμιση χρόνο, τα επιτόκια εκτινάχθηκαν, ανατρέποντας το κλίμα άπλετης ρευστότητας και εύκολου χρήματος που κυριαρχούσε για περίπου 15 χρόνια. Στις ΗΠΑ, τα επιτόκια αυξήθηκαν από το 0,25% στο 5,50% και στην Ευρωζώνη από το -0.50% στο 3,75% (συμπεριλαμβανομένων των αυξήσεων αυτής της εβδομάδας). Αν η Fed προχωρήσει σε ακόμη δύο αυξήσεις επιτοκίων και φτάσει το άνω άκρο του στόχου στο 6%, είναι πολύ πιθανό και η ΕΚΤ να γράψει ιστορικό υψηλό κοντά στο 4,5%.
Παρ’ όλα αυτά, Citi, Goldman Sachs και Capital Economics προκρίνουν ως πιθανότερο σενάριο το ακόλουθο: Η Fed θα σταματήσει τις αυξήσεις για λίγο καιρό και ενδέχεται να επανέλθει τον Νοέμβριο. Όμως, όπως εκτιμά η Goldman Sachs, ο πληθωρισμός θα έχει εξασθενήσει τόσο έως τον Νοέμβριο που και οι πιο συντηρητικοί θα πειστούν ότι δεν χρειάζεται νέα αύξηση.
Επομένως, τα επιτόκια της Fed θα κορυφωθούν στο 5,25%-5,50% που θα αυξηθούν σήμερα. Όσον αφορά την ΕΚΤ, μία νέα αύξηση τον Σεπτέμβριο βρίσκεται στο τραπέζι και μάλιστα συγκεντρώνει τις περισσότερες πιθανότητες, στέλνοντας το τελικό επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων στο 4%.
Και μετά αρχίζουν τα δύσκολα… Πόσο πρέπει να παραμείνουν «σφιχτές» οι χρηματοδοτικές συνθήκες για να διασφαλιστεί ότι δεν θα επιστρέψει ο πληθωρισμός και πόσο αντέχει η οικονομία να λειτουργεί υπό τέτοιες συνθήκες χωρίς να πέσει σε βαθιά ύφεση;
Το σχόλιο του Φίλιπ Λέιν, του Ιρλανδού επικεφαλής οικονομολόγου της ΕΚΤ, τον περασμένο μήνα είναι ενδεικτικό του κλίματος. Σύμφωνα με τον Λέιν, δεν θα πρέπει οι επενδυτές να ποντάρουν έτσι αβίαστα ότι τα επιτόκια θα μειωθούν σημαντικά την επόμενη διετία. Οι αγορές θα ήθελαν τα επιτόκια να μειωθούν… χθες, όμως υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα κάνει την εμφάνισή του κάποιος νέος «μαύρος κύκνος», είναι πολύ δύσκολο να δούμε μειώσεις επιτοκίων πριν τον Μάρτιο ή τον Απρίλιο του 2024.
Πρώτη θα ξεκινήσει η Fed και θα ακολουθήσει το καλοκαίρι η ΕΚΤ, εκτός και αν η ύφεση στην Ευρώπη μέχρι τότε έχει αποκτήσει επικίνδυνο βάθος. Σε κάθε περίπτωση, η ταχύτητα με την οποία θα χαλαρώσει η νομισματική πολιτική, ήτοι θα μειωθούν τα επιτόκια, θα είναι πολύ χαμηλότερη από τη σύσφιξη που είδαμε τον τελευταίο χρόνο. Αν, τέλος, επιβεβαιωθεί ο Λέιν και δεν δούμε μειώσεις επιτοκίων στην επόμενη διετία, τότε μάλλον πρέπει να προετοιμαζόμαστε για μακρά περίοδο οικονομικής στασιμότητας.