Η σημαία των αρκούδων υψώθηκε για τα καλά στη Wall Street καθώς η άσχημη φετινή χρονιά για την αμερικανική χρηματιστηρική αγορά διέσπασε καθοδικά ένα κρίσιμο όριο, επιβεβαιώνοντας ότι βρίσκεται σε ‘bear market’ για πρώτη φορά από τον Μάρτιο του 2020. Οι ανησυχίες για την έξαρση του πληθωρισμού, την επιθετική αντίδραση της Fed και ενδεχόμενη ύφεση της οικονομίας ενισχύουν τις πτωτικές πιέσεις.
Με τη βουτιά του 3,9% της Δευτέρας ο δείκτης αναφοράς S&P 500 έκλεισε 21,8% κάτω από το υψηλό του στις 3 Ιανουαρίου. Καταγράφοντας απώλειες άνω του 20% από την κορυφή του, ο δείκτης επιβεβαίωσε ότι η αγορά έχει εισέλθει σε «bear market».
Με βάση την ιστορική εμπειρία, τα bear markets επιφυλάσσουν περισσότερο πόνο για τους επενδυτές μετοχών. Ο δείκτης S&P 500 σημείωσε απώλειες της τάξης του 32,7% κατά μέσο όρο στα προηγούμενα 13 bear markets από το 1946, συμπεριλαμβάνοντας και τη βύθιση του 57% στην πτωτική αγορά του 2007-2009 κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής κρίσης.
Η ιστορία δείχνει ότι στα bear markets η πτωτική πορεία του δείκτη διαρκεί λίγο παραπάνω από ένα χρόνο κατά μέσο όρο μέχρις ότου καταλήξει στον πάτο και μετά γύρω στα δύο χρόνια για να επιστρέψει στο προηγούμενο υψηλό. Στις 13 πτωτικές αγορές από το 1946, η επιστροφή στα προηγούμενα υψηλά έχει κυμανθεί από τρεις μήνες μέχρι 69 μήνες. Κάποια στιγμή το πάρτι των αρκούδων τελειώνει και τα ηνία παραδίδονται στους ταύρους.
Στο πιο πρόσφατο επεισόδιο ο δείκτης S&P 500 εκτοξεύτηκε 114% από το χαμηλό του Μαρτίου 2020 καθώς οι έκτακτες πολιτικές στήριξης για να σταθεροποιηθεί η οικονομία μετά τις επιπτώσεις της πανδημίας COVID-19 έδωσαν μεγάλη ώθηση στις μετοχές.
Τα κέρδη αυτά όμως ανεστράφησαν στο ξεκίνημα του 2022 με την αμερικανική κεντρική τράπεζα να γυρίζει επιθετική και να επιλέγει σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής με ταχύτερο από τον αναμενόμενο ρυθμό για να εξουδετερώσει τον πληθωρισμό. Ήδη, η Federal Reserve έχει αυξήσει τα επιτόκια κατά 75 μονάδες βάσης μέχρι στιγμής φέτος και η αγορά βλέπει τον ανοδικό επιτοκιακό κύκλο να συνεχίζεται. Στο επίκεντρο βρίσκεται το μέγεθος της αύξησης που θα αποφασίσει η Fed την Τετάρτη.
Ο επικεφαλής της Fed Jerome Powell έχει δεσμευτεί ότι θα αυξήσει τα επιτόκια όσο χρειαστεί για να εξουδετερώσει τον πληθωρισμό αλλά πιστεύει ότι η κεντρική τράπεζα θα καταφέρει μια ομαλή προσγείωση της οικονομίας χωρίς να προκληθεί ύφεση. Ο πόλεμος στην Ουκρανία που προκάλεσε άνοδο των τιμών ενέργειας και άλλων εμπορευμάτων είναι ένας πρόσθετος παράγοντας που τροφοδοτεί την υψηλή μεταβλητότητα.
Ο δείκτης S&P 500 ήλθε πολύ κοντά στο να επιβεβαιώσει ότι η αγορά βρίσκεται σε bear market τον προηγούμενο μήνα. Αμέσως μετά όμως η αγορά ανέκαμψε εν μέσω προσδοκιών ότι η Fed θα επιβράδυνε τον ρυθμό αύξησης του κόστους χρήματος αργότερα φέτος.
Την προηγούμενη εβδομάδα η Wall Street κατέγραψε τη μεγαλύτερη εβδομαδιαία πτώση της από τον Ιανουάριο με την κύρια τορπίλη να χτυπά την Παρασκευή όταν τα νέα μακροοικονομικά στοιχεία έδειξαν ότι ο πληθωρισμός επιταχύνθηκε τον Μάιο με την τιμή της βενζίνης να φτάνει σε επίπεδα ρεκόρ και το κόστος των τροφίμων να εκτοξεύεται. Οι τιμές καταναλωτή στις ΗΠΑ σημείωσαν τη μεγαλύτερη αύξηση της τελευταίας 40ετίας.
Μετοχές του κλάδου της τεχνολογίας έχουν χτυπηθεί πολύ από την πτώση της αγοράς με τα μεγάλα ονόματα που πρωταγωνίστησαν στο bull market της τελευταίας δεκαετίας να σημειώνουν μεγάλες απώλειες, μαζί τους και η Tesla και η Meta Platforms, πρώην Facebook.
Το μεγάλο ερώτημα είναι πότε η αγορά θα αρχίσει να ανακάμπτει και οι επενδυτές εξετάζουν διάφορους δείκτες όπως και το λεγόμενο βαρόμετρο φόβου, τον δείκτη μεταβλητότητας VIX. Αν και ο δείκτης VIX έχει σκαρφαλώσει σε υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον μακροπρόθεσμο μέσο όρο του, παραμένει σε χαμηλότερα επίπεδα από τις κορυφές που σημείωσε σε προηγούμενα selloff που σημαίνει ότι ο πάτος μάλλον έχει ακόμα δρόμο.