Βουτιά έως 2% έκανε το νόμισμα της Τουρκίας μετά από δηλώσεις κυβερνητικών αξιωματούχων που προσπάθησαν να στηρίξουν την πολιτική του πρώην υπουργού Οικονομικών και γαμπρού του προέδρου Ερντογάν, ο οποίος στέρεψε την δεξαμενή συναλλαγματικών αποθεμάτων της χώρας.
Η νέα αστάθεια της λίρας στην αγορά συναλλάγματος προέτρεψε την επενδυτική τράπεζα JP Morgan σε σύσταση προς τους επενδυτές να πάρουν τα κέρδη τους από το τουρκικό νόμισμα.
Η λίρα που έχει υπεραποδώσει σε σύγκριση με άλλα νομίσματα αναδυόμενων οικονομιών φέτος, υποχώρησε στις 7,1 λίρες ανά δολάριο, κλείνοντας 1,5% χαμηλότερα στις 7,06. Την προηγούμενη εβδομάδα είχε αναρριχηθεί στις 6,9 ανά δολάριο, το καλύτερο επίπεδο της από τον Αύγουστο του 2020.
Η ισοτιμία του τουρκικού νομίσματος είχε ενισχυθεί γύρω στο 20% μετά την ξαφνική αντικατάσταση του υπουργού Οικονομικών Berat Albayrak, γαμπρού του Ερντογάν, και του επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας τον Νοέμβριο. Η αλλαγές ηγεσίας είχαν ενισχύσει τις προσδοκίες για πιο σφιχτή νομισματική πολιτική, μετά από χρόνια κακοδιαχείρισης, κατά την άποψη της αγοράς.
Στα δύο χρόνια της θητείας του Albayrak στο υπουργείο Οικονομικών η λίρα απώλεσε το μισό της αξίας της ενώ τα συναλλαγματικά αποθέματα της κεντρικής τράπεζας μειώθηκαν δραματικά λόγω της πολιτικής στήριξης της ισοτιμίας, ξοδεύοντας $130 δισ. σε ξένο νόμισμα.
Αντιδρώντας στην κριτική κόμματος της αντιπολίτευσης για κατασπατάληση των αποθεματικών, ο νέος υπουργός Οικονομικών του Ερντογάν, Lutfi Elvan και άλλοι αξιωματούχοι τον υπερασπίστηκαν, αποκρούοντας την κριτική.
Ο πρόεδρος Ερντογάν ισχυρίστηκε ότι ο γαμπρός του, που παραιτήθηκε όταν η λίρα έπεσε σε ιστορικό χαμηλό τον Νοέμβριο, βοήθησε την Τουρκία να αντιμετωπίσει την πανδημία και ότι η πολιτική του στον χώρο του συναλλάγματος διατήρησε την χρηματοοικονομική σταθερότητα.
Η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας με τον νέο διοικητή Naci Agbal στο τιμόνι έχει πει οτι θα προσπαθήσει να ξαναχτίσει τα συναλλαγματικά αποθέματα που μειώθηκαν κατά 75% το 2020.
Ο οίκος αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας Fitch αναβάθμισε τις προοπτικές της Τουρκίας την Παρασκευή σε «σταθερές» από «αρνητικές» λόγω του πιο ορθόδοξου μίγματος οικονομικής πολιτικής που ακολουθεί πλέον η κυβέρνηση.
Η τουρκική οικονομία που χτυπήθηκε δυνατά στο δεύτερο τρίμηνο της περυσινής χρονιάς, ανακάμπτει και προβλέπεται θετικός ρυθμός ανάπτυξης φέτος. Τα τελευταία στοιχεία δείχνουν ότι παρά τη μεγάλη πτώση του τουρισμού, η εμπιστοσύνη στον κλάδο της βιομηχανίας ενισχύεται. Η Goldman Sachs και η Bank of America προβλέπουν ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ φέτος στο 6% και 4,6% αντίστοιχα.
Ωστόσο, η JP Morgan πρότεινε στους πελάτες της ότι στην παρούσα συγκυρία θα ήταν πιο συνετό να κλειδώσουν τα κέρδη τους μετά την πρόσφατη κούρσα του νομίσματος.
Ο Ερντογάν αντέκρουσε την κριτική του κόμματος CHP, που σε καμπάνια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ζήτησε εξηγήσεις για το «ξεπούλημα» των συναλλαγματικών αποθεμάτων της κεντρικής τράπεζας, ισχυριζόμενος ότι ο γαμπρός του βοήθησε τη χώρα να ανταπεξέλθει στα σοκ που προκάλεσε η πανδημία.
Χαρακτηρίζοντας την καμπάνια του κόμματος CHP ως επίθεση κατά της οικογένειας του, ο Ερντογάν δήλωσε ότι «οι συναλλαγές στην αγορά συναλλάγματος έγιναν σε μια δύσκολη περίοδο ώστε να αποφευχθούν προβλήματα στο ισοζύγιο πληρωμών. Με τις συναλλαγές αυτές η χώρα μας κατάφερε να μείνει προσηλωμένη στους στόχους της παρά τα σοβαρά διεθνή σοκ».
Κατά την άποψη οικονομολόγων, διεθνών επενδυτών και οίκων αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, η ανορθόδοξη πολιτική παρεμβάσεων στην αγορά ισοτιμιών που άρχισε το 2019 και μείωσε τα συναλλαγματικά αποθέματα κατά τρία τέταρτα έως το 2020 άφησε τη τουρκική οικονομία πιο ευάλωτη σε κρίσεις.
Και ο νυν υπουργός Οικονομικών του Ερντογάν υπερασπίστηκε την πολιτική του προκατόχου του Αlbayrak, δηλώνοντας ότι ήταν αντίδραση στις ακραίες προκλήσεις που επέφερε η πανδημία. «Καταδικάζω την άδικη και αγενή ρητορική του κόμματος CHP» ανέφερε σε tweet ενώ ο δικηγόρος του Albayrak ετοιμάζει αγωγή εναντίον του κόμματος ζητώντας αποζημίωση 500.000 λιρών.