Καθώς μπαίνουμε στην τελική ευθεία για την έξοδο από το 2022 και την παραδοσιακή χαλάρωση μερικών εβδομάδων, οι αγορές πρέπει να περάσουν μία τελευταία δοκιμασία καθώς η εβδομάδα που ξεκίνησε θα είναι γεμάτη από νέα για τον πληθωρισμό και συνεδριάσεις των συμβουλίων πολλών κεντρικών τραπεζών σε όλο τον κόσμο. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως αυτές θα συνοδευθούν από αυξήσεις επιτοκίων, τις οποίες περιμένουν οι επενδυτές με σχετική ψυχραιμία.
Αυτό που περιμένουν όμως με αγωνία είναι ότι θα ακούσουν από τους επικεφαλής της Fed, της ΕΚΤ και αρκετών συναδέλφων τους από όλο τον κόσμο σχετικά με τις εκτιμήσεις τους για την εξέλιξη του πληθωρισμού και της οικονομικής ανάπτυξης, όπως και σχετικά με τα σχέδια τους για την εκτέλεση των διαφόρων προγραμμάτων μείωσης του τεράστιου χαρτοφυλακίου ομολόγων που είχαν αποκτήσει οι κεντρικές τράπεζες τα τελευταία χρόνια και ιδίως αμέσως μετά την πανδημία. Πλήθος αναλυτών από τράπεζες και χρηματιστηριακές εταιρείες, ανεξάρτητοι οικονομικοί αναλυτές και φυσικά δημοσιογράφοι του διεθνούς οικονομικού Τύπου προετοιμάζονται για να ερμηνεύσουν αυτά που θα ακούσουν από τον διοικητή της Fed Τζέι Πάουελ, την ομόλογή του της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, τον Άντριου Μπέιλι της κεντρικής τράπεζας της Αγγλίας και αρκετούς ακόμα συναδέλφους τους ανά τον κόσμο.
Από ένα σχετικό άρθρο του Bloomberg πληροφορηθήκαμε πως από την Τρίτη μέχρι και την Παρασκευή θα ακούσουμε, εκτός από την Fed, την ΕΚΤ και την τράπεζα της Αγγλίας, τις ανακοινώσεις των κεντρικών τραπεζών του Μεξικού, της Κολομβίας, του Σουρινάμ, της Ελβετίας, της Νορβηγίας, της Ταϊβάν, των Φιλιππίνων, της Ρωσίας και του Ουζμπεκιστάν. Ούτε στο παγκόσμιο κύπελλο ποδοσφαίρου δεν συμμετέχουν τόσες χώρες εδώ που τα λέμε. Μιλώντας για άλλες χώρες και πριν προχωρήσουμε στις εκτιμήσεις για το τι θα γίνει μέσα στην εβδομάδα, στο ίδιο άρθρο είδαμε και μερικά πολύ ενδιαφέροντα στατιστικά στοιχεία: μέχρι τώρα μέσα στο 2022 έχουν γίνει περίπου 275 αυξήσεις επιτοκίων αναφοράς από τις διάφορες κεντρικές τράπεζες του κόσμου και μόνο 13 μειώσεις (η Ρωσία και η Τουρκία μας έρχονται αμέσως στο μυαλό).
Πάνω από 50 κεντρικές τράπεζες έχουν προχωρήσει σε μεγάλες αυξήσεις της τάξης του 0,75% και ορισμένες από αυτές το έχουν κάνει πάνω από μία φορά. Και, σύμφωνα με τους υπολογισμούς των αναλυτών του διεθνούς πρακτορείου, το μέσο επιτόκιο αναφοράς για όλες τις κεντρικές τράπεζες ανά τον κόσμο θα είναι στο τέλος του 2022 περίπου 5,2% από 2,8% στην αρχή του χρόνου.
Αφήνοντας πίσω τις μέχρι σήμερα κινήσεις των κεντρικών τραπεζών, οφείλουμε να ομολογήσουμε πως οι αγορές είναι σχεδόν βέβαιες για τις επικείμενες αποφάσεις των πιο σημαντικών κεντρικών τραπεζών σε σχέση με το ύψος των επιτοκίων. Ξεκινώντας από τις ΗΠΑ και την Fed, οι αγορές πιστεύουν πως το συμβούλιο της κεντρικής αμερικανικής τράπεζας θα αποφασίσει να ανεβάσει τα επιτόκια αναφοράς κατά 0,50%, από το επίπεδο του 3,75% με 4% στο επίπεδο του 4,25% με 4,5%. Το σχετικό προϊόν στο χρηματιστήριο του Σικάγου δείχνει πως οι επενδυτές δίνουν 78% πιθανότητα σε αυτό το σενάριο και μόλις 22% στην πιθανότητα να αποφασιστεί αύξηση κατά 0,75%.
Εδώ βέβαια πρέπει να τονίσουμε πως ενώ η αρμόδια επιτροπή της Fed θα ανακοινώσει τις αποφάσεις της την Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου, την προηγούμενη ημέρα θα έχουμε τις επίσημες ανακοινώσεις για τον πληθωρισμό λιανικής του Νοεμβρίου στις ΗΠΑ, οι οποίες αναμένεται να δείξουν πως συνεχίζεται η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού στις τιμές των αγαθών και η ενίσχυση του κόστους των διαφόρων υπηρεσιών. Οποιαδήποτε ανοδική έκπληξη θα μπορούσε να αλλάξει τις εκτιμήσεις των επενδυτών για τις αποφάσεις της Fed. Λογικά όμως, το συμβούλιο της τράπεζας και ο διοικητής Πάουελ δεν θα παρεκκλίνουν της πορείας που έχουν κατά κάποιο τρόπο προαναγγείλει, δηλαδή την αύξηση των επιτοκίων κατά 0,50%, ακόμα και αν η αύξηση του πληθωρισμού από τον Οκτώβριο ξεπεράσει το 0,3% που περιμένουν οι αγορές και για τον ονομαστικό και για τον δομικό πληθωρισμό.
Σε μία τέτοια περίπτωση, το πιθανότερο είναι πως οι επενδυτές θα προσαρμόσουν προς τα πάνω το επίπεδο επιτοκίων στο οποίο εκτιμούν πως θα σταματήσει η άνοδος κατά την άνοιξη του 2023 (αυτές τις μέρες το τοποθετούν λίγο κάτω από 5%) και ίσως να μεταθέσουν για λίγο αργότερα τις εκτιμήσεις τους για το πότε θα αρχίσει η αντίστροφη πορεία. Θυμίζουμε πως αυτή την περίοδο οι αγορές εκτιμούν πως κάποια στιγμή μετά το φθινόπωρο του 2023 θα αρχίσει η σταδιακή και με μικρά βήματα μείωση των επιτοκίων αναφοράς από την Fed.
Κατά την άποψή μας οι αγορές θα επικεντρωθούν περισσότερο στo κείμενο που θα συνοδεύσει την αναμενόμενη αύξηση των επιτοκίων και στις απαντήσεις που θα δώσει ο διοικητής Πάουελ κατά τη συνέντευξη Τύπου που θα ακολουθήσει τις επίσημες ανακοινώσεις. Αυτό στο οποίο θα δώσουν τη μεγαλύτερη σημασία θα είναι η εκτίμηση του διοικητή για το πόσο πιθανή είναι η ύφεση της οικονομίας τους επόμενους μήνες και το πως αποτιμά την κατάσταση της αγοράς εργασίας και του τομέα των ακινήτων. Επίσης, ιδιαίτερη προσοχή θα δώσουν σε οποιαδήποτε αλλαγή της «καθοδήγησης» του διοικητή Πάουελ σχετικά με το πόσο ψηλά θα φτάσουν τελικά τα επιτόκια και για πόσον καιρό θα παραμείνουν εκεί, δεδομένων των προσδοκιών των αγορών στις οποίες αναφερθήκαμε προηγουμένως.
Μία μέρα μετά τον διοικητή Πάουελ θα ακούσουμε τι έχει να μας πει η Κριστίν Λαγκάρντ που ηγείται της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Σε αντίθεση με ότι συμβαίνει στις ΗΠΑ, εδώ γνωρίζουμε ήδη την εξέλιξη του πληθωρισμού για τον Νοέμβριο που μας πέρασε, καθώς οι σχετικές ανακοινώσεις έγιναν πριν μερικές μέρες και έδειξαν την πρώτη υποχώρησή του εδώ και πάρα πολλούς μήνες. Οι αγορές περιμένουν και εδώ πως η αύξηση των επιτοκίων αναφοράς που θα ανακοινώσει η Λαγκάρντ θα είναι της τάξης του 0,5% πράγμα που θα οδηγήσει το βασικό επιτόκιο καταθέσεων στην ΕΚΤ στο 2%.
Διαβάζοντας τον διεθνή οικονομικό Τύπο αντιλαμβανόμαστε πως η πλειοψηφία των επενδυτών περιμένει πως τον Φεβρουάριο θα ακολουθήσει μία ακόμα αύξηση του ιδίου μεγέθους για να φτάσουμε στο 2,5%. Εκεί εκτιμάται πως θα σταματήσει αυτή η σειρά αυξήσεων που ξεκίνησε το καλοκαίρι που μας πέρασε, με την αντιστροφή της πορείας να αναμένεται να ξεκινήσει προς το τέλος του 2023, όπως περίπου και στην περίπτωση των ΗΠΑ και της Fed. Σύμφωνα με το Bloomberg, οι σκέψεις για ακόμα μεγαλύτερες αυξήσεις επιτοκίων έχουν αρχίσει να χάνουν έδαφος λόγω της έντονης ανησυχίας για το επίπεδο της οικονομικής ανάπτυξης της Ευρωζώνης τους επόμενους μήνες.
Αντίθετα, κερδίζει έδαφος η άποψη πως πρέπει να ξεκινήσει σύντομα η διαδικασία μείωσης του ενεργητικού της ΕΚΤ, δηλαδή του χαρτοφυλακίου ομολόγων που έχουν περιέλθει στην κατοχή της τα τελευταία χρόνια στα πλαίσια του προγράμματος στήριξης της οικονομίας. Οι επενδυτές αναμένουν πως την Πέμπτη θα γίνουν οι πρώτες σχετικές ανακοινώσεις από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Το πιθανότερο είναι πως δεν θα μάθουμε πολλές λεπτομέρειες σχετικά με τον τρόπο που θα επιλέξει η ΕΚΤ να μειώσει τον όγκο των ομολόγων που έχει αυτή τη στιγμή στο χαρτοφυλάκιό της, ύψους περίπου 5 τρισεκατομμυρίων Ευρώ. Πέρα από το θέμα της μείωσης του χαρτοφυλακίου της ΕΚΤ, προφανώς οι αγορές θα περιμένουν να ακούσουν τις εκτιμήσεις του συμβουλίου της τράπεζας για την πορεία του πληθωρισμού και της ανάπτυξης της οικονομίας.
Από τον τρόπο που κινούνται τις τελευταίες μέρες οι αγορές ομολόγων, κυρίως στις ΗΠΑ όπου οι αποδόσεις τους έχουν σημειώσει αισθητή πτώση, αντιλαμβανόμαστε πως επικρατεί μία σχετική ψυχραιμία. Αν μέσα στην εβδομάδα δεν ακούσουμε κάτι πολύ διαφορετικό από αυτό που περιμένει η πλειοψηφία των επενδυτών, είτε από το μέτωπο του πληθωρισμού στις ΗΠΑ είτε από τις ανακοινώσεις των κεντρικών τραπεζών, το πιθανότερο είναι πως θα συνεχιστεί το σχετικά καλό κλίμα μέχρι το τέλος του χρόνου.
Μία αρνητική έκπληξη που θα δείξει πως τα επιτόκια ίσως φθάσουν τελικά σε υψηλότερο επίπεδο από αυτό που περιμένουμε σήμερα και ίσως παραμείνουν σε αυτό και μετά το τέλος του 2023, μάλλον θα ταράξει την ηρεμία των αγορών ομολόγων και κατ’ επέκταση και αυτή των μετοχών. Κάτι μας λέει πως οι περισσότεροι trader της αγοράς ομολόγων και οι συνάδελφοί τους της αγοράς μετοχών θα παρακαλούν να έχουμε μία πολύ βαρετή εβδομάδα χωρίς περιττές συγκινήσεις.