Οι καλλιτέχνες με τους οποίους συνδέεται η αθηναϊκή Roma μόνο τυχαίοι δεν είναι. Η γκαλερί γεννήθηκε μέσα στην οικονομική κρίση, δοκιμάστηκε όπως όλοι στην πανδημία, αλλά αμέσως έστησε γέφυρα με δημιουργούς που η υπογραφή τους φέρει ειδικό βάρος στην εγχώρια εικαστική κοινότητα. Έτσι, μπόρεσε να κρατηθεί, όχι με όρους επικαιρότητας, αλλά με εκθέσεις και επιστημονικούς καταλόγους ουσίας.
Εκείνο που τη διαφοροποιεί από τις γκαλερί με ιστορία στον τόπο, είναι ότι μεταφέρει το βλέμμα του σημερινού θεατή σε παρουσιάσεις-ορόσημα, δημιουργώντας σκέψεις για το τότε και το σήμερα της εικαστικής σκηνής και βέβαια για την πορεία που έχει διαγράψει το ίδιο το έργο (στις αίθουσες συμπληρώνουμε και την γκαλερί Καλφαγιάν που, όμως, δίνει βήμα και σε νεότερους στα χρόνια εικαστικούς).
Τέτοιο χαρακτήρα έχει η έκθεση που εγκαινιάστηκε την Πέμπτη με έργα του Μιχάλη Κατζουράκη. Τα περισσότερα είχαν εκτεθεί στην ατομική που του είχε αφιερώσει το Ινστιτούτο Γκαίτε της Αθήνας το 1969. Πρόκειται για μινιμαλιστικές συνθέσεις δύο και τριών διαστάσεων.
Τους χρόνους εκείνους το Γκαίτε παρουσίαζε δουλειές καλλιτεχνών που άφησαν το ίχνος τους στα εικαστικά μας πράγματα. Σήμερα, οι δημιουργοί που πέρασαν από το γερμανικό ινστιτούτο, είναι πια δάσκαλοι και δημοφιλείς σε ένα ευρύ κοινό. Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι οι προτάσεις τους έχουν το απαιτούμενο νεύρο για να τινάζουν από πάνω τους τη σκόνη του χρόνου κάθε φορά που τα αντικρύζουμε. Τα έργα του Μιχάλη Κατζουράκη – ας επιτραπεί ο όρος, ενός Σερ της ελληνικής τέχνης – κυριολεκτικά λάμπουν και πάλλονται στο χώρο, ακόμη και στην ασπρόμαυρη εκδοχή τους.
Στη Roma θα βρει ο θεατής δύο μακέτες σε χειροποίητο χαρτί του 1968, ένα μεγάλο ζωγραφικό έργο και ένα γλυπτό από πλεξιγκλάς του 1969. Υπάρχουν όμως κι έργα που δουλεύτηκαν ξανά από τον Κατζουράκη: μια σειρά μικρών γλυπτών του 1970 που ανακατασκευάστηκαν το 2002, καθώς και ένα ανοιχτό κουτί (Box, 2008) από ζωγραφισμένο αλουμίνιο και ακρυλικό καθρέφτη. Όλα αυτά βασίζονται στην ιδέα του αναπτύγματος κουτιών συσκευασίας και στην ανασύνθεση του σχήματος του κύβου.
Πρόθεση του καλλιτέχνη είναι η δημιουργία κλειστών ή ανοιχτών σχημάτων. Όπως σημειώνει ο ίδιος ο Μ.Κ., τον απασχολεί έντονα ο ρυθμός των σχημάτων και των χρωμάτων, αλλά και η δημιουργία ενός προσωπικού λεξιλογίου. Τα γεωμετρικά σχήματα με τα οποία καταπιάνεται τού έδωσαν «απεριόριστες δυνατότητες συνθέσεων, παρόλα τα προκαθορισμένα όριά τους». Μέσα από τη σύνθεση και ανασύνθεση αυτών των στοιχείων, ο γνωστός εικαστικός -πρωτεργάτης της γεωμετρικής τέχνης στην Ελλάδα- προσπαθεί να αποκτήσει «νέες αυτόνομες και ολοκληρωμένες μορφές».
Το ενδιαφέρον του Κατζουράκη για τις γεωμετρικές δομές και τις θεμελιώδεις χρωματικές σχέσεις ενισχύθηκε, κατά τη δεκαετία του ’60, με μινιμαλιστικές επιρροές. Το 1976 συμμετείχε στην ομάδα «Διαδικασίες-Συστήματα», που συγκέντρωνε καλλιτέχνες με ανάλογες τάσεις. Σύντομα πέρασε σε έργα μεγάλης κλίμακας, με χρήση πολλαπλών μέσων και ποικίλων υλικών. Προς την ίδια κατεύθυνση κινήθηκε και στον τομέα του design, που τον απασχολούσε παράλληλα με το κυρίως εικαστικό του έργο. Με την πρώτη του ατομική έκθεση στο Παρίσι (1979, Denise René), καθιερώθηκε ως καλλιτέχνης με νεο-κονστρουκτιβιστικές τάσεις.
Στις επόμενες φάσεις της δουλειάς του παρουσίασε και άλλες πτυχές του έργου του, που αναφέρονται είτε σε καθαρά ζωγραφικές αναζητήσεις είτε στη σχέση μεταξύ τέχνης και καθημερινού περιβάλλοντος, με κατασκευές δύο ή τριών διαστάσεων, επίτοιχες ή εγκατεστημένες στο χώρο. To 1997, το μνημειακών διαστάσεων γλυπτό του Incontri, παρουσιάστηκε στη Βενετία, σε πλωτή εξέδρα. Το 2006 δημιούργησε το έργο Μαζαρέκο για το Σταθμό Πανόρμου του αθηναϊκού Μετρό.
Η εκθεσιακή του δραστηριότητα ήταν έντονη, εντός και εκτός Ελλάδας. Οι σημαντικότερες αναδρομικές του εκθέσεις παρουσιάστηκαν στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και στην ΑΣΚΤ (2001, 2002), στο Μουσείο Μπενάκη (Φρέντυ Κάραμποττ, Μιχάλης & Αγνή Κατζουράκη – Διαδρομές Design Routes, 2009) και στο ΜΙΕΤ (Έργα για συγκεκριμένους χώρους, 2012).
Αν κάναμε αυτή την ιστορική αναδρομή ήταν για να δείξουμε, όχι τόσο τις διακρίσεις που το έργο του Μιχάλη Κατζουράκη απέσπασε, αλλά γιατί η έκθεση στη Roma Gallery επιβεβαιώνει τη συνεκτικότητα ενός έργου που έχει αξία διαχρονική. Αυτή η εσωτερική συνοχή, σε συνδυασμό με τη φυσική ευγένεια του άνδρα, αποτελεί τον πυρήνα μιας δουλειάς που υψώνεται ψηλά στα εικαστικά μας πράγματα.
Την επιμέλεια της έκθεσης έχει ο Χριστόφορος Μαρίνος. Διάρκεια έως: 30 Απριλίου. Δευτέρα, Τετάρτη, Σάββατο 10:00 – 16:00, Τρίτη, Πέμπτη, Παρασκευή 10:00 – 20:00. Ρώμα 5, Κολωνάκι.