Η απουσία επιθετικής δραστηριότητας στο Αιγαίο και η εξασφάλιση «ήρεμων νερών» στη διάρκεια μιας δύσκολης προεκλογικής περιόδου ήταν από την πρώτη στιγμή ευπρόσδεκτη και χρήσιμη. Όμως η αναστολή της εχθρικής δραστηριότητας επί του πεδίου η οποία καμιά σχέση δεν έχει με ουσιαστική αποκλιμάκωση και πολύ περισσότερο με άνοιγμα παράθυρου ευκαιρίας στις ελληνοτουρκικές σχέσεις δημιουργεί σοβαρά ερωτηματικά ως προς το με ποιο κόστος εξασφαλίστηκε από την Αθήνα.
Κανείς από την κυβέρνηση δεν ισχυρίστηκε βεβαίως ότι αυτή η «μη ένταση» σημαίνει και αλλαγή των τουρκικών θέσεων, όμως οι αναφορές ότι δημιουργούνται συνθήκες για επανέναρξη των ελληνοτουρκικών συνομιλιών μετά τις εκλογές είναι προβληματικές, ενώ και η «ανοχή» της Αθήνας απέναντι στα αρνητικά δείγματα γραφής που εκπέμπει η Άγκυρα είναι επίσης ανησυχητική καθώς δίνουν λάθος μηνύματα στη διεθνή κοινότητα αλλά και στην Άγκυρα.
Το ερώτημα είναι με τι αντάλλαγμα από ελληνικής πλευράς επιτεύχθηκε αυτή η αναστολή εχθρικής δραστηριότητας στο Αιγαίο και η προσωρινή (όπως αποδεικνύουν και οι δηλώσεις Τσαβούσογλου, Σοϊλού, οι επισκέψεις στη Θράκη) διακοπή της εχθρικής ρητορικής.
Αν και η εικόνα δεν είναι καθαρή, δίνεται η εντύπωση ότι έχει γίνει ετεροβαρής συνεννόηση με την Τουρκία η οποία δεν είναι «στιγμιαία», καθώς επηρεάζει τις συνθήκες και το κλίμα όταν μετά τις εκλογές κληθεί αυτή ή άλλη ηγεσία του ΥΠΕΞ να διερευνήσει τις δυνατότητες διαλόγου με την Τουρκία. Και μάλιστα υπό τη διακριτική παραίνεση του διεθνούς παράγοντα είτε αυτός είναι η Ουάσιγκτον είτε το Βερολίνο και η ίδια η ΕΕ.
Αν λάβουμε ως αφετηρία το γεγονός ότι η ένταση των τελευταίων ετών προήλθε από την αναθεωρητική και διεκδικητική πολιτική της Τουρκίας, τότε είναι προφανές ότι η αποκλιμάκωση έπρεπε να αφορά την ίδια. Η χρονική επέκταση του μορατόριουμ πραγματοποίησης ασκήσεων στο Αιγαίο, παρά το γεγονός ότι έχει σημαντικά προβληματικά στοιχεία καθώς αφορά χώρο άσκησης και κυριαρχικών δικαιωμάτων σε ευαίσθητες περιοχές που υπάρχουν τα ελληνικά νησιά (και όχι απλώς διεθνή ύδατα, όπως είναι για την Τουρκία) είναι θετική εξέλιξη, καθώς αποτρέπει την αλληλοεπικάλυψη δεσμευμένων περιοχών για ασκήσεις και τον κίνδυνο θερμού επεισοδίου και εντάσεων.
Όμως από κει και πέρα θα πρέπει να δούμε τι ακριβώς προσέφερε η Τουρκία σε αυτή τη «συνεννόηση» για μείωση της έντασης και τι η Ελλάδα.
Ο κ. Σοϊλού σε συνέντευξή του πριν τρεις ημέρες δήλωσε ότι «ο Τούρκος πρόεδρος, έκανε άλλη μια χειρονομία προς τους Έλληνες. Ήταν μια χειρονομία που ήθελαν. Εμείς δεν θέλουμε οι σχέσεις να είναι τεταμένες» ανέφερε, χωρίς να εξηγήσει ποια ήταν αυτή η κίνηση που ζήτησε η Αθήνα.
Όμως προς το παρόν το μόνο που έχει υπάρξει εκ μέρους της Τουρκίας είναι η διακοπή των διαρκών παράνομων υπερπτήσεων ελληνικού εδάφους και η παραβίαση του ελληνικού εναέριου χώρου, αν και χρησιμοποιεί συστηματικά και σχεδόν καθημερνά στο σύστημα έκδοσης ΝΟΤΑΜ’s για να επαναβεβαιώνει τις θέσεις της για την αποστρατικοποίηση των νησιών, τη μη αναγνώριση του ελληνικού εναέριου χώρου στην περιοχή 6-10 ν.μ, τις ελληνικές ζώνες SAR…
Η διακοπή της επιθετικής ρητορικής είναι υπό συζήτηση, καθώς με κάθε ευκαιρία τίθεται όλο το πλαίσιο των τουρκικών διεκδικήσεων εναντίον της χώρας μας με ιδιαίτερη έμφαση μάλιστα στις «γκρίζες ζώνες» και την ευθεία αμφισβήτηση όχι απλώς κυριαρχικών δικαιωμάτων αλλά και της ίδιας της κυριαρχίας της χώρας μας.
Η διακοπή των επιθετικών δραστηριοτήτων και της εχθρικής ρητορικής θα έπρεπε να είναι προϋπόθεση άνευ όρων και ανταλλαγμάτων, για την εμβάθυνση των διαύλων επικοινωνίας.
Όμως δημιουργούνται σοβαρά ερωτηματικά για τον τρόπο με τον οποίο η Τουρκία επιχειρεί να κεφαλαιοποιήσει αυτή τη διαδικασία προωθώντας θέσεις της.
Η Ελλάδα σε αυτό το καλάθι «παζαριού» για την αποκλιμάκωση, θα αρκούσε να τοποθετήσει τη συναίνεσή της για μη διεξαγωγή μεγάλης κλίμακας ασκήσεων και τίποτε περισσότερο.
Όμως βλέπουμε τις τελευταίες εβδομάδες την προβληματική αντιμετώπιση των τουρκικών κινήσεων:
Ο πρόεδρος της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης Μ. Σέντοπ περιοδεύει σε Κομοτηνή και Ξάνθη, κάνει έμμεσες παρεμβάσεις στις ελληνικές εκλογές με την προβολή δίπλα του συγκεκριμένων μειονοτικών υποψηφίων με τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ και συγχρόνως επισκέπτεται συλλόγους που είναι σε διαμάχη με την Ελληνική Δικαιοσύνη για τη χρήση του όρου «τουρκικός» πρόσφερε στήριξη στους ψευδομουφτήδες, έκανε λόγο για στήριξη της Μητέρας Πατρίδας στο πρόβλημα διακρίσεων που υφίσταται η «τουρκική μειονότητα Δ. Θράκης» και δεν υπήρξε καμιά απάντηση, κανένας σχολιασμός από το ΥΠΕΞ.
Με τρόπο που δίνεται η εντύπωση ότι έτσι δημιουργείται ένα εθιμικό κεκτημένο. Και αυτό φάνηκε βεβαίως με την αντίστοιχη περιοδεία στη Θράκη του Τούρκου πρεσβευτή στην Αθήνα Τ. Ερτσιγιές η οποία επίσης έμεινε ασχολίαστη.
Στη διάρκεια του Πάσχα με άνωθεν κυβερνητική εντολή κανένας από την πολιτική ή στρατιωτική ηγεσία του ΥΕΘΑ ή εκπρόσωπος της κυβέρνησης δεν επισκέφθηκε, ως είθισται, ελληνικά φυλάκια στα ακριτικά νησιά του Αιγαίου, αυτά που η Τουρκία θεωρεί αποστρατικοποιημένα και όπου κάθε φορά που υπάρχει επίσκεψη, διαμαρτύρεται επισήμως και ανεπισήμως.
Ο κ. Τσαβούσογλου για μια ακόμη φορά στη συνέντευξή του τη Δεύτερα στο τουρκικό TV100 έθεσε απροκάλυπτα και πάλι στην ατζέντα και το θέμα των «γκρίζων ζωνών» και του εναέριου χώρου κ.α. Όμως η απάντηση του Υπουργείου Εξωτερικών έσπευσε να αποδώσει τις δηλώσεις στην …προεκλογική περίοδο της Τουρκίας. Αυτό αποτελεί λάθος ανάγνωση που εξυπηρετεί μεν τη διατήρηση του ήπιου κλίματος αλλά ουσιαστικά εξωραΐζει τον τουρκικό αναθεωρητισμό, αποδίδοντάς τον σε πολιτικές σκοπιμότητες της στιγμής.
Πραγματικά, αναρωτιέται κανείς, ποιο είναι το τόσο σοβαρό αντάλλαγμα που έχει προσφέρει ο κ. Ερντογάν (το οποίο πάντως δεν είναι ορατό) ώστε η Αθήνα να αποδέχεται μια πρακτική την οποία η Τουρκία πλέον θα θεωρεί κεκτημένο και θα έχει πειστεί ότι αρκεί να δώσει εντολή στα αεροπλάνα της να μην πετούν πάνω από το Αγαθονήσι, τους Λειψούς ή την Παναγιά και να εξασφαλίζει ότι γίνεται εμμέσως αποδεκτός ο ισχυρισμός της για θολό καθεστώς των ελληνικών νησιών και ότι η Θράκη αποτελεί ανοικτό πεδίο άσκησης της εξωτερικής της πολιτικής.
Ίσως, όπως υπαινίχθησαν ορισμένοι, ο κ. Ερντογάν σε μια κίνηση …καλής θέλησης δεν έστειλε τα πλοία του για έρευνες η γεωτρήσεις σε περιοχές της ελληνικής υφαλοκρηπίδας τις οποίες θεωρεί τουρκικές και αυτό είναι το μεγάλο «δώρο» του στην Αθήνα. Προφανώς, και αυτό έχει την εξήγησή του και στον προσανατολισμό της Άγκυρας στις γεωτρήσεις της Μαύρης Θάλασσας αλλά πιθανον και στις συστάσεις της Ουάσιγκτον. Αλλά και αυτό ακομη αν συνέβαινε θα πρόκειται για μονομερή επιθετική ενέργεια…
Η Τουρκία απειλεί, προβαίνει σε επιθετικές, μονομερείς, παράνομες και ασύμβατες με το διεθνές δίκαιο κινήσεις και προκειμένου να τις διακόψει (προσωρινά) απαιτεί από την Ελλάδα… ανταλλάγματα, αυτοσυγκράτηση και ανοχή σε διεκδικήσεις της Άγκρυρας.
Μάλλον, αυτό το παζάρι δεν γίνεται ούτε συνεχίζεται σε σωστή βάση.
Και η κληρονομιά που θα μείνει στον επόμενο Υπουργό Εξωτερικών, όποιος και αν είναι αυτός, θα είναι βαριά και υποθηκευμένη…