Του Νίκου Μελέτη
Στην μακρά συνέντευξη του απολογιστική μιας μεσολάβησης που διήρκεσε μια εικοσαετία ο κ. Νίμιτς περιγράφει με προσωπικό τόνο το πως έζησε τις διαφορετικές φάσεις της διαπραγμάτευσης με τους διαφορετικούς ηγέτες της κάθε πλευράς, επιβεβαιώνοντας βεβαίως ότι με την Συμφωνία των Πρεσπών δεν απειλείται η «Μακεδονική Ταυτότητα» και το δικαίωμα των πολιτών της χώρας να δηλώνουν «Μακεδόνες»...
Η συνέντευξη δόθηκε στην εκπομπή στην «μακεδονική γλώσσα» της Deutsche Welle όπου φυσικά στους τίτλους παραμένει η αναφορά σε ειδήσεις από την «Μακεδονία»…
Στην ερώτηση ότι εξελίσσεται σε πρόβλημα για την άλλη πλευρά ότι πολύ συχνά χρησιμοποιείται το «Βορειομακεδόνας» ή η γλώσσα χαρακτηρίζεται «Βορειομακεδονική» ο κ. Νίμιτς εμφανίζεται καθησυχαστικός λέγοντας ότι «με την Συμφωνία συμφωνήσαμε οι άνθρωποι να προσδιορίσουν τους εαυτούς τους ως Μακεδόνες, αλλά το όνομα του κράτους θα είναι «Βόρεια Μακεδονία», οπότε κάποιες φορές θα χρησιμοποιείται ο όρος «Βορειομακεδόνας». Όμως η Εθνική ταυτότητα είναι η Μακεδονική..».
Ο κ. Νίμιτς προβάλει και ένα τουλάχιστον ατυχές επιχείρημα (καθώς αφορά τον διαμελισμό μιας ενιαίας χώρας και ομοιογενούς εθνότητας), λέγοντας ότι στην Βόρειο Κορέα και στην Νότιο Κορέα οι κάτοικοι ονομάζονται και αυτοαποκαλούνται Κορεάτες καθώς όπως είπε τα ονόματα των χωρών αλλάζουν αλλά οι άνθρωποι διατηρούν την ταυτότητα τους. Έτσι μπορούν να αυτοαποκαλούνται Μακεδόνες. Κι αν κάπου χρησιμοποιείται ο όρος Βορειομακεδόνας, δεν είναι και το τέλος του κόσμου…»
Σε σχέση με τις αντιδράσεις που υπάρχουν και στις δυο χώρες ο κ. Νίμιτς είναι αρκετά επιφυλακτικός λέγοντας ότι κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για το μέλλον καθώς «η ιστορία δεν σταματά ποτέ και οι διαφορές με βαθιές ρίζες αλλάζουν μεν αλλά ποτέ δεν εξαφανίζονται εντελώς…»
Ο κ. Νίμιτς αναφέρει ακόμη ότι είπε σε όλες τις πλευρές στα Σκόπια ότι έχουν μπροστά τους τον «δρόμο για το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε., την οικονομική ανάπτυξη την βελτίωση των σχέσεων των “εθνοτικά Μακεδόνων” με τους Αλβανούς... Με όλα αυτά τα προβλήματα μπροστά σας θα γυρίσετε πίσω και θα συζητήσετε ξανά με τους Έλληνες για το όνομα;»
Ενώ απαντώντας σε όσους διαφωνούν με την Συμφωνία ,στην Ελλάδα ο κ. Νίμιτς δηλώνει ότι οι Έλληνες έχουν μια καλή λύση και η Συμφωνία αποτελεί πραγματική επιτυχία για την Ελλάδα. Πήραν όσα ζητούσαν τα τελευταία χρόνια, Αλλαγή του ονόματος erga omnes, αναγνώριση των ιστορικών θεμάτων , σαφείς δεσμεύσεις αντιμετώπισης του αλυτρωτισμού.
Και εξηγεί ότι κατά την άποψη του οι Έλληνες «δεν έδωσαν τίποτα» και έτσι είναι αδικαιολόγητο το ψυχολογικό αίσθημα της παραχώρησης , προβάλλοντας το επιχείρημα ότι οι Έλληνες δεν παραχώρησαν όπως υποστηρίζουν ορισμένοι την γλώσσα γιατί η γλώσσα υπήρχε και έτσι την αναφέρουν τα αγγλικά λεξικά και ότι εάν η Συμφωνία των Πρεσπών είχε συνταχθεί στην… κινέζικη που είναι επίσημη γλώσσα του ΟΗΕ κανείς δεν θα αντιδρούσε καθώς δεν θα καταλάβαινε ότι η γλώσσα καταγράφεται (σ.σ. στα κινεζικά) ως Μακεδονική.
(Πουθενά βεβαίως δεν επικαλείται το βασικό επιχείρημα της κυβέρνησης για την υποτιθέμενη αναγνώριση της «Μακεδονικής» γλώσσας από την Ελλάδα το 1977 στην διάσκεψη του ΟΗΕ).
Ο κ. Νίμιτς κάνει μια σημαντική παραδοχή ότι το πρόβλημα δεν αφορούσε τόσο την αρχαία κληρονομιά αλλά τις μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους εξελίξεις στην περιοχή «με την ένταξη στην Ελλάδα, της «Βόρειας Ελλάδας» που είχε μικτό πληθυσμό και αργότερα με την ενίσχυση από τον Τίτο του κομμουνιστικού Στρατού που αποτελούνταν και από Σλάβους…» και κάνει ιδιαίτερη αναφορά στην βάσιμη ανησυχία που υπήρχε στην Ελλάδα για την δημιουργία μειονοτικού ζητήματος, καθώς όπως λέει η ύπαρξη μειονοτήτων στα Βαλκάνια συνδέονταν με την φιλοδοξία της χώρας καταγωγής να την προστατεύσει…
Φυσικά θα πρέπει να επισημανθεί ότι η Συμφωνία των Πρεσπών έλαβε ελάχιστα υπόψη της τον αλυτρωτισμό που δημιουργήθηκε μετά την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και κυρίως από την κομμουνιστική Γιουγκοσλαβία και περιορίσθηκε στο «εύκολο» κομμάτι του διαχωρισμού του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού από τον... σλαβικό πολιτισμό.
Ο κ. Νίμιτς περιγράφει με γλαφυρό τρόπο την απογοήτευση που ένοιωθε τα 20 αυτά χρόνια βλέποντας τίποτε να μην κινείται. Ήταν τυχερός λέει που δεν ήταν η μοναδική απασχόληση του γιατί θα ήταν «καταθλιπτικό» να κάθεται στο γραφείο επί μήνες χωρίς να κάνει τίποτε... Όσο για την αμοιβή του ως μεσολαβητής, είναι αποκαλυπτικός. Η αμοιβή του είχε ορισθεί στο συμβολικό ποσό του 1$ το χρόνο.
«Τα είκοσι δολάρια δεν μου τα έδωσαν ποτέ. Τουλάχιστον πλήρωναν τα έξοδα των μετακινήσεων μου...» λέει με το γνωστό φλεγματικό χιούμορ του ο παλιός έμπειρος Αμερικανός μεσολαβητής…