Στη Σαμαρκάνδη, την ιστορική πόλη του Ουζμπεκιστάν, θα πραγματοποιηθεί μεθαύριο η φετινή σύνοδος του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης. Ο oργανισμός, ο οποίος ιδρύθηκε το 2001 στη βάση του παλαιότερου σχήματος «Σαγκάη Πέντε» (1996), περιλαμβάνει σήμερα – μετά τη διεύρυνση του 2017 – την Κίνα, την Ρωσία, το Καζακστάν, την Κιργιζία, το Τατζικιστάν, το Ουζμπεκιστάν, το Πακιστάν και την Ινδία.
Το 2021 ο Οργανισμός κατέληξε σε συμφωνία με την Τεχεράνη, βάσει της οποίας το Ιράν θα γίνει το ένατο μέλος του το 2023. Πρόκειται για ένα εξελισσόμενο πλαίσιο οικονομικής και πολιτικής συνεργασίας, το οποίο περιλαμβάνει και την ασφάλεια στους διακηρυγμένους στόχους του.
Αρκετά θέματα στην ατζέντα, μεταξύ των οποίων η προώθηση της «αποδολαριοποίησης» (dedollarisation) των περιφερειακών συναλλαγών αλλά και οι προοπτικές διεύρυνσης του οργανισμού. Σε αυτό το πλαίσιο, μετά τη Ρωσία, και η Κίνα δήλωσε ότι στηρίζει την περαιτέρω ενίσχυση των σχέσεων μεταξύ της Τουρκίας, της Αιγύπτου, του Κατάρ, της Σαουδικής Αραβίας και του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης.
Στο μεταξύ, η Τουρκία έχει ήδη δηλώσει ότι επιθυμεί την είσοδό της στους BRICS, την καθιερωμένη οργανωτική έκφραση της οικονομικής και εμπορικής συνεργασίας μεταξύ Βραζιλίας, Ρωσίας, Ινδίας, Κίνας και Νότιας Αφρικής.
Στην πρόσφατη σύνοδο των BRICS, τον Ιούνιο 2022, αξιωματούχοι της Οργάνωσης καταδίκασαν τις δυτικές κυρώσεις στην Ρωσία ενώ δήλωσαν και ότι η Αίγυπτος, η Σαουδική Αραβία και η Τουρκία αναμένεται να ενταχθούν σταδιακά στην ομάδα. Στο περιθώριο της πρόσφατης και της προηγούμενης συνόδου συζητήθηκαν και χώρες όπως η Αργεντινή, η Ινδονησία, το Καζακστάν, η Νιγηρία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Ταϊλάνδη. Και η Τουρκία.
Σίγουρα πρόκειται για εντυπωσιακά ενδιαφέροντες και περίεργους προσανατολισμούς, αν αναλογιστούμε ότι αναφερόμαστε σε ένα μέλος του ΝΑΤΟ από το 1952, όταν προσχώρησε στην ευρωατλαντική συμμαχία στην πρώτη διεύρυνσή της μαζί με την Ελλάδα. Η (τότε) Δυτική Γερμανία είχε ακολουθήσει λίγο αργότερα, το 1955.
Από την άλλη πλευρά, πρέπει επίσης να αναλογιστούμε ότι βιώνουμε ένα κόσμο που αλλάζει. Παρά τα φαινόμενα, ο νέος κόσμος θα είναι πολυκεντρικός, κάτι που φαίνεται όχι μόνον από τις εξελίξεις πέραν της Δύσης αλλά και από εκείνες στο εσωτερικό της.
Η Άγκυρα φαίνεται ότι αντιλαμβάνεται αυτή την αναδυόμενη πραγματικότητα, αλλά τη διαβάζει μέσα από το συγκεκριμένο πρίσμα της εξελισσόμενης αναθεωρητικής και επεκτατικής στρατηγικής της. Στον αναδυόμενο πολυκεντρικό κόσμο οι ισχυροί περιφερειακοί δρώντες έχουν αναβαθμισμένο ρόλο, οι περιφερειακές συγκρούσεις είναι πιθανότερες και συχνότερες και κάποιες, τουλάχιστον, από τις συμμαχίες είναι εύπλαστες και εξαρτώμενες από τα επιμέρους ζητήματα που ανακύπτουν.
Βεβαίως τα διάφορα μη δυτικά κέντρα δεν συνιστούν – αυτή τη στιγμή μπλοκ. Ούτε κατά προσέγγιση. Οι «απέναντι» στη Δύση συνιστούν ένα πολύ σημαντικό και ισχυρό άθροισμα αλλά οι διαφορές ανάμεσά τους παραμένουν κρίσιμες. Η Κίνα έχει, συνολικά, εμπορικές σχέσεις με τις ΗΠΑ και την Ευρώπη που φτάνουν τα 1.3 τρισ. δολάρια. Δεν επιθυμεί να τις χάσει.
Παράλληλα, παρά τις σημαντικές συγκλίσεις στο εσωτερικό των BRICS, οι σχέσεις Ινδίας – Κίνας παραμένουν δύσκολες και τεταμένες. Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει, παρόλα αυτά, ενισχύσει τα συνεκτικά στοιχεία μεταξύ πολλών – αλλά όχι όλων – των μη δυτικών περιφερειακών και διεθνών δρώντων.
Στο μεταξύ η Τουρκία δια του προέδρου της, απειλεί πια ανοικτά με εισβολή στα ελληνικά νησιά του ανατολικού Αιγαίου. Από τον χειμώνα επισημαίνω ότι αντί να προσβλέπει σε ήρεμα νερά, η ελληνική πλευρά οφείλει να προειδοποιήσει τους πάντες ότι ενώ η βόρεια και βορειοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ ενισχύεται με τρόπο εντυπωσιακό, η νοτιοανατολική πτέρυγα της συμμαχίας κινδυνεύει να καταρρεύσει σύντομα. Με ό,τι αυτό θα συνεπάγεται για τις περιφερειακές και διεθνείς ισορροπίες.
Ο προσανατολισμός σε ένα δυνητικά πλουραλιστικό διεθνές περιβάλλον δεν αποτελεί, από μόνος του, πρόβλημα. Το ζήτημα με τον επιτήδειο κ. Ερντογάν συνίσταται στη ειδική ανάγνωση αυτού του περιβάλλοντος μέσα από το πρίσμα της αναθεωρητικής, επεκτατικής Τουρκίας που οραματίζεται. Το συγκεκριμένο πρίσμα αναζητεί παράθυρα ευκαιρίας όχι τόσο για αναζήτηση οφέλους μέσα από τη βελτίωση πολλαπλών σχέσεων αλλά – κυρίως – για την εξασφάλιση τετελεσμένων εις βάρος γειτονικών χωρών. Αναφορικά με την «γαλάζια πατρίδα», δηλαδή την προσπάθεια καθιέρωσης της Τουρκίας και ως θαλάσσιας δύναμης, τα όποια τετελεσμένα θα είναι εις βάρος της Ελλάδας.
Με τον πόλεμο στην Ουκρανία να συνεχίζεται και να εισέρχεται σε ολοένα δυσκολότερες φάσεις όπου καμία από τις δύο πλευρές δεν έχει κίνητρο για άμεση διαπραγμάτευση, η ερντογανική ανάγνωση του τουρκικού συμφέροντος ενδέχεται να οδηγήσει την Άγκυρα σε περαιτέρω όξυνση στο εσωτερικό του ΝΑΤΟ.
Παρότι ένας πόλεμος φθοράς μπορεί να εξακολουθήσει για μήνες και χρόνια, η ουκρανική αντεπίθεση – με κρίσιμη δυτική υποστήριξη – οδηγεί σταδιακά το Κρεμλίνο σε διλημματική στιγμή: κλιμάκωση με πλήρη στρατιωτική επιστράτευση στη Ρωσική Ομοσπονδία ή αναζήτηση διπλωματικής διεξόδου με ατζέντα υποχώρησης. Σε κάθε περίπτωση, ο Πούτιν θα δυσκολευτεί να επιβιώσει πολιτικά εάν χαθεί το Ντομπάς, πόσο μάλλον αν αμφισβητηθεί η παλαιότερη (2014) προσάρτηση της Κριμαίας.
Με δυο λόγια, όσο δυσκολεύεται ο Πούτιν στην Ουκρανία, τόσο αυξάνει η σημασία του Ερντογάν στο πλαίσιο της «ανταγωνιστικής συμπληρωματικότητας» την οποία επισημαίνω επί μια δεκαετία. Ως συνήθως, η Ρωσία επενδύει στις ρωγμές της ευρωατλαντικής συνεργασίας. Ειδικά όμως στη δύσκολη σημερινή συγκυρία, ένας πόλεμος στο εσωτερικό του ΝΑΤΟ θα ήταν μέγιστο δώρο του Ερντογάν στον Πούτιν.
*Ο Κώστας Α. Λάβδας είναι Καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και έχει διατελέσει, μεταξύ άλλων, Senior Research Fellow στο London School of Economics και Καθηγητής στην Έδρα Ελληνικών και Ευρωπαϊκών Σπουδών «Κωνσταντίνος Καραμανλής» στο Fletcher School of Law and Diplomacy του Πανεπιστημίου Tufts στις ΗΠΑ.