Μπροστά σε μια πρωτόγνωρη επιχείρηση τυφλής κλιμάκωσης της έντασης των ελληνοτουρκικών σχέσεων βρίσκεται η Αθήνα που προσπαθεί να αποκρυπτογραφήσει την νέα τακτική που ακολουθεί η Άγκυρα τους τελευταίους μήνες που ξεκίνησε με την προσπάθεια προσβολής της ελληνικής κυριαρχίας στον Έβρο και συνεχίζεται με το ξεδίπλωμα όλης της αναθεωρητικής ατζέντας και της ποιοτικής αναβάθμισης των προκλήσεων στον αέρα, με τις καθημερινές υπερπτήσεις ελληνικών νησιών.
Οι υπερπτήσεις πλέον δεν αφορούν κάποιες βραχονησίδες η νησίδες για τις οποίες εγείρει διεκδικήσεις η Τουρκία στην βάση της θεωρίας των «γκρίζων ζωνών» αλλά και στον Έβρο και σε κατοικημένα μεγάλα νησιά για τα οποία δεν έχει διανοηθεί καν να θέσει (τουλάχιστον μέχρι στιγμής) θέμα αμφισβήτησης της ελληνικής κυριαρχίας, όπως είναι η Λέσβος, η Χίος η Σάμος, οι Οινούσσες… Αν και δεν θα πρέπει να παραβλεφθεί το γεγονός ότι τις τελευταίες εβδομάδες έχουν εμφανισθεί δημοσιεύματα στην Τουρκία που συνδέουν την ελληνική κυριαρχία στα νησιά με την υποτιθέμενη υποχρέωση αποστρατιωτικοποίησης τους.
Ο Τ. Ερντογάν σε μια κρίσιμη καμπή της προεδρίας του που ξεκίνησε το 2002 και εξελίχθηκε πλέον σε μια αυταρχική παντοκρατορία η οποία όμως και με την κρίση του κορονοϊού δείχνει τα πρώτα σοβαρά ρήγματα, επιχειρεί να κάνει επίδειξη ισχύος όχι μόνο απέναντι στην Ελλάδα αλλά και σε άλλες γειτονικές χώρες αλλά και έναντι μεγάλων Δυνάμεων της Δύσης (με την «Διπλωματία υγειονομικού υλικού»).
Στα μεγαλοϊδεατικά σχέδια του Τ. Ερντογάν προβάλει και πάλι η γνωστή θεωρία του τουρκικού κατεστημένου περί εγκλωβισμού και περικύκλωσης της Τουρκίας με την διεύρυνση μάλιστα του «εχθρικού τόξου» που περιλαμβάνει πλέον εκτός της Ελλάδας-Κύπρου και όλο τον άξονα από Συρία -Ισραήλ- Αίγυπτο.
Ο Τούρκος ηγέτης στην αλαζονική και μεγαλοϊδεατική παραζάλη του του θεωρεί ότι η Ελλάδα και η Κύπρος αποτελούν τα ενοχλητικά «αγκάθια» τα οποία επιχειρεί να εξουδετερώσει.
Και με επίδειξη ισχύος ,όπως οι υπερπτήσεις ελληνικών νησιών επιχειρεί να επιβάλει ένα καθεστώς «ρουτίνας» στην παραβίαση κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας μας ως πρώτο βήμα για μια μορφή «δορυφοροποίσης» της όπως θα ταίριαζε στο σενάριο που έχει στο μυαλό του ο κ. Ερντογάν για μετατροπή της Τουρκίας σε περιφερειακή υπερδύναμη. Η τουρκική πολιτική επιδιώκει την ταπείνωση της Ελλάδας και την φιλανδοποίηση του Αιγαίου ως πρώτο βήμα πριν οδηγήσει την χώρα μας σε ένα τραπέζι διαπραγματεύσεων όπου ο ίδιος θα έχει θέσει την ατζέντα και θα υπαγορεύει τις λύσεις.
Η Αθήνα έχει πολύ λιγότερα εργαλεία αντιμετώπισης της τουρκικής απειλής από ότι στο παρελθόν ,καθώς μοχλοί πίεσης όπως ήταν η Ε.Ε. η ακόμη και ο από μηχανής (αμερικανικός) θεός ,δεν είναι πια αποτελεσματικοί ,ενώ η ισορροπία των δυνάμεων στο Αιγαίο έχει αλλάξει σημαντικά, αν και η αποτρεπτική ισχύς των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων παραμένει εξαιρετικά ισχυρή.
Η Ελλάδα πρέπει να αποφύγει την παγίδα θερμού επεισοδίου που στήνει ο Ερντογάν , το οποίο αποτελεί προνομιακό πεδίο για μια χώρα όπως η Τουρκία στην οποία δε υπάρχει λογοδοσία ούτε πολιτικό κόστος για την ενδεχόμενη απώλεια ενός , δυο η τριών μαχητικών και των πληρωμάτων τους, που αντιθέτως θα βοηθήσει στην εξεύρεση ενός ακόμη εχθρού και τόνωση του προφίλ του «Ηγέτη». Συγχρόνως όμως πρέπει να αποτρέψει την μετατροπή σε «ρουτίνα» της κατάφωρης παραβίασης της ελληνικής κυριαρχίας με τις υπερπτήσεις, να αντιδράσει στην προσπάθεια επιβολής τετελεσμένων με το τουρκολυβικό Μνημόνιο και να στείλει το μήνυμα ότι το «γκολπόστ» δεν είναι κενό όπως ίσως νομίζει ο κ. Ερντογάν.
Όμως στην προσπάθεια επίτευξης αυτής της ισορροπίας σημαντικό εμπόδιο αποτελεί και το γεγονός ότι έχουν κοπεί όλες οι γέφυρες επικοινωνίας με την Άγκυρα, (πέραν των υπηρεσιακών) και διαπιστώνεται για πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό ότι δεν υπάρχει αξιόπιστος συνομιλητής στην άλλη πλευρά του Αιγαίου.
Αυτή την στιγμή δεν υπάρχει καμιά επικοινωνία με το περιβάλλον του Προεδρικού Μεγάρου της Άγκυρας, ούτε και με τον Ι. Καλίν, έχει διαταραχθεί η επαφή με τον Μ. Τσαβούσογλου ο οποίος εξάλλου είναι αρκετά αποδυναμωμένος και είναι περισσότερο διακοσμητικός ο ρόλος του, η ουσιαστική συζήτηση με τον ΥΕΘΑ Χ. Ακάρ είναι δύσκολη λόγω και του διαφορετικού στάτους των υπουργών άμυνας στις δυο χώρες αλλά και γιατί δεν είναι επιθυμητή η «στρατιωτικοποίηση» των σχέσεων. Και φυσικά διάλογος δεν μπορεί να γίνει με τα τουρκικά μαχητικά να πετούν καθημερινά πάνω από ελληνικά νησιά.
Η Αθήνα μετά την άμεση και αποτελεσματική απάντηση στην προσπάθεια προσβολής της ελληνικής κυριαρχίας στον Έβρο και την αποτελεσματική μέχρι τώρα επιβολή περιοριστικών μέτρων για τον έλεγχο των ροών στα νησιά, οφείλει να προχωρήσει και σε άλλα βήματα που θα ακυρώσουν τους τουρκικούς σχεδιασμούς και θα στείλουν πάντως το μήνυμα στον κ. Ερντογάν ότι δεν παίζει μόνος του στο γήπεδο:
- Η Ελλάδα οφείλει να καταθέσει στον ΟΗΕ Ρηματική Διακοίνωση συμπληρωματική εκείνης με την οποία κοινοποίησε τον νόμο Μανιάτη στην οποία θα δηλώνει και με συντεταγμένες την μέση γραμμή που προβλέπει ο νόμος αυτός ως εξωτερικό όριο της ελληνικής υφαλοκρηπίδας «μέχρι να υπάρξει συμφωνία οριοθέτησης με τις σχετικές χώρες». Έτσι θα υπάρχει καταγραφή και των ελληνικών διεκδικήσεων σε θαλάσσιες ζώνες στην Ανατολική Μεσόγειο οι οποίες επικαλύπτουν φυσικά τις τουρκικές.
- Πρέπει να επισπευσθεί έστω και με ορισμένες παραχωρήσεις προς το Κάιρο ,η συμφωνία οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών με την Αίγυπτο η οποία θα μπει «σφήνα» στο τουρκολιβυκό Μνημόνιο.
- Με Ρηματικές Διακοινώσεις στον ΟΗΕ να καταγγείλει τις συστηματικές παραβιάσεις της εθνικής κυριαρχίας, δηλώνοντας ότι κινήσεις όπως οι υπερπτήσεις συνιστούν απειλή για την ασφάλεια και την ειρήνη της περιοχής και ενεργοποιούν το δικαίωμα της νόμιμης άμυνας βάσει του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ.
- Τέλος, θα πρέπει να ζητηθεί από την Τουρκία η ίδρυση και λειτουργία ελληνικού Γενικού Προξενείου στην Τραπεζούντα στην βάση της αμοιβαιότητας καθώς ήδη λειτουργεί ένα περισσότερο τουρκικό Προξενείο στην Ελλάδα το οποίο σε διαφορετική περίπτωση θα πρέπει να κλείσει...
AP Photo/Olivier Matthys
* Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο