Του Αλέξανδρου Δρίβα *
Ο μιθριδατισμός απέναντι στις άστοχες και απερίσκεπτες πολιτικές θέσεις μας έχει υποτάξει στο να έχουμε συνηθίσει τελείως τα όποια κακώς κείμενα βλέπουμε και να μην αντιδρούμε. Είναι επίσης στενάχωρο, που για λόγους λαϊκισμού στο παρελθόν, υπερπληθωρίστηκε η φράση «η δημοκρατία βάλλεται από παντού» και έτσι αν την πούμε σήμερα δε θα έχει κάποια αξία. Παρόλα αυτά, η όποια οργή και αγανάκτηση σε όρια δημοκρατικά και πολιτισμένα, αποτελούν ενδείξεις υγείας για όσους ακόμη εξοργίζονται ή και μειδιούν μπροστά σε όσα εξελίσσονται.
Η εξωτερική πολιτική δεν ήταν ποτέ το forte πολλών από όσους σήμερα κυβερνούν. Γενικά, η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας έχει περάσει από αρκετά κύματα και οφείλουμε να πούμε συγχαρητήρια σε όσους από το 2009 και μετά, στήριξαν έναν στρατηγικό προσανατολισμό της Ελλάδας, τέτοιον που να στηρίζεται σε εξωτερική εξισορρόπηση της Τουρκίας και ταυτόχρονα, να δημιουργεί μια συνεργατική-θετική ατζέντα στην γειτονιά μας (Τριμερείς με Ελλάδα, Κύπρο και Ισραήλ, Ελλάδα, Κύπρος, Αίγυπτος, ολοένα και καλύτερες σχέσεις με Ιορδανία και φυσικά ανασυγκρότηση των σχέσεών μας με τις ΗΠΑ).
Τις προηγούμενες μέρες, έντρομοι είδαμε η κυβέρνηση να βάλλει κατά της αντιπολίτευσης εγείροντας έναν «ευρωπαϊκό» διάλογο εντός της χώρας αναφορικά με την Τουρκία. Η κυβέρνηση, βυθισμένη στην Κριτική Θεωρία, γνωστή ως Σχολή της Φρανκφούρτης, ανακαλύπτει μονίμως καταπιεστές, φασίστες, ακροδεξιούς, «εθνίκια», προκειμένου να τσουβαλιάσει όλον εκείνον τον κόσμο (πολίτες και πολιτικούς) με τελικό στόχο να απενεργοποιήσει την κριτική και να δημιουργήσει κλίμα ενοχών για όποιον δεν ασπάζεται τα συνθήματα.
Από τη στιγμή που ψυχανεμιστήκαμε (μπορεί να κάναμε και λάθος) ότι αφέθηκε να εννοηθεί πως παρακολουθούμαστε ακόμη και στις προσωπικές μας σελίδες, τις οποίες διατηρούμε σε social media, για να εξακριβωθεί τι γνώμη έχουμε για τη Μακεδονία, ίσως χρειαστεί να ζητήσουμε τη χάρη της όποιας Κομαντατούρ μπορεί να ψάχνει, για να ασκήσουμε τεκμηριωμένη και όσο πιο κοντά στην επιστήμη, κριτική.
Σύντροφοι, δώστε μας το δικαίωμα λοιπόν, να ασκήσουμε κριτική για τα περί Τουρκίας, Βέμπερ και ενταξιακής της πορείας. Ας δούμε τέσσερα σημεία τα οποία αποδομούν το επικοινωνιακό πυροτέχνημα το οποίο αποδεικνύει την ελλιπή προετοιμασία του ΣΥΡΙΖΑ στα αφορόντα την εξωτερική πολιτική.
1. Δεν είμαστε ΗΠΑ αλλά Ε.Ε.
Ο όψιμος ευρωπαϊσμός του ΣΥΡΙΖΑ, από τη στιγμή που σε χρόνο θαυμαστό έλυσε ένα πρόβλημα (όπως νομίζει ότι το έλυσε) όπως το Σκοπιανό, έχει πάρει την ανιούσα. Τα ελληνικά προβλήματα έχουν πάψει να υπάρχουν, έχουμε γίνει παράδεισμος από FDI (Ξένες Άμεσες Επενδύσεις) και έτσι το κυβερνόν κόμμα έχει αφιερώσει τους υπόλοιπους μήνες της κυβερνητικής ζωής του, στο να «σώσε» την Ευρώπη από την «ακροδεξιά». Ταυτόχρονα, σπεύδει να «σώσε» και την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να μάθει πως η Ε.Ε είναι ένας οργανισμός. Δεν είναι κράτος. Αυτό σημαίνει πως το ότι κάποιος πολιτικός ηγέτης μιας χώρας είναι ομόσταβλος πολιτικά με κάποιον άλλον, (στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα) από άλλο κράτος-μέλος, δεν τον καθιστά απολογητή του.
Επίσης, ο ένας είναι υποψήφιος για κοινοτικό όργανο και ο άλλος για την ηγεσία της χώρας του. Τα πορτοκάλια με τα μήλα, παύουν να συγκρίνονται από την Αριθμητική της Α'' Δημοτικού. Δεν συγκυβερνούν, είναι πολίτες άλλων χωρών, ταγμένοι σε άλλα πολιτικά πόστα και η εσωτερική πολιτική είναι διαφορετική από την εξωτερική πολιτική.
2. Η πρεμούρα για την Τουρκία είναι εκτός ορθολογισμού.
Οι σχέσεις της Ελλάδας με την Τουρκία επιδεινώνονται κάθε χρόνο. Θα ήταν καλό για την πολιτική ορθότητα και την επιφανειακή στρογγυλοποίηση να «κρατήσουμε τις ισορροπίες» και να μας συγχαρούν όλοι γι''αυτό, όμως κάποιες φορές, η αλήθεια έχει γωνίες και δεν εγγράφεται σε κύκλο.
Η Τουρκία έχει εδώ και πολλά χρόνια επιλέξει έναν δρόμο. Το κυβερνόν κόμμα, αφού θεωρεί ότι έσωσε την Ελλάδα, μπορεί να προχωρήσει σε άλλες μεσσιανικές αποστολές που έχει θέσει και έτσι, μαζί με την Ευρώπη που θα σώσει από τους "ακραίους", θα σώσει και την Τουρκία. Επανερχόμενοι στο προκείμενο: Η Τουρκία έχει επιλέξει να ακολουθήσει μια «ανατολική πολιτική».
Ο τουρκικός επαναπροσδιορισμός της εξωτερικής πολιτικής, εξελίσσεται εδώ και 20 έτη καθώς η Άγκυρα θεώρησε ότι οφείλει να παίξει έναν άλλον, νέο ρόλο στην περιοχή καθώς το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, δεν τις έδινε εγγυήσεις για να παραμείνει ο θεματοφύλακας της Δύσης στη Μέση Ανατολή και στην Ευρασία.
Η πώληση των S-400 στην Τουρκία από την Ρωσία, φαίνεται ότι θα ολοκληρωθεί τον προσεχή Ιούλιο. Ο ενεργειακός κολοσσός της Ρωσίας, Rosatom θα αναλάβει το πυρηνικό πρόγραμμα (ειρηνικό) της Τουρκίας και η Τριμερής Συνεννόηση μεταξύ Μόσχας-Άγκυρας-Τεχεράνης, καλά κρατεί.
Η επιδείνωση των σχέσεων Τουρκίας και Ελλάδας, είναι φυσιολογικά απορρέουσα από την τουρκική επιλογή. Το ''''φταίμε και οι δύο", ίσως να ήταν ένα καλό σύνθημα αν διεκδικούσαμε Pulitzer, όμως τα πράγματα είναι πολύ απλά τόσο για την πολιτική πρακτική, όσο και από ακαδημαϊκής σκοπιάς: Η Ελλάδα είναι η συντηρητική δύναμη στο πλέγμα σχέσεων με την Τουρκία. Η Τουρκία είναι η αναθεωρητική δύναμη. Η Ελλάδα στηρίζεται στις Διεθνείς Συνθήκες που ορίζουν το status quo και η Τουρκία παραβιάζει αυτές τις Συνθήκες. Η Τουρκία εγείρει αξιώσεις έναντι της Ελλάδας, και η Ελλάδα δεν το κάνει.
3. Γέφυρα ή σύνορο; Σύνορο σύντροφοι.
Η προπαγάνδα που μπορεί να οικοδομηθεί αν είναι κάποιος θιασώτης της Κριτικής Θεωρίας και της Σχολής της Φρανκφούρτης, είναι εντυπωσιακή. Κατ'' αρχάς, μπορεί ο θιασώτης της Κριτικής Θεωρίας να πιστεύει ότι δρα για το γενικότερο καλό της ανθρωπότητας και άπαξ νομιμοποιεί με «καλοσύνη», «αλληλεγγύη» και άλλες μετα-μαρξιστικές φιοριτούρες τα λεγόμενά του, τότε μπορεί να δομήσει συμφωνίες που έχουν άλλο όνομα κράτους, άλλο προσδιοριζόμενο έθνος, άλλη προσδιοριζόμενη γλώσσα.
Μπορεί κάποιος να καλέσει τον Ταγίπ Ερντογάν στην Ελλάδα, εκείνος να γυρίσει την πλάτη στον Άγνωστο Στρατιώτη, να χαιρετήσει όπως χαιρετά στην Θράκη. Μπορεί κάποιος να είναι καλεσμένος του Τούρκου Προέδρου, και τη μέρα άφιξης της ελληνικής αποστολής, η Τουρκία να επικηρύξει για «καλωσόρισμα» 8 Τούρκους που τελούν υπό ασυλία, δείχνοντας ότι βλέπει την Ελλάδα ως βιλαέτι της.
Λίγες μέρες πριν, δια επισήμων χειλών της κυβέρνησης, ακούστηκε η φράση «Η Ελλάδα να γίνει η γέφυρα Τουρκίας και Ε.Ε». Εάν η φράση δεν ειπώθηκε λόγω έλλειψης γνώσεων στρατηγικής θεωρίας, τότε οφείλουμε να τη διορθώσουμε με το παρακάτω επιχείρημα: Μπορεί η λέξη «σύνορα» να φέρνει δυσφορία σε όσους δεν πιστεύουν στο έθνος-κράτος και επομένως, καταργούν αιώνες διπλωματικής ιστορίας η οποία δεν είναι κάτι άλλο από διευθέτηση εδαφικών διαφορών, όμως η πραγματικότητα κατισχύει της όποιας ιδεολογίας.
Τα κράτη έχουν σύνορα. Η στροφή της Τουρκίας στην ανατολή, καθιστά την Τουρκία ένα κράτος που καθημερινά και με αποδείξεις, γυρίζει ολοένα και περισσότερο την πλάτη στις ευρωπαϊκές αξίες και στον δυτικό πολιτισμό. Αυτή τη στιγμή και για το προβλεπτό μέλλον, (συνυπολογίζοντας τα περιφερειακά σχήματα συνεργασίας στην Ανατολική Μεσόγειο και στα Βαλκάνια αλλά και τον ειδικό συντελεστή που ονομάζεται «επιδείνωση των αμερικανοτουρκικών σχέσεων») η Ελλάδα, η Κύπρος και το Ισραήλ, είναι τα σύνορα του δυτικού κόσμου.
Άλλωστε, η γεωστρατηγική αναβάθμιση της Ελλάδας και της Κύπρου, παρά την οικονομική λαίλαπα που μοιράστηκαν, συνίσταται στο ότι με βάση τους νέους συσχετισμούς ισχύος, έγιναν σύνορα των δυτικών συμφερόντων. Η έννοια «γέφυρα» σημαίνει πρακτικά (στην πολιτική πρακτική) ότι η Ελλάδα θα δίνει ανταλλάγματα στην Τουρκία για να την κρατήσει σε ευρωπαϊκή τροχιά.
Αυτό σημαίνει οτι η Ελλάδα θα μπει ανάμεσα στην Ευρώπη και στην Τουρκία. Οι της κυβέρνησης δεν έχουν αντιληφθεί οτι το κλίμα του Ελσίνκι, υπάρχει στη βιβλιογραφία της εποχής του Σημίτη και ότι στην Ευρώπη, η Τουρκία και οι πολιτικές της, ψέγονται, όχι μόνο από την πολιτική ελίτ αλλά και από την κοινή γνώμη που βλέπει μια θεοκρατία να εκκολάπτεται στη γειτονική χώρα.
Με άλλα λόγια, όχι μόνο δεν πρέπει να απολογηθεί κανείς για τις δηλώσεις Βέμπερ, (σύμφωνα με τις οποίες αν εκείνος λάβει το Κοινοτικό αξίωμα που επιθυμεί θα παύσει τις ευρω-τουρκικές διαπραγματεύσεις) καθώς αντικατοπτρίζουν συνολικά την θέση που έχουν τα περισσότερα έθνη-κράτη της Ε.Ε, αλλά επίσης, θα ήταν τουλάχιστον ανόητο η Ελλάδα στο μέλλον, να αγνοήσει τους εταίρους της επειδή εμμένει στην άποψη ότι η ίδια μπορεί να πείσει την Τουρκία να γίνει περισσότερο ευρωπαϊκή, τη στιγμή που η Τουρκία εξοπλίζεται σαν αστακός και απειλεί οποιονδήποτε δεν επικροτεί τις παραβατικές -με βάση το Διεθνές Δίκαιο- πολιτικές της.
Για να στηρίξουμε ως Ελλάδα την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, και αυτή η στήριξη να μην είναι μέρος μιας κενολογίας, μιας ρητορικής πολιτικής ορθότητας και στρογγυλοποιημένης επικοινωνιακής προσέγγισης των ελληνοτουρκικών, χρειάζεται να λαμβάνει χώρα μια προϋπόθεση: Να επιθυμεί πραγματικά η Τουρκία να γίνει κράτος-μέλος της Ε.Ε και όχι η Ελλάδα και η Ε.Ε, να γίνουν «χορηγοί» της Τουρκίας.
Το Brexit έχει παίξει το ρόλο του αναφορικά με το πώς αντιμετωπίζει η Ε.Ε τα λεγόμενα «opt-outs» και δεν γίνεται τα Κριτήρια της Κοπεγχάγης να αποκτήσουν στραβισμό για την Τουρκία. Άλλωστε, αυτό που ευαγγελίζονται οι θιασώτες της κοινοτικοποίησης των ελληνοτουρκικών σχέσεων, είναι πως με αυτήν, η Τουρκία θα «κοινωνικοποιηθεί».
Τώρα αν ο Έλληνας πρωθυπουργός, υποσχέθηκε στον Ταγίπ Ερνογάν, αφού φύτεψε κερασιές και είδε μαυρόγατες οτι θα αλλάξει τα Κριτήρια της Κοπεγχάγης, είναι κάτι που θα πρέπει να απασχολήσει την τουρκική ηγεσία σε περίπτωση που το πίστεψε.
4. Σύντροφοι, με τις Πρέσπες είπατε ότι θα αποκλείσουμε την Τουρκία.
Ο κόσμος των επιχειρημάτων είναι πολύ διαφορετικός από αυτόν τον «απόψεων». Ένα επιχείρημα έχει στόχο να μην είναι άποψη. Έχει στόχο να είναι εγγύτερα στην πραγματικότητα. Ο ΣΥΡΙΖΑ λίγες εβδομάδες πριν, διέδιδε πως (εκτός του ότι αυτοί που δεν επιθυμούν τη λύση που προσέφερε η κυβέρνηση, είναι ένας όχλος ακροδεξιών) ότι το διπλωματικό μας κεφάλαιο, αναλωνόταν στο Σκοπιανό, ενώ θα έπρεπε να ασχοληθούμε με τον πραγματικό κίνδυνο, που είναι η Τουρκία.
Συμπληρωματικό σύνθημα ως προς το παραπάνω -επίσης σύνθημα- ήταν οτι με τη Συνθήκη των Πρεσπών, η Ελλάδα γίνεται περιφερειακή δύναμη στα Βαλκάνια και αποκλείονται η Ρωσία και η Τουρκία. Αν δεν κάνουμε λάθος, το πρόγραμμα διεύρυνσης της Ε.Ε, περιλαμβάνει μέχρι το 2025 την ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων στην Ε.Ε.
Η δήλωση-κάλεσμα για καταδίκη του Κυρίου Βέμπερ από την αντιπολίτευση, έγινε γιατί σύμφωνα με τον ΣΥΡΙΖΑ, ο Κύριος Βέμπερ, υποσχέθηκε πως θα διακόψει τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας. Λίγες βδομάδες πριν, το αφήγημα του ΣΥΡΙΖΑ ήταν πως η Συμφωνία των Πρεσπών, ανοίγει την πόρτα της εισόδου χωρών των Δυτικών Βαλκανίων στην Ε.Ε κάτι που θα απέκλειε την τουρκική επιρροή στα Βαλκάνια. Με άλλα λόγια, ταυτόχρονα, «Ναι» στην τουρκική ευρωπαϊκή πορεία αλλά και «Όχι».
ΥΓ: Περί πιθανών παρακολουθήσεων social media για ηλεκτρονική πιστοποίηση πολιτικών φρονημάτων: «Καμιά δουλειά δεν είναι ντροπή, εκτός από κάποιες ντροπές που είναι δουλειές».
* Ο Αλέξανδρος Δρίβας είναι PhD Cand. «Ελληνοαμερικανικές Σχέσεις».