Του Τάσου Ι. Αβραντίνη
Σαν σήμερα εξήντα τρία χρόνια πριν, ο Φιντέλ Κάστρο ταξιδεύοντας από το Μεξικό είχε φθάσει με τα υπόλοιπα μέλη του κινήματος Μ-26-7 στην Κούβα για να ξεκινήσει τον αγώνα του για την κατάληψη της εξουσίας. Σχεδόν δύο χρόνια μετά, την 1η Ιανουαρίου 1959, ο στυγερός δικτάτορας Φουλγκένσιο Μπατίστα εγκατέλειπε την Κούβα.
Ο Κάστρο με τη σειρά του θα οικοδομούσε ένα αυταρχικό κομμουνιστικό καθεστώς με κύρια χαρακτηριστικά του το μονοκομματικό κράτος, την απουσία κατοχύρωσης και προστασίας των ατομικών και κυρίως των πολιτικών δικαιωμάτων, την απουσία διάκρισης των εξουσιών, το χωρίς εγγυήσεις σωφρονιστικό σύστημα κι όλα αυτά «αγκαζέ» με δολοφονίες, εκτοπίσεις, εξορίες και στρατόπεδα συγκέντρωσης για τους αντιφρονούντες.
Ολα αυτά είναι λίγο έως πολύ γνωστά. Εκείνο που δεν είναι τόσο γνωστό είναι η στενή σχέση του προκατόχου του Κάστρο δικτάτορα Μπατίστα με το κομμουνιστικό κόμμα της Κούβας. Ο Μπατίστα, ο οποίος ανέβηκε στην εξουσία το 1933 ανατρέποντας τον δικτάτορα Ματσάδο, έπειτα από μια περίοδο αμιγώς δικτατορικής διακυβέρνησης, επιχείρησε δειλά από το 1938 τον εκδημοκρατισμό του καθεστώτος, με τη σύσταση συντακτικής επιτροπής για τη θέσπιση ενός νέου συντάγματος.
Το Σεπτέμβριο του 1938, ύστερα από απευθείας συνομιλίες με τους ηγέτες του κομμουνιστικού κόμματος της Κούβας, προχώρησε στη νομιμοποίησή του. Το 1940 θεσπίζεται ένα νέο φιλελεύθερο και δημοκρατικό σύνταγμα, το οποίο θα οδηγούσε στον εκδημοκρατισμό της χώρας. Μάλιστα η δωδεκαετία 1940-1952 χαρακτηρίζεται από αντικειμενικούς παρατηρητές, ως η πιο δημοκρατική στην ιστορία της Κούβας, με δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις, πολυκομματισμό και εννέα κόμματα να διεκδικούν την εξουσία, μεταξύ των οποίων και το Λαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα, δηλαδή το κομμουνιστικό κόμμα της Κούβας. Η σχέση Μπατίστα και κομμουνιστικού κόμματος δεν έμεινε όμως στην τυπική νομιμοποίηση στα πλαίσια του εγχειρήματος της φιλελευθεροποίησης από μέρους του πρώτου.
Πριν από τις ελεύθερες εκλογές του 1940 το κομμουνιστικό κόμμα της Κούβας συνεργάζεται στενά με το καθεστώς Μπατίστα και ελέγχει με την άμεση υποστήριξη του υπουργείου Εργασίας τη Συνομοσπονδία των Κουβανών Εργαζομένων (CTC). Στις εκλογές του 1940 το κομμουνιστικό κόμμα στηρίζει την υποψηφιότητα Μπατίστα και ως συνεργαζόμενο κόμμα στη Λαϊκή Σοσιαλιστική Συμμαχία κερδίζει 10 έδρες στη Βουλή των Αντιπροσώπων, ενώ εκλέγει περισσότερους από 100 δημοτικούς συμβούλους σε διάφορες πόλεις.
Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην εξουσία, από το 1940 έως το 1944, ο Μπατίστα έχει στενή συνεργασία με τους κομμουνιστές και το 1943 ο κομμουνιστής Χουάν Μαρινέλο γίνεται ο πρώτος κομμουνιστής υπουργός στη Λατινική Αμερική στην κυβέρνηση Μπατίστα. Στις ελεύθερες εκλογές του 1944 οι κομμουνιστές υποστηρίζουν σθεναρά την υποψηφιότητα Μπατίστα, ο οποίος όμως ηττάται από τον μεταρρυθμιστή δρ Ραμόν Γκράου, υποψήφιο του Αυθεντικού Επαναστατικού Κουβανικού Κόμματος.
Τον Ιούνιο του 1952 έχουν προκηρυχθεί στην Κούβα εκλογές, οι οποίες δεν θα γίνουν ποτέ. Στις 10 Μαρτίου του 1952 ο Μπατίστα καταλαμβάνει με νέο πραξικόπημα την εξουσία, ανακόπτοντας κάθε δημοκρατική μεταρρύθμιση. Οι καλές σχέσεις όμως με τους κομμουνιστές δεν διαταράχθηκαν με το πραξικόπημα.
Χρειάστηκε να περάσουν δύο χρόνια, έως ότου το 1954 το δικτατορικό καθεστώς Μπατίστα διέκοψε τις διπλωματικές σχέσεις της Κούβας με τη Σοβιετική Ένωση. Αυτή ήταν η αιτία του διαζυγίου ενός ευτυχισμένου «γάμου» δεκαέξι ετών.
AP Photo/Desmond Boylan
* Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο της Παρασκευής 13 Δεκεμβρίου