Οι τράπεζες ανήκουν στους καταθέτες τους. Οι τραπεζίτες διαχειρίζονται τα λεφτά των καταθετών. Κι αν οι δανειολήπτες δεν πληρώσουν για τα δάνειά τους, τότε τα λεφτά τα πληρώνουμε όλοι εμείς, οι φορολογούμενοι. Μέχρι χτες πιστέψαμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ το πήρε το μάθημά του. Πληρώσαμε κάτι παραπάνω για τα παιδιά (καμιά 100 δισεκατομμύρια), αλλά έπιασαν τόπο. Τα παιδιά έγιναν σοσιαλδημοκράτες. Μάθανε; Άλλα λέει το ταμπλό του Χρηματιστηρίου.
Όταν μία κυβέρνηση παραδίδει την «εποπτεία» των τραπεζών στον Αλέκο, στον Αλέκο τον Φλαμπουράρη, αυτό δείχνει ότι ότι η κυβέρνηση αυτή δεν έχει πάρει χαμπάρι το τι ακριβώς είναι οι τράπεζες. Και προφανώς περάσαν του διαχειριστές των funds για ηλίθιους. Νόμισαν ότι δεν θα μπορούσαν να υποψιαστούν τι ζητούσε η... αλεπού στο παζάρι. Συγνώμη! Ο Αλέκος στις τράπεζες.
Οι τράπεζες δεν είναι, Αλέξη, ο εχθρός. Τα λεφτά δεν τα φέρνει ο πελαργός και οι τραπεζίτες δεν είναι καρικατούρες που βγήκαν από τα κόμικς του Μίκυ Μάους. Η Αριστερά είχε και εξακολουθεί να έχει διάφορες ιδεοληψίες για το τι είναι τράπεζα και πως λειτουργεί το τραπεζικό σύστημα. Αν και τις περισσότερες φορές πρόκειται για άγνοια. Για να το πούμε καλύτερα, ήταν άγνοια σε συνδυασμό με ιδεοληψία. Δηλαδή, κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Έμεινε μόνο η ιδεοληψία. Δηλαδή, ο κυνισμός στην εξουσία. Διότι, σήμερα δεν μπορεί κάποιος να πει ότι δεν γνωρίζει. Ξέρουν, ας πούμε, πως γίνεται η διαγραφή ενός δανείου. Ξέρουν πως μπορούν να «πνίξουν» τους πολιτικούς τους αντιπάλους. Να δημιουργήσουν νέα επιχειρηματικά τζάκια και να εξαφανίσουν άλλα. Ξέρουν ότι οι τράπεζες είναι ένα καλό εργαλείο. Αρκεί ο τραπεζίτης να μάθει να... συνεργάζεται.
Οι τράπεζες, όμως, είναι ταυτόχρονα και ευαίσθητοι οργανισμοί. Σαν ένα παιδί που ζει σε μία προστατευόμενη γυάλα και το εκθέτουμε ξαφνικά σε μικρόβια. Όχι γιατί θέλαμε να το κάνουμε, αλλά για λόγους ανικανότητας, από απερισκεψία.
Όταν λοιπόν οι αγορές πήραν χαμπάρι ότι η κυβέρνηση θέλει να χρησιμοποιήσει τις τράπεζες για προεκλογικούς λόγους, πήραν τα μέτρα τους. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι γκρεμίστηκαν οι τραπεζικές μετοχές στο Χρηματιστήριο, ούτε το ότι τα ομόλογα βρίσκονται στο 4,65%. Και είναι χαρακτηριστικό της κουτοπονηριάς τους το επιχείρημα που χρησιμοποιούν, ότι τα ομόλογα είχαν ανάλογες επιδόσεις και πριν δύο χρόνια. Ξεχνώντας ότι τα επιτόκια της Γερμανίας ήταν τότε πολύ κοντά στα ελληνικά και ότι σήμερα η Γερμανία... πληρώνεται για να δεχτεί να δώσει ομόλογα στους επενδυτές! Αυτό όμως δείχνει ότι δεν έχουν καταλάβει το παραμικρό. Ή καλύτερα υποχώρησε η επιχειρηματολογία των παιδιών που τα «έσπαζαν» στις αντικαπιταλιστικές πορείες και αντικαταστάθηκε από την επιχειρηματολογία και πρακτική του παλαιού και διεφθαρμένου ΠΑΣΟΚ. Αυτό δεν είναι πορεία προς την σοσιαλδημοκρατία. Είναι ξέφρενη πορεία προς τα βράχια.
Υπάρχει πρόβλημα στις τράπεζες κι αυτό το πρόβλημα έχει ονοματεπώνυμο. Λέγεται «κόκκινα δάνεια». Μέχρι σήμερα έχουν αφήσει την πέτρα να κυλήσει στον βράχο. Δεν έχουν ασχοληθεί σοβαρά με το πρόβλημα. Θα θυμούνται (κυρίως ο κ. Τσακαλώτος) εκείνη την φορά που βρέθηκαν στο Μαξίμου με τους τραπεζίτες. Η συζήτηση αναλώθηκε στα χρήματα που παίρνουν τα μέσα ενημέρωσης από τις τράπεζες. Είχαμε κι εμείς την τιμητική μας! Θα θυμάται ο κ. Τσακαλώτος τι ακριβώς ειπώθηκε και τι εννοούμε περί τιμητικής. Λοιπόν, χάθηκε πολύτιμος χρόνος. Χάθηκε, όμως, και μία ευκαιρία. Τέτοιου είδους παρεμβάσεις γίνονται σε κλίμα συναίνεσης. Αν ο Αλέξης είχε ζητήσει μία συμφωνία στο θέμα αυτό από τον Κυριάκο και την Φώφη, θα την είχε πάρει. Θα είχε εμφανιστεί ένα σχέδιο για τα «κόκκινα» δάνεια που θα είχε τη σύμφωνη γνώμη του πολιτικού κόσμου και τη δέσμευσή του και για την επόμενη ημέρα. Και οι τράπεζες θα είχαν κερδίσει και η χώρα και ο ίδιος ο Αλέξης. Αλλά δεν έκαναν αυτό. Επειδή δεν τους ενδιαφέρουν ούτε οι τράπεζες, ούτε η χώρα. Τους ενδιαφέρουν μόνο οι εκλογές και οι φίλοι τους. Οι δουλειές των φίλων τους.
Προσέξτε τώρα τι έχει γίνει! Θέλουν να δώσουν στο λαό μία λύση για τα «κόκκινα» δάνεια. Να αντιγράψουν τα κυπριακά, λες και το πρόβλημα της Ελλάδας είναι ίδιο με αυτό της Κύπρου. Νομίζουν ότι όλα είναι επικοινωνία και κινούνται έχοντας άγνοια κινδύνου. Τους παίρνουν χαμπάρι οι τελευταίοι των Μοϊκανών – επενδυτών που έχουν απομείνει στην ελληνική αγορά και το αποτέλεσμα είναι να βουλιάξουν οι αξίες των τραπεζών στο Χρηματιστήριο. Την ίδια ώρα, μένουν μετέωροι οι ίδιοι οι τραπεζίτες και η δουλειά τους. Σε αντίθεση με ό,τι πιστεύει ο μέσος Έλληνας κρατιστής, ο τραπεζίτης δεν πίνει κάθε πρωί αντί για καφέ το αίμα του λαού με το καλαμάκι. Οι τράπεζες έχουν κάνει ολέθρια λάθη, τα στελέχη τους έχουν επιδείξει στο παρελθόν απαράδεκτες συμπεριφορές, αλλά αυτό απέχει πολύ από τη λογική του Λένιν, ότι οι καπιταλιστές θα πουλήσουν στους κομμουνιστές το σχοινί με το οποίο θα τους κρεμάσουν.
Οι τραπεζίτες, λοιπόν, έκαναν μία σημαντική προσπάθεια στο 2018 να πουλήσουν «κόκκινα» δάνεια, να συνάψουν συμφωνίες στο εξωτερικό με επενδυτές, να σώσουν τις τράπεζες. Διότι οι τράπεζες δεν θα σωθούν, αν δεν δοθεί λύση στα «κόκκινα» δάνεια. Κι αυτό είναι κάτι που το γνωρίζουμε όλοι από το 2012! Η διαφορά είναι ότι από το 2015 στη χώρα αυτή φυσάει ένας «άλλος αέρας». Ο αέρας του λαϊκισμού.
Γιατί οι τραπεζίτες προσπαθούν; Γιατί είναι η δουλειά τους. Γιατί θέλουν να σώσουν τις καρέκλες τους. Γιατί αγαπούν την χώρα τους. Πάρτε όποιον λόγο θέλετε. Αλλά αυτή είναι η αλήθεια. Παράδειγμα ο κ. Χρήστος Μεγάλου της Τράπεζας Πειραιώς. Το 2018, λοιπόν, η Τράπεζα Πειραιώς πραγματοποίησε δύο πετυχημένες συναλλαγές NPLs. Η μία με χαρτοφυλάκιο επιχειρηματικών δανείων με εξασφαλίσεις (1,4 δισ. ευρώ) και η άλλη με χαρτοφυλάκιο καταναλωτικών δανείων χωρίς εξασφαλίσεις (0,4 εκατ. ευρώ). Και συνεχίζει! Βρίσκεται σε μία συνεχή διαδικασία για να πετύχει τους στόχους που έχουν τεθεί από την διοίκησή της. Μειώνουν το κόστος, αυξάνουν τους πελάτες τους, προσπαθούν να ξαναγίνουν τράπεζα και να πουλάνε δάνεια και όχι εξώδικα. Διότι σήμερα οι τράπεζες δεν είναι τράπεζες. Είναι νεκροταφεία κόκκινων δανείων. Κι έρχονται τα γεγονότα των τελευταίων εβδομάδων και γκρεμίζουν τη χρηματιστηριακή αξία της Τράπεζας Πειραιώς και των υπόλοιπων τραπεζών.
Και μάγος να ήταν ο κ. Χρήστος Μεγάλου, κάπου θα σκόνταφτε. Πως θα πείσει τους επενδυτές, όταν είναι υποχρεωμένος κάθε μέρα να οδηγεί το αυτοκίνητό του σε έναν δρόμο γεμάτο πρόκες; Γιατί ο επενδυτής να δώσει 100 ευρώ για να αγοράσει ένα κομματάκι της Πειραιώς, όταν με αυτά τα λεφτά την αγοράζει ολόκληρη; Μην ξεχνάμε ότι το 2014 η χρηματιστηριακή αξία των τραπεζών ήταν στα 30 δισεκατομμύρια ευρώ. Το 2015 στα 20 και σήμερα κάτω από 4 δισεκατομμύρια ευρώ.
Οι τραπεζίτες μπορούν να κάνουν την δουλειά τους πετυχημένα. Γι'' αυτό αναφέραμε το παράδειγμα του κ. Μεγάλου. Επειδή το 2018 χρειάστηκε να βγάλει πολλούς λαγούς από το καπέλο. Αλλά χρειάζονται ένα άλλο κλίμα, μία άλλη πρακτική.
Η αγορά δεν αγαπάει τις κουτοπονηριές. Θέλει σταθερούς κανόνες, θέλει Δικαιοσύνη και σοβαρότητα. Ο κ. Τσίπρας έχει επιλέξει έναν δρόμο που δεν οδηγεί σε καλό προορισμό. Το έχει διαπιστώσει στο Μακεδονικό και στο Εκκλησιαστικό. Να μην το διαπιστώσει και με τις τράπεζες. Η κατάσταση είναι δύσκολη και δεν πρέπει να γίνει δυσκολότερη. Έχει λόγο να ζητήσει τη βοήθεια των πολιτικών του αντιπάλων και να καταλήξουν όλοι μαζί σε ένα εθνικό σχέδιο για τις τράπεζες. Κι αν γίνει η αρχή, θα έρθει και η συνέχεια. Έχει λόγο να συνομιλήσει με τον Γιάννη Στουρνάρα. Έχει λόγο να αφήσει την υπόθεση των τραπεζών στους ειδικούς και όχι στον Αλέκο. Και τότε οι αγορές θα έχουν λόγους να αντιμετωπίσουν διαφορετικά την ελληνική οικονομία, τα ελληνικά ομόλογα και τις τράπεζες.
Θανάσης Μαυρίδης