Της Μαρίας Χούκλη
Η ζωή της οικογένειας του νέου προέδρου της Αυστρίας, Αλεξάντερ Βαν Ντερ Μπέλλεν μοιάζει σαν να έχει βγει από τις σελίδες του σπουδαίου μυθιστορήματος “Εμβατήριο Ραντέτσκυ” που έγραψε ο Γιόζεφ Ροτ.
Ο πατέρας του ήταν γόνος αριστοκρατικής οικογένειας που είχε μεταναστεύσει από την Ολλανδία στη Ρωσία το 1763. Ο συνονόματος παππούς του υπήρξε εύπορος, ευγενής και φιλελεύθερος πολιτικός, επικεφαλής τοπικής κυβέρνησης πριν ξεσπάσει η Οκτωβριανή Επανάσταση. Το 1919, ο πατέρας και οι θείοι του διαφεύγουν από τη Ρωσία των Μπολσεβίκων και εγκαθίστανται στην γειτονική ανεξάρτητη Δημοκρατία της Εσθονίας. Εκεί, ο πατέρας Βαν Ντερ Μπέλλεν γνωρίζει την μέλλουσα σύζυγό του, Άλμα. Το 1940, όταν ο σοβιετικός στρατός εισβάλλει στην Εσθονία, το ζευγάρι καταφεύγει στη Γερμανία, όπου κατέληξε σε στρατόπεδο προσφύγων.
Μετακινούνται ξανά, αυτή τη φορά στη Βιέννη. Εκεί ήλθε στον κόσμο ο γιος τους αλλά όταν εμφανίστηκε ο Κόκκινος Στρατός, φεύγουν για το Τιρόλο, όπου ο νέος πρόεδρος πέρασε τα παιδικά του χρόνια.
Ένας απόγονος ολλανδο-εσθονών εμιγκρέδων ,λοιπόν, είναι ο νέος αρχηγός του Αυστριακού Κράτους , χάρη στη ψήφο σύγχρονων εμιγκρέδων.
Διότι η αυστριακή διασπορά έσωσε την πολιτική τιμή της Βιέννης. ''Έδωσε την ψήφο της Αθηνάς και εξελέγη πρόεδρος της χώρας ένας συνταξιούχος καθηγητής οικονομικών, φιλοευρωπαίος και αντιρατσιστής , που υποστηρίχθηκε απο το κόμμα των Οικολόγων.
Ο φιλελεύθερος κόσμος , πρωτίστως στην Ευρώπη αναστέναξε με ανακούφιση. Λίγο έλειψε στη θέση του 72χρονου Βαν Ντερ Μπέλλεν να ήταν ο 45χρονος Νόρμπερτ Χόφερ, ο ηγέτης του ακροδεξιού εθνικιστικού κόμματος, «ένας φιλοναζιστής με γραβάτα» όπως έγραψε ο διεθνής τύπος.
Ο Χόφερ με το χολιγουντιανό χαμόγελο, βρήκε ευήκοα ώτα για την αντιευρωπαϊκή και ξενοφοβική πύρινη ρητορική του. Καθ όλη τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας κυκλοφορούσε με πιστόλι των 9 χιλιοστών στη ζώνη, ισχυριζόμενος ότι «η αβεβαιότητα των ημερών επιβάλλει να παίρνει μέτρα αυτοπροστασίας», σαφής υπαινιγμός για την παρουσία μεταναστών στην Αυστρία με στόχο την υποδαύλιση φόβου.
Δεν είμαι σίγουρη ότι έχει δίκιο ο Πιέρ Μοσκοβισί όταν λέει με αφορμή την επικράτηση του Πράσινου υποψηφίου “η πλειοψηφία των πολιτών απέρριψε τον λαϊκισμό”. Αν δεν υπήρχε η επιστολική ψήφος θα είχε αναδειχθεί πρόεδρος της Αυστρίας ο Χόφερ. Στις εσωτερικές κάλπες ήταν πρώτος. Το μισό και πλέον εκλογικό σώμα επέλεξε εν γνώση του έναν πολιτικό που μιλάει για “εθνική ταυτότητα”, εντοπίστηκε να φοράει στολή με ναζιστικά σύμβολα που παραπέμπουν στην ιδέα του παν-γερμανισμού και υπήρξε πηγή έμπνευσης της εξωτερικής πολιτικής του Χίτλερ με τις προσαρτήσεις και τις εισβολές οι οποίες πυροδότησαν τον Β'' Παγκόσμιο πόλεμο.
Βεβαίως για τους εκτός συνόρων υπερασπιστές του, δηλαδή την Μαρίν Λεπεν των γάλλων ακροδεξιών, την Φράουκε Πέτρυ της αντι-ισλαμικής Εναλλακτικής για τη Γερμανία και τον Γκεερτε Βιλντερς του ολλανδικού Κόμματος για την Ελευθερία , ο Χόφερ είναι ένας "πατριώτης" που αναγνωρίζει τις ανησυχίες των απλών ανθρώπων και όσων έχουν αγνοηθεί από τις πολιτικές ελίτ της Ευρώπης για πάρα πολύ καιρό.
Λεπέν, Πέτρυ και Βιλντερς είναι πολύ ψηλά στις δημοσκοπήσεις. Στη Σλοβενία, στην Πολωνία, στην Ουγγαρία, στην Φινλανδία, πλέον και στην Κύπρο- σε μας από καιρό- κόμματα με ακροδεξιό πρόσημο και συμπεριφορά γοητεύουν τους πολίτες. Οι φιλοδημοκρατικές δυνάμεις από τη δεξιά μέχρι την αριστερά δεν πρέπει να εφησυχάζουν, αλληλοσπαρασσόμενες.
Κάτι έχει αλλάξει στις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Η μεσαία τάξη θέλγεται πλέον από εμβατήρια μίσους.
«Ήταν η καλύτερη εποχή, ήταν η χειρότερη εποχή, ήταν η εποχή της σοφίας, ήταν η εποχή της τρέλας, ήταν η εποχή της πίστης, ήταν η εποχή της δυσπιστίας, ήταν η εποχή του Φωτός, ήταν η εποχή του Σκότους, ήταν η άνοιξη της ελπίδας, ήταν ο χειμώνας της απελπισίας " όπως λέει ο Κάρολος Ντίκενς ξεκινώντας το μνημειώδες βιβλίο του «Ιστορία δύο πόλεων».
Είναι η εποχή μας;