Του Αλέξανδρου Σκούρα
Όταν επέστρεφα στην Ελλάδα από τις ΗΠΑ προκειμένου να ενώσω τις δυνάμεις μου με τον Νίκο Ρώμπαπα στο ΚΕΦίΜ πολλοί Έλληνες και Αμερικανοί απόρησαν. «Γυρίζεις στην Ελλάδα μέσα στην κρίση; Είσαι τρελός; Ξέρεις που πας να μπλέξεις;» ήταν οι συνήθεις ερωτήσεις που μου απηύθυναν τόσο οι Έλληνες όσο και οι ξένοι φίλοι. Η αλήθεια είναι ότι ο φιλελευθερισμός στην Ελλάδα είχε και έχει μια ανορθόδοξη πορεία. Για δεκαετίες η δεξιά τον φοβόταν και η αριστερά (ενώ είχε ασπαστεί τη μισή του ατζέντα) τον πολεμούσε. Ο φιλελευθερισμός ήταν βρισιά στη χώρα μας για 40 ολόκληρα χρόνια, περισσότερα από όσα έχω ζήσει. Όμως, το 2015 κάτι άλλαξε και πολίτες και πολιτικοί αντί να αποστρέφονται τον φιλελευθερισμό προσπάθησαν να τον οικειοποιηθούν.
Η μεταστροφή αυτή δεν με παραξένεψε, καθώς θυμόμουν τι έλεγε σχετικά ο Μίλτον Φρίντμαν: «Μόνο μία κρίση - πραγματική ή απλώς αντιληπτή ως τέτοια - παράγει πραγματική αλλαγή. Όταν συμβεί αυτή η κρίση, οι δράσεις που αναλαμβάνονται εξαρτώνται από τις ιδέες που κυκλοφορούν. Αυτή, πιστεύω, είναι η βασική μας αποστολή: να αναπτύξουμε πολιτικές εναλλακτικές σε σχέση με τις υπάρχουσες και να τις κρατήσουμε ζωντανές και διαθέσιμες έως ότου το πολιτικώς απίθανο να γίνει πολιτικώς αναπόφευκτο». Σε κάποιο βαθμό αυτό ζήσαμε τα τελευταία τέσσερα χρόνια.
Οι φιλελεύθεροι στην Ελλάδα, αντιμέτωποι με τη φορολογική λεηλασία, απαίτησαν χαμηλότερους φόρους και έδειξαν ότι κάτι τέτοιο είναι εφικτό. Φυσικά, η περίοδος της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ προσφέρθηκε για τη διάδοση αυτού του αντι-φορομπηχτικού μηνύματος - και φυσικά οι πολίτες ανταποκρίθηκαν και εξέλεξαν μία κυβέρνηση με ξεκάθαρη εντολή για μείωση της φορολογίας. Ένα πρώτο πρόβλημα είναι ότι κατά την τελευταία αυτή περίοδο που ο φιλελευθερισμός ξανασυστήθηκε στην κοινωνία μας, το μεγαλύτερο μέρος της προσοχής που του δόθηκε αφορούσε τη δημοφιλή επιμονή του για λιγότερους φόρους. Στο φιλελεύθερο αυτό αίτημα προσδέθηκαν πολλοί που σαγηνεύτηκαν από το αίτημα για χαμηλότερη φορολογία και μικρότερο κράτος, χωρίς όμως να προσεγγίσουν ένα εξίσου σημαντικό κομμάτι του που μάλλον δεν είναι ή δεν υπήρξε δημοφιλές στη χώρα μας: Αναφέρομαι φυσικά στις βασικές αρχές του φιλελευθερισμού όπως η ιεράρχηση της ατομικής ελευθερίας στην κορυφή των πολιτικών προτεραιοτήτων, η ισονομία, η απόρριψη του κολλεκτιβισμού.
Όσο βεβαίως ο φιλελευθερισμός παραμένει επίκαιρος και δημοφιλής, τόσο και ο ανταγωνισμός για το περιεχόμενο του θα εντείνεται. Όταν όμως ακούμε κάποιον αυτοπροσδιοριζόμενο ως «φιλελεύθερο» να μιλάει για τους μετανάστες σαν αυτοί να ήταν μία ομοιογενής μάζα ανθρώπων με κοινά χαρακτηριστικά, τότε χτυπά ένα καμπανάκι: αυτό το τσουβάλιασμα είναι ξένο προς τις φιλελεύθερες ιδέες. Όταν ακούμε κάποιον «φιλελεύθερο» να λέει ότι πρέπει να τιμωρείται διά νόμου η βλασφημία, χτυπά ένα καμπανάκι: ο περιορισμός της ελευθερίας ακόμη και του ενοχλητικού λόγου είναι ξένος προς τον φιλελευθερισμό. Όταν ακούμε έναν «φιλελεύθερο» να ζητά την απαγόρευση του γάμου μεταξύ ομοφύλων χτυπά ένα καμπανάκι: η απόρριψη της ισονομίας είναι ξένη προς τις φιλελεύθερες αξίες.
Υπάρχουν βεβαίως και εκείνοι που έχουν απόψεις σαν τις παραπάνω και προσπαθούν να τις θεμελιώσουν σε φιλελεύθερα επιχειρήματα - εγχείρημα εξαρχής πολύ δύσκολο. Αυτοί είναι λίγοι. Αλλά ο αριθμός τους δεν είναι το ζητούμενο, όπως ζητούμενο δεν είναι και η ομογενοποίηση των φιλελευθέρων στην Ελλάδα ώστε όλοι να έχουμε ακριβώς την ίδια άποψη για κάθε ζήτημα. Αυτό που είναι εντέλει το ζητούμενο, είναι να απαιτούμε από όποιους αυτοπροσδιορίζονται ως φιλελεύθεροι να μας εξηγούν με ποιον ακριβώς τρόπο η εκάστοτε θέση τους αυξάνει την ατομική ελευθερία. Να δείχνουν δηλαδή ότι τουλάχιστον ξεκινάμε με τις ίδιες αφετηριακές παραδοχές, με τις ίδιες θεμελιώδεις αξίες. Από κει και πέρα, τα πράγματα είναι εύκολα.