Στις πολυάριθμες συνεντεύξεις που έχω δώσει ο Ζακ Ροσί (1909-2004), οι περισσότερες από τις οποίες καταγράφηκαν όταν είχε περάσει πια τα 90 του χρόνια, εκπλήσσει το χιούμορ, η ευθυκρισία, η διαύγεια του πνεύματος και μία συγκλονιστική αγάπη για την ζωή.
Ο μυστικός πράκτορας της Κομμουνιστικής Διεθνούς (Κομιντέρν), πέρασε συνολικά 24 χρόνια στα Γκουλάγκ και στην εξορία.
Πέρασε την παιδική ηλικία και την εφηβεία του, χωρίς να έχει την παραμικρή υποψία για το τι του επιφυλάσσει το μέλλον. Παιδί της Γαλλίδας Λεοντίν Σαρλότ Γουαγιέ και του Πολωνού αρχιτέκτονα, κληρονόμου πλούσιας οικογένειας Μαρσίν Χέιμαν. Μετά τον θάνατο της μητέρας του, θα μάθει πως ο Χέιμαν, δεν είναι ο βιολογικός του πατέρας, ο οποίος ήταν Γάλλος αξιωματικός του εμπορικού ναυτικού που χάθηκε σε ναυάγιο.
Από μικρός έδειξε μια έφεση στις ξένες γλώσσες και την ζωγραφική. Έμαθε να διαβάζει κατά την προσχολική του ηλικία και είχε εξαιρετική, σχεδόν, φωτογραφική μνήμη. Φτάνοντας την εφηβεία, μιλούσε ήδη δέκα γλώσσες, τις οποίες, όπως παραδέχτηκε, έμαθε από την συναναστροφή του με τις γκουβερνάντες και τις υπηρέτριες του ευκατάστατου σπιτιού, όπου μεγάλωσε. Ο πατριός του, άλλωστε, μιλούσε Πολωνικά, Αγγλικά, Γερμανικά και Ρωσικά. Είχε μάλιστα και μια γκουβερνάντα από το Λάος, η οποία του έμαθε πως να κάθεται ανακούρκουδα στο πάτωμα, πράγμα που του χρειάστηκε πολλά χρόνια αργότερα, στα Γκουλάγκ.
Η οικογένεια του ταξίδευε συχνά στην Ευρώπη, μετακομίζοντας από το ένα πολυτελές ξενοδοχείο στο άλλο. Πίστευαν πως ο νεαρός Ζακ ήταν φιλάσθενος και ήθελαν να τον προστατεύσουν από τα επικίνδυνα παιδικά παιχνίδια. Η μητέρα του πέθανε όταν ήταν 10 ετών και ο πατριός του αποφάσισε να επιστρέψει στην Πολωνία. Σε ηλικία 16 ετών, γοητευμένος από τις ιδέες της κοινωνικής δικαιοσύνης, γίνεται μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Πολωνίας.
Το 1927 τον συλλαμβάνουν γιατί μοίραζε κομμουνιστικές προκηρύξεις και τον καταδικάζουν σε 9 μήνες φυλακή και αποβολή από την Σχολή Εφαρμοσμένων Τεχνών του Πόζναν, όπου σπούδαζε.
Το 1929 στρατολογήθηκε από την Κομμουνιστική Διεθνή. Αρχικά έζησε στο Βερολίνο σπουδάζοντας στην Σχολή Καλών Τεχνών, επιμελούνταν τις μεταφράσεις άρθρων στα Πολωνικά, τα οποία έγραφαν στελέχη του Κ.Κ. Γερμανίας για την εβδομαδιαία εφημερία «Φωνή του λαού».
Το 1930, όμως, ξεκινάει η σταδιοδρομία του ως μυστικού πράκτορα της Κομιντέρν. Από τις πρώτες του αποστολές ήταν τα ταξίδια στην Ευρώπη με ψευδώνυμα και πλαστά διαβατήρια. Με άλλα λόγια, ήταν «ταχυδρόμος» του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος. Ο ίδιος, πολλά χρόνια αργότερα, θα πει σε μία συνέντευξή του, πως η πλειονότητα των «ταχυδρόμων» εκείνης της εποχής, ήταν άνθρωποι από την Ανατολική Ευρώπη. Ελάχιστοι Γάλλοι ή Εγγλέζοι συμμετείχαν τότε σε αυτό το δίκτυο.
Το 1937, πηγαίνει με αποστολή στην Ισπανία, στο απόγειο του Εμφυλίου πολέμου, αλλά ξαφνικά, τον ανακάλεσαν στην Μόσχα. Η «Λουίζα», η σύντροφος του στην αποστολή, η οποία υποδυόταν την λατινοαμερικάνα σύζυγό του, προσπάθησε να τον αποτρέψει, για τον Ζακ, όμως, οι κομματικές εντολές ήταν θέσφατα. Παρά το γεγονός ότι γνώριζε πως στην Μόσχα είχε ξεσπάσει κύμα συλλήψεων, επιστρέφει ως γνήσιος, πιστός στρατιώτης της επανάστασης, θεωρώντας πως οι συλλήψεις αφορούν εχθρούς του λαού και της παγκόσμιας επανάστασης.
Δεκέμβριος 1937. Η N.K.V.D. συλλαμβάνει τον Ζακ Ρομπέρτοβιτς Ροσί. Ακολουθεί το διαβόητο υπόγειο της Λουμπιάνκα, η φυλακή Μπουτίρσκαγια, τα απάνθρωπα βασανιστήρια κατά την διάρκεια των ανακρίσεων, η καταδίκη σε 8 χρόνια καταναγκαστικά έργα με βάση το διαβόητο άρθρο 58 του Ποινικού κώδικα και με κατηγορία «κατασκοπίας προς όφελος της Γαλλίας και Πολωνίας». Ο ίδιος, πίστευε πως πρόκειται για παρεξήγηση και πως σύντομα το Κόμμα θα αναθεωρήσει την άποψή του για το άτομό του.
Μέχρι τότε δεν είχε ακούσει ποτέ την λέξη Γκουλάγκ (Γενική Διεύθυνση Στρατοπέδων), ήξερε όμως πως υπάρχουν στρατόπεδα για τους εχθρούς του λαού, χωρίς να υποπτεύεται πως θα περάσει τα επόμενα 24 χρόνια σε αυτά.
Ακόμη και μετά από 28 μήνες στην φυλακή Μπουτίργκα, ο Γάλλος, όπως τον αποκαλούσαν οι συγκρατούμενοί του, πίστευε πως θα αθωωθεί και θα τον απελευθερώσουν. Στις 7 Απριλίου 1939 ακούει από τα χείλη των δεσμοφυλάκων του πως η Τρόικα, εξωδικαστικώς, τον καταδίκασε σε 8 χρόνια καταναγκαστικά έργα. Ακολουθεί η μεταγωγή σε κλειστό βαγόνι μεταφοράς ζώων και 700 γραμμάρια ψωμί με ένα παστό ψάρι την ημέρα στον Μεγάλο Βορρά. Προορισμός, το Νορίλσκ, η περιοχή με τις χαμηλότερες θερμοκρασίες στον κόσμο. Εκεί έζησε 8 ολόκληρα χρόνια. Το 1947 αποφυλακίζεται, αλλά με διοικητική απόφαση, υποχρεώνεται να ζήσει στην πόλη και να μην έχει δικαίωμα μετακίνησης. Ο ίδιος θυμόταν μετά από χρόνια «Με μετέφεραν από το μικρό Γκουλάγκ, στο Μεγάλο, το οποίο ήταν ολόκληρη η Ε.Σ.Σ.Δ.».
Από το 1947 μέχρι το 1949 εργάστηκε ως μηχανικός-μεταφραστής και έγραφε εκθέσεις για εξορύξεις σε κάποιο τεχνικό γραφείο, συμμετείχε σε αποστολές φωτογράφισης της Κεντρική Υπηρεσίας Οικοδομών.
Το 1949 συλλαμβάνεται και πάλι, καταδικάζεται, αυτή τη φορά, σε 25 χρόνια καταναγκαστικών έργων και πάλι με την κατηγορία της κατασκοπίας υπέρ της Γαλλίας.
Ο θάνατος του Στάλιν το 1953 έφερε μία μεγάλη αλλαγή στην ζωή του: του επιτρέπουν να έχει μολύβια, χαρτί και μελάνι. Αρχίζει να κρατάει σημειώσεις για το μελλοντικό του βιβλίο «Οδηγός για τα Γκουλάγκ». Έπρεπε, όμως, να περιμένει μέχρι το 1956, μετά τον 20ο συνέδριο του Κ.Κ.Σ.Ε. για να απελευθερωθεί.
Ο ίδιος περίμενε σε ένα εξοχικό, λίγο έξω από την Μόσχα, να του επιτρέψουν να επιστρέψει στην Γαλλία. Αντί γι’ αυτόν τον έστειλαν εξορία στην Σαμαρκάνδη.
Μόλις το 1961 ο Ζακ Ροσί κατάφερε να φύγει από την ΕΣ.Σ.Δ. παίρνοντας βίζα για την Πολωνία. Αξίζει να σημειωθεί πως, όπως αναφέρει ο ίδιος, το γαλλικό προξενείο δεν τον βοήθησε καθόλου.
Ο Ζακ Ροσί, έγραψε δύο βιβλία, σημαντικές μαρτυρίες για την ανθρωπιστική τραγωδία των Γκουλάγκ. Το πρώτο είναι «Οδηγός για τα Γκουλάγκ» και το δεύτερο «Ζακ ο Γάλλος. Για τα Γκουλάγκ». Ο «Οδηγός για τα Γκουλάγκ» είναι ένα εγκυκλοπαιδικό λεξικό για την ζωή στα στρατόπεδα, εκδόθηκε για πρώτη φορά στα Ρωσικά, το 1987 από τον εκδοτικό οίκο Overseas στο Λονδίνο. Το δεύτερο βιβλίο του «Αχ, πόσο όμορφη ήταν η ουτοπία» μεταφράστηκε στα ρωσικά από την ποιήτρια και μεταφράστρια Ναταλία Γκορμπανέφσκαγια, μία από τους 6 αντιφρονούντες που τον Αύγουστο το 1968 διαμαρτυρήθηκαν την Κόκκινη πλατεία της Μόσχας για την εισβολή των σοβιετικών στην Τσεχοσλοβακία.