Ο υπουργός των Εξωτερικών ο κ. Ν. Δένδιας, σε συνέντευξη του στην εφημερίδα τα «ΝΕΑ» δήλωσε πως «δεν είναι αποδεκτό το casus belli από την Τουρκία», καθώς δεν νοείται στον 21ο αιώνα πολιτική των κανονιοφόρων. Νομίζω πως δεν θα υπήρχε άνθρωπος στον πολιτισμένο κόσμο που να μην συμφωνούσε με τον υπουργό. Πλην όμως ο ρόλος των πολιτικών και, κυρίως των υπουργών, δεν είναι να εκθέτουν τις απόψεις τους και να περιγράφουν καταστάσεις, αλλά να διαμορφώνουν καταστάσεις. Πολιτική είναι σε τελική ανάλυση η δημιουργία γεγονότων, μετά από την ανάλυση του συσχετισμού των δυνάμεων σε όλα τα επίπεδα.
Συνεπώς, το ουσιώδες δεν είναι αν καταγγέλλουμε το casus belli -κάτι εύκολο- αλλά πώς το ακυρώνουμε ή πώς το προσπερνάμε -αν μπορούμε να το ακυρώσουμε ή να το προσπεράσουμε. Δυστυχώς το casus belli της τουρκικής εθνοσυνέλευσης υπάρχει και λειτουργεί και είναι άγνωστη η διάρκεια του. Απόδειξη πως εφτά ελληνικές κυβερνήσεις πέρασαν από τότε που ψηφίσθηκε ( 8/6/1995) και ουδεμία τόλμησε να επεκτείνει τα χωρικά μας ύδατα στα 12 μίλια, έστω και σε θεωρητικά «ακίνδυνες» περιοχές του Αιγαίου. Αυτό έχει ως άμεση συνέπεια, de facto, να θεωρούμε την περιοχή του Αιγαίου περιοχή «ειδικών συνθηκών». De jure διατηρούμε στο ακέραιο να ασκήσουμε το αναφαίρετο δικαίωμα μας, αλλά δεν το ασκούμε. Προφανώς συνεκτιμούμε και το γεγονός πως θα εμποδίσουμε την ελεύθερη ναυσιπλοΐα, αφού η αβλαβής διέλευση είναι διέλευση με περιορισμούς. Όμως αυτό που βαρύνει στην απόφαση μας να μην επεκτείνουμε τα χωρικά μας ύδατα είναι το casus belli.
Με απλά λόγια το καταγγέλλουμε, αλλά συγχρόνως το λαμβάνουμε σημαντικά υπ΄όψη. Η απειλή πολέμου διαμορφώνει την πολιτική μας. Κανένα πολιτισμένο κράτος δεν χρησιμοποιεί την απειλή χρήσης βίας ως όπλο στην εξωτερική πολιτική του, αλλά και κανένα σοβαρό κράτος δεν ανέχεται να απειλείται με πόλεμο αν ασκήσει τα δικαιώματα του.
Η Τουρκία είναι μια αναθεωρητική δύναμη με αποκλειστικά όπλα το μέγεθος της και την στρατιωτική ισχύ της. Μάλιστα, στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής οι ελίτ αυτής της χώρας είναι διαπαιδαγωγημένες με το πνεύμα μιας πρώην αυτοκρατορίας. Σχεδιάζουν επεκτατικά, σε βάθος δεκαετιών, και αυτοί οι σχεδιασμοί δεν επηρεάζονται από τις κυβερνητικές εναλλαγές. Όταν οι ιστορικές συγκυρίες το επιτρέψουν υλοποιούνται επί μέρους σημεία τους.
Με έναν τέτοια αντίπαλο απέναντι, οι καταγγελίες δεν αρκούν, πολύ δε περισσότερο όταν αφορούν απειλή πολέμου. Το πώς θα ακυρώσουμε το casus belli είναι ζήτημα συσχετισμού δυνάμεων και πολιτικής απόφασης. Αλλά κυρίως είναι ζήτημα σχεδιασμού όχι του επόμενου βήματος, αλλά του μεθεπόμενου. Η πολιτική και η στρατιωτική ηγεσία έχει αυτήν την ικανότητα;
Νομίζω πως ολόκληρο το πολιτικό σύστημα της Ελλάδας έχει συμβιβασθεί με την ύπαρξη του casus belli, καθώς φαίνεται πως έχει παραιτηθεί από το δικαίωμα της επέκτασης των χωρικών μας υδάτων στα 12 μίλια, ακόμα και σε «ακίνδυνες» περιοχές. Απλώς το να υποστηρίζουμε πως «όποτε θέλουμε θα ασκήσουμε το δικαίωμα μας», καταντά κουραστικό. Τουλάχιστον να μην το λέμε.
ΥΓ. Υπόθεση εργασίας: Αν η Τουρκία θεωρήσει αύριο και την στρατιωτικοποίηση των νησιών μας -γιατί έτσι απειλείται η ασφάλεια της- casus belli τι κάνουμε;