Πολλοί το έχουμε ήδη σκεφτεί αλλά το είδαμε πολύ ωραία διατυπωμένο από τον συγγραφέα Γιώργο Γλυκοφρύδη, στην προσωπική του σελίδα στο facebook:
«Αν κάποιος ξένος που γνωρίζει Ελληνικά ή κάποιος Έλληνας που κατοικεί στο εξωτερικό χρόνια, περιπλανηθεί στις πρώτες σελίδες κάποιων ηλεκτρονικών ΜΜΕ, και κάνει ένα απλό scroll από την κορυφή ως το τέλος της σελίδας, θα θεωρήσει πως η Ελλάδα ολόκληρη, (ολόκληρη όμως), είναι μια χώρα στυγνών δολοφόνων, ληστών, βιαστών, ενίοτε παιδεραστών, τοξικομανών μακελάρηδων, παρανοϊκών ιερέων, θανατηφόρα βίαιων εφήβων, και διαταραγμένων πρώην καλλιτεχνών που βίαζαν σκληρά και ανελέητα κόσμο και κοσμάκη κάθε ηλικίας. [...]Η Ελλάδα δηλαδή έχει γίνει ροντέο του θανάτου; Με κατοίκους που κυκλοφορούν σκυφτοί με κουκούλες σε θαμπές πόλεις, που είναι πάντα νύχτα με ραδιενεργή βροχή;
Και ποιος τη σκηνοθετεί αυτή τη δημοσιογραφία; Κάποιο ζόμπι που παριστάνει τον Κάρπεντερ; [...]» Ολόκληρο το σχόλιο το διαβάζετε εδώ.
Είναι εξαντλητικά μελετημένο από τους νευρολόγους και τους κοινωνικούς ψυχολόγους το φαινόμενο της μεροληψίας της αρνητικότητας. Δηλαδή της τάσης του ανθρώπινου εγκεφάλου να επιλέγει να εστιάσει σε πληροφορίες με αρνητικό πρόσημο, το φαινόμενο μάλιστα έχει εξηγηθεί με τους όρους της εξελικτικής θεωρίας και αφορά με τον αγώνα του ανθρώπινου είδους στα πρώτα του βήματα να επιβιώσει σε ένα περιβάλλον γεμάτο κινδύνους που έπρεπε να τους αναγνωρίσει για να προστατευθεί από αυτούς.
Μάλιστα, κατά τη διάρκεια των πανδημικών ετών όλοι έχουμε πέσει πάνω στον όρο «doom scrolling» δηλαδή στην τάση μας, κατά την περιήγηση στο διαδίκτυο και τα ΜΚΔ, να κάνουμε «κλικ» σε τίτλους που υποδηλώνουν πολύ κακές ειδήσεις για τη φύση του κορονοϊού και την εξέλιξη της πανδημίας με τους ψυχολόγους πλέον σχεδόν να μας οικτίρουν να το σταματήσουμε εάν θέλουμε να διατηρήσουμε, στοιχειωδώς, την ψυχική μας υγεία.
Ακόμα κι αν τα Μέσα δεν γνωρίζουν όλα τα παραπάνω, όπως διατυπώνονται στη θεωρία, το γνωρίζουν εμπειρικά από τα «κλικ» και τις επισκεψιμότητες που καταγράφουν, αυτές που αυθαίρετα και μόνο για την ευκολία τους τα media shop λαμβάνουν υπόψη για να μοιράσουν αναλόγω τα κονδύλια της διαφημιστικής δαπάνης των πελατών τους.
Το ερώτημα που θέτει, ρητορικά, ο Γλυκοφρύδης εάν όντως «αυτή είναι η Ελλάδα» είναι και πραγματικό αλλά θα το απαντήσουν εν καιρώ οι κοινωνιολόγοι και οι πολιτικοί επιστήμονες που μελετούν τα κοινωνικά φαινόμενα. Στο επίπεδο των media όμως δεν δικαιολογείται πλέον ούτε με τους όρους της αγοράς αυτή η εμμονική προσκόλληση το έγκλημα, την παράνοια και τον όλεθρο.
Δεν είναι αυτή η Ελλάδα. Και το γνωρίζουμε όλοι μας εμπειρικά, στην καθημερινότητά μας, όταν αποστρέφουμε το βλέμμα από την οθόνη και κοιτάμε γύρω μας, στη γειτονιά μας, στη δουλειά μας, στα πανεπιστήμια, στους χώρους διασκέδασης. Εκεί έξω, μαζί με το ελληνικό ταπεραμέντο, τις φωνές, τους αποτομους τρόπους όλοι έχουμε βιώματα καλοσύνης, κοινωνικής αλληλεγγύης, ανθρωπιάς. Από την κυρία της γειτονιάς μας που ταΐζει τις αδέσποτες γάτες προσέχοντας να μην λερώσει το πεζοδρόμιο, από τους εθελοντές που στήνουν συσσίτια για τους άστεγους εδώ και χρόνια στην Αθήνα και αλλού, μέχρι το πλήθος των εθελοντών που περιθάλπουν ζώα και στελεχώνουν την εθελοντική δασοπροστασία. Από τους πανεπιστημιακούς που δείχνουν ενεργό ενδιαφέρον στον κάθε φοιτητή του ξεχωριστά και αυτοί δεν είναι λίγοι, μέχρι τους ιερείς στις γειτονιές που συνεργαζονται με την «κοσμική» κοινωνία των πολιτών δημιουργώντας δίκτυα αλληλεγγύης, όλοι έχουμε γίνει μάρτυρες καλοσύνης και ανθρωπιάς.
Θα ήταν τραγικό λάθος ως πολιτεία και κοινωνία να αγνοήσουμε αυτά που αποκαλύπτουν τα εγκλήματα που μας σοκάρουν αλλά αφού τα καταναλώσουμε βουλιμικά για να αισθανθούμε πρώτα αποτροπιασμό, μετά οδύνη και στο τέλος απέχθεια για τη χώρα μας να αναλογιστούμε στη συνέχεια πόσα αντίβαρα υπάρχουν για κάθε νοσηρό φαινόμενο, πόσα από αυτά γνωρίζει από καθένας από εμάς, προσωπικά.
Έχουμε κουραστεί από τη στήλη αυτή να επισημαίνουμε τις ευθύνες των media (για εμάς είναι μεγαλύτερες από αυτές του πολιτικού συστήματος). Όμως, από ένα σημείο και μετά η περιφρούρηση της ψυχικής μας υγείας αλλά και το χρέος μας να κρίνουμε ακριβοδίκαια τους συνανθρώπους μας και τον εαυτό μας είναι δική μας υπόθεση.
Δεν είναι αυτή η Ελλάδα. Είμαστε καλύτεροι από τις ειδήσεις που διαβάζουμε.