Κατεβείτε άφοβα στο Σύνταγμα για ψώνια και βόλτες στην Ερμού σήμερα. Δεν θα σας ταλαιπωρήσει καμιά πορεία, καμία διαδήλωση. Δεν θα σας αλλάξει διαδρομή καμία «παρέμβαση». Κανένας ακτιβισμός. Κανένα δρώμενο από νεαρούς και νεαρές επαναστατημένους και πολέμιους της βίας και της αδικίας. Κανείς ημιπιτσιρικάς ή μεσήλικας προοδευτικός, ανθρωπιστής και δικαιωματιστής δεν θα κουβαληθεί μέχρι την Καραγιώργης Σερβίας με γαρύφαλλο στο πέτο και σηκώνοντας τη γροθιά εκεί που άφησε την τελευταία του πνοή ο Θάνος Αξαρλιάν.
Δεν είναι «δικός» τους νεκρός, ο Θάνος. Δεν είναι «δική» τους, η μάνα του. Δεν τους αναλογεί ελάχιστος χώρος στη μνήμη τους και στην συμπόνοια τους. Εικοσιεννέα χρόνια από τη μέρα της δολοφονίας του, ο Θάνος παραμένει για όλους αυτούς ένας «άτυχος» περαστικός. Μια αστοχία του «ένοπλου», μια παράπλευρη απώλεια, μια στραβή του «επαναστατικού» σχεδιασμού.
Αυτό που συνέβη στο Σύνταγμα το μεσημέρι της 14ης Ιουλίου του 1992 με σημερινούς όρους ήταν κανονικό μακελειό. Απ' αυτά που κανονικά προκαλούν κοινωνικό τρόμο και αποστροφή. Όχι τότε. Όχι στην Ελλάδα.
Έλειπε ο βομβαρδισμός από τις τηλεοπτικές εικόνες. Οι λούπες στην τραγωδία. Έλειπε και η συνείδηση στην κοινωνία του μεγέθους της απαξίας της ανθρώπινης ζωής και του μεγέθους της αλαζονείας των τραγικά μικροαστών δολοφόνων που διαφημίζονταν ως ιδεολόγοι επαναστάτες.
Ο χρόνος έχει τρέξει. Ο Θάνος Αξαρλιάν σήμερα θα ήταν σχεδόν 50 ετών. Έπεσε νεκρός από την επίδειξη δύναμης και αλαζονείας των δολοφόνων της «17 Νοέμβρη» στην καρδιά του Συντάγματος. Τότε που απολάμβαναν την ανεξέλεγκτη εξουσία τους. Τότε που όπως παραδεχόταν ο τρομοκράτης Πάτροκλος Τσελέντης και μετέφερε στη δίκη ο εισαγγελέας Δ. Τσεβάς: «Το έγκλημα και το παιχνίδι με τους μπάτσους ή νενέκους ήταν τρόπος ζωής πια».
Το μακελειό στο Σύνταγμα δια χειρός Κουφοντίνα, δεν άφησε πίσω του μόνο ένα θύμα. Άφησε βαριά τραυματισμένους με μόνιμες βλάβες και άλλους «άτυχους» διαβάτες: Την Αθηνά Μεργούπη, τον Στυλιανό Κύλη, τον Χρήστο Χυδιριώτη την Αργυρώ Μουσουράκη. Πέρασαν όλοι από μπροστά του, ήξερε ότι θα προκαλέσει κακό αλλά δεν τράβηξε το χέρι του από τον μηχανισμό. Τον Κουφοντίνα τον περίμενε το καλοκαίρι του. Αυτά τα καλοκαίρια που στέρησε από τον Θάνο και τα άλλα θύματα του.
Η 14η Ιουλίου είναι μια μέρα στην κόλαση για τη μάνα του Αξαρλιάν. Όχι ότι οι άλλες μέρες διαφέρουν. Η Σταυρούλα Αξαρλιάν -που στο κηδειόχαρτο του Θάνου της εκλιπαρούσε τη «17 Νοέμβρη» να σταματήσει τη δράση της και σε αντάλλαγμα πρόσφερε συγχώρεση- δεν ένιωσε ποτέ την αμέριστη στήριξη και τη συμπόνια που - δικαίως και απόλυτα- προσφέρθηκε από την ελληνική κοινωνία στην άλλη χαροκαμένη μάνα, τη Μάγδα Φύσσα. Ζει συντετριμμένη, αλλά με τη σιγουριά του γονιού που ξέρει πως αν ζούσε το παιδί του θα πρόσθετε κάτι καλό στην κοινωνία.