Οι μεν θέλουν να… κλείσουμε τα σύνορα για να «αποτρέψουμε την κατάληψη της χώρας από τους ισλαμιστές». Οι δε βλέπουν στο πρόσωπο των μεταναστών τους νέους πιονέρους του σοσιαλισμού, τους κατατρεγμένους που θα «τελειώσουν» τον καπιταλισμό. Το μεταναστευτικό δεν έχει δεξιό και αριστερό τρόπο αντιμετώπισης. Αντίθετα, θα μας πνίξει, κυριολεκτικά, αν συνεχίσουμε να αγνοούμε ορισμένες βασικές αρχές της κοινής λογικής.
Οι υπεραπλουστεύσεις είναι τουλάχιστον επικίνδυνες. Και πιθανότατα εθνικά επιζήμιες. Οι «υπερπατριώτες», για παράδειγμα, αγνοούν την προσπάθεια της Τουρκίας να εμπλακεί σε περιστατικά έρευνας και διάσωσης στο Αιγαίο. Όσο για τους διεθνιστές της Τασίας; Δοκιμάστηκαν και μας κόστισαν ήδη τα κλεισμένα σύνορά στα βόρεια της χώρας.
Η πλέον τραγική εικόνα ήταν εκείνη των γενίτσαρων στον ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι έλεγαν χαιρέκακα ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα… λουζότανε τις συνέπειες των επιλογών της όσο ήταν στην αντιπολίτευση. Είναι αληθές ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει μεγάλη ευθύνη που δεν προκάλεσε κάποια έρευνα για τη διαχείριση των χρημάτων του μεταναστευτικού. Αν αυτό είχε συμβεί, θα είχαμε γλιτώσει από τους λεονταρισμούς. Ξεχνούν, επίσης, ότι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έγινε αντικείμενο σκληρής κριτικής εντός και εκτός συνόρων για τους αστεϊσμούς της κυρίας Τασίας Χριστοδουλοπούλου, για την απειλή Καμμένου ότι θα στέλναμε τους τζιχατζιστές στην Ευρώπη, για τη Μόρια και για τις μπίζνες που έγιναν με αφορμή το μεταναστευτικό – προσφυγικό.
Υπάρχουν δύο κόκκινες γραμμές σε αυτή την ιστορία: Εκείνοι που θα πάρουν άσυλο θα πρέπει να έχουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που συνεπάγεται η νόμιμη παραμονή τους στην Ελλάδα. Αυτό ορίζουν όλες οι διεθνείς συμβάσεις που έχουμε υπογράψει. Αν κάποιος έχει μία διαφορετική άποψη, να την πάρει και να πάει να ζήσει σε χώρες που δεν έχουν αυτού του είδους τις υποχρεώσεις. Όποιος πιστεύει ότι η χώρα πρέπει να βγει από το διεθνές και ευρωπαϊκό πλαίσιο να το πει δημόσια και χωρίς πονηρά μισόλογα. Η δεύτερη κόκκινη γραμμή έχει να κάνει με τον αριθμό των ανθρώπων που μπορεί να φιλοξενήσει αυτή η χώρα. Κι αυτό είναι θέμα εθνικό. Κι ως εθνικό θέμα θα πρέπει να αντιμετωπιστεί. Σίγουρα δεν έχουν θέση οι απόψεις του τύπου «όλοι οι καλοί χωράνε» ή εκείνες που υποστηρίζουν ότι «η μουσουλμανική θρησκεία είναι ποινικό αδίκημα».
Υπάρχει πρόβλημα. Θα ήταν ηλίθιο να υποστηρίξει κανείς κάτι διαφορετικό. Και μπορεί το πρόβλημα αυτό να επιδεινωθεί. Δεν εξαρτάται από εμάς. Εκείνο που εξαρτάται από εμάς είναι να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα με τη σοβαρότητα που του αρμόζει. Με ανθρωπισμό και με γνώμονα την υπεράσπιση των εθνικών μας συμφερόντων.
Εκείνο που είναι ανεπίτρεπτο είναι η χάραξη προσωπικών πολιτικών με αφορμή το μεταναστευτικό – προσφυγικό. Και κυρίως εντός των κυβερνητικών τειχών, όπου ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσπαθεί να αντιμετωπίσει μία πραγματικά δύσκολη κατάσταση.
Υπάρχουν τρία βασικά προβλήματα στην αντιμετώπιση του θέματος. Το ένα έχει να κάνει με το γεγονός ότι οι περισσότεροι πρόσφυγες – μετανάστες φτάνουν στην Ελλάδα χωρίς χαρτιά. Κατά συνέπεια δεν ξέρει κανείς ποιος είναι ποιος. Σε ένα σοβαρό κράτος δεν μπορεί κάποιος χωρίς ταυτότητα να περιφέρετε ελεύθερος στην επικράτεια. Το δεύτερο πρόβλημα είναι ότι τα νησιά έχουν συγκεκριμένες αντοχές. Κι είναι πέρα για πέρα άδικο να αφήσουμε το προσφυγικό – μεταναστευτικό στις πλάτες των κατοίκων της Χίου ή της Σάμου. Και το τρίτο πρόβλημα είναι η αδυναμία του ελληνικού κράτους να απαντήσει γρήγορα στα αιτήματα για άσυλο. Υπό καθεστώς έκτακτης ανάγκης μπορούν να υπάρξουν και διαδικασίες εξπρές.
Σωστά η κυβέρνηση μετακινεί τους αιτούντες άσυλο στο εσωτερικό της χώρας. Σε διαφορετική περίπτωση είναι σαν να παραδίδουμε τα νησιά μας στο έλεος του θεού. Οι αιτούντες άσυλο πρέπει να οδηγούνται σε κλειστές δομές. Και εντός ενός εύλογου χρονικού διαστήματος κάποιων μηνών, να αποφασίζεται αν θα μείνουν ή όχι στην χώρα.
Από εκεί και πέρα θα πρέπει η Ευρώπη να υποχρεωθεί να αναλάβει δράση. Δεν μπορούμε μόνοι μας να σηκώσουμε το βάρος. Κι υπάρχουν τρόποι! Αλλά κυρίως χρειάζεται να υπάρχει μια εθνική γραμμή πλεύσης. Τι θέλουμε; Να λέμε στους Ευρωπαίους ότι όλα βαίνουν καλώς; Τότε δεν χρειαζόμαστε την βοήθειά τους. Αν την χρειαζόμαστε, όμως, θα πρέπει να «ανεχόμαστε» τον κ. Χρυσοχοΐδη να τους λέει ότι η κατάσταση είναι «μη διαχειρήσιμη». Δεν ήταν και η πιο εύστοχη δήλωση, αλλά ίσως να μην υπάρχει και άλλος τρόπος για να «ακούσουν» οι Ευρωπαίοι. Ότι δεν ακούν είναι απόρροια κάποιων πολιτικών του 2015. Για να μην ξεχνιόμαστε.
Το αντικειμενικό πρόβλημα δεν είναι ότι το προσφυγικό – μεταναστευτικό, εάν ξεφύγει από κάποια όρια, απειλεί να καταπιεί την κυβέρνηση. Εάν αυτό συμβεί, στην πραγματικότητα θα απειλεί πλέον την ίδια τη χώρα. Κι ως τέτοιο θα πρέπει να το δούμε. Κι ίσως αυτό το πρόβλημα είναι και μία αφορμή για να φτιάξουμε ένα υπερκομματικό και αποτελεσματικό κράτος.
Θανάσης Μαυρίδης
[email protected]