Εδώ και χρόνια, στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε οξείς χαρακτηρισμούς σχετικά με την αδράνεια και την ανεπάρκεια του κρατικού μηχανισμού να επιληφθεί δύσκολων υποθέσεων και σοβαρών κοινωνικών προβλημάτων. Τίτλοι όπως «μνημείο ανεπάρκειας και αναλγησίας της πολιτείας» είναι συνήθεις στον ελληνικό Τύπο.
Τελικά, γίνεται κάτι θετικό σε αυτόν τον τόπο; Μήπως έχουμε εντρυφήσει τόσο πολύ στη μοιρολατρία και την αυτοθυματοποίηση που πολλές φορές προσπερνάμε ακόμα και τις σημαντικές εξελίξεις και αντιστοίχως προσπάθειες που γίνονται ώστε επιτέλους να εναρμονιστεί η χώρα με το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι;
Προς επίρρωση των παραπάνω ας αναφερθούμε στο μεταναστευτικό/προσφυγικό. Οι ραγδαίες και καταιγιστικές εξελίξεις γύρω από το εν λόγω ζήτημα αποτρέπουν τους περισσότερους από μια ψύχραιμη και σοβαρή παρακολούθηση των διαφόρων ενεργειών της κυβέρνησης και των διεθνών φορέων για το θέμα. Κραυγαλέες διαπιστώσεις, συναισθηματική επίκληση των γεγονότων, απουσία όμως στη συνέχεια διευκρίνισης και κυρίως επεξήγησης στο αν και κατά πόσο τελικά η πολιτεία συμμορφώθηκε ή και άλλαξε ρότα και ιδίως το μοτίβο πρακτικών μετά την κριτική από φορείς, οργανώσεις, διεθνείς επιτροπές, τα ΜΜΕ.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η κράτηση ανήλικων προσφύγων και μεταναστών. Είναι γνωστό τοις πάσι πλέον και το είχαμε μάλιστα επισημάνει και στον «Φιλελεύθερο» σε ρεπορτάζ στις 4/11 ότι τα πρόσωπα που ανήκουν σε αυτή την τόσο ευάλωτη ομάδα κρατούνται πολλές φορές χωρίς να προσδιοριστεί σωστά η ευπάθεια και η εξατομικευμένη αξιολόγηση πριν από την έκδοση της εντολής κράτησης, ενώ η κράτηση αυτών επιβάλλεται συστηματικά και μπορεί να παραταθεί για περιόδους άνω των 30 ημερών, εξ ου και οι απανωτές καταδίκες από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, οι αλλεπάλληλες συστάσεις από την Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ) και αρκετούς διεθνείς φορείς και ανεξάρτητες αρχές, όπως για παράδειγμα τον Συνήγορο του Παιδιού.
Αυθαίρετες κρατήσεις
Πρόσφατα όμως, στις 13/12, η Ελλάδα απέσπασε επαίνους από τους εμπειρογνώμονες του ΟΗΕ μετά την επίσκεψή τους στη χώρα για την πρόοδο που έχει σημειώσει στον τερματισμό των αυθαίρετων κρατήσεων, με την επισήμανση ωστόσο της ανάγκης διακοπής ευρέως χρησιμοποιούμενων πρακτικών κράτησης.
«Αναγνωρίζουμε και χαιρετίζουμε τις προσπάθειες της Ελλάδας να αντιμετωπίσει τις αυθαίρετες κρατήσεις μέσω νομοθεσίας που θεσπίζει εναλλακτικές στην κράτηση ποινές και διατάξεις για συντομότερη απελευθέρωση, καθώς και μέσω σχεδίων αποϊδρυματοποίησης των ανθρώπων με αναπηρίες», λέει η αντιπροσωπεία της Ομάδας Εργασίας για τις Αυθαίρετες Κρατήσεις, η οποία εξέδωσε μια προκαταρκτική δήλωση στο τέλος της 10ήμερης επίσκεψής της.
«Η συνεργασία με τις Αρχές και η προθυμία τους να διευκολύνουν την πρόσβασή μας σε όλες τις δομές κράτησης, τόσο στις περιπτώσεις προγραμματισμένων επισκέψεων όσο και μη προγραμματισμένων, ήταν εκπληκτική. Η συνεργασία αυτή θα πρέπει να αποτελέσει πρότυπο διεξαγωγής των επισκέψεων της Ομάδας Εργασίας.
Ωστόσο, η χρήση πρακτικών κράτησης παραμένει ιδιαιτέρως διαδεδομένη στο πλαίσιο της ποινικής δικαιοσύνης και της μετανάστευσης και παροτρύνουμε την Ελλάδα να δώσει τέλος σε αυτήν την πολιτική. Είναι ανησυχητικό το ότι η κράτηση αποτελεί τη συνήθη πρακτική παρά τις απαιτήσεις του διεθνούς δικαίου, σύμφωνα με το οποίο θα πρέπει να χρησιμοποιείται ως έσχατη λύση.
Η προσωρινή κράτηση θα πρέπει να αποτελεί εξαίρεση και όχι τον κανόνα. Η εφαρμογή ποινών εναλλακτικών στην κράτηση θα βοηθούσε, επίσης, στην αντιμετώπιση των σημαντικών προβλημάτων υπερπληρότητας στα σωφρονιστικά καταστήματα».
Επιπροσθέτως, οι εμπειρογνώμονες αναγνώρισαν ότι η Ελλάδα συνεχίζει να αντιμετωπίζει «σοβαρές προκλήσεις» στο ζήτημα της μετανάστευσης, δεδομένης της θέσης της στα νότια σύνορα της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
«Είναι σημαντικό να υιοθετηθεί μια περιφερειακή προσέγγιση για την αντιμετώπιση της μετανάστευσης, πάντα με πλήρη σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα των μεταναστών, συμπεριλαμβανομένων των αιτούντων διεθνή προστασία», τόνισαν.
«Η κράτηση στον τομέα της μετανάστευσης θα πρέπει να αποτελεί εξαιρετικό μέτρο ως έσχατη λύση, βασισμένο στην επιμέρους αξιολόγηση κάθε μετανάστη και να διαρκεί όσο το δυνατόν λιγότερο».
Ορισμένες πτυχές της πρόσφατης αναθεώρησης του Ν. 4636/2019, η οποία θα τεθεί σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2020, εγείρουν ανησυχίες, ιδιαιτέρως η επέκταση του μέγιστου διαστήματος κράτησης. «Κάτι τέτοιο δεν συνάδει με τις διεθνείς υποχρεώσεις σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που έχει αναλάβει η Ελλάδα», επεσήμαναν.
«Μας προβληματίζει ιδιαιτέρως ότι ασυνόδευτοι ανήλικοι και άλλα παιδιά κρατούνται και αντιμετωπίζονται ως ενήλικοι. Η κράτηση παιδιών στο πλαίσιο της μετανάστευσης απαγορεύεται σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και πρέπει να σταματήσει».
Η Ομάδα Εργασίας μάλιστα προέτρεψε την κυβέρνηση να επιταχύνει τις διαδικασίες αποϊδρυματοποίησης των ατόμων με αναπηρίες, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις της Ελλάδας βάσει των συνθηκών.
Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια της επίσκεψης, από τις 2 έως τις 13 Δεκεμβρίου 2019, τα τρία μέλη της αντιπροσωπείας συναντήθηκαν με κυβερνητικούς αξιωματούχους, δικαστές, δικηγόρους, εκπροσώπους της κοινωνίας των πολιτών και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη. Επισκέφτηκαν 20 διαφορετικές δομές κράτησης και πήραν συνεντεύξεις από πάνω από 150 άτομα που στερούνται την ελευθερία τους. Η τελική έκθεση που θα προκύψει από την επίσκεψη αυτή θα παρουσιαστεί στο Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών, τον Σεπτέμβριο του 2020.
Η «Διοτίμα»
Ένα δεύτερο παράδειγμα αφορά την προσβασιμότητα στις Υπηρεσίες Αντιμετώπισης της Εμφυλης Βίας από τον προσφυγικό και μεταναστευτικό πληθυσμό (κορίτσια, αγόρια, γυναίκες, άνδρες) στην Ελλάδα. Στις 20/12 σε έκθεση της έρευνας του Κέντρου Γυναικείων Μελετών και Ερευνών «Διοτίμα» με την υποστήριξη της UNICEF και τη χρηματοδότηση της κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών διαπιστώνεται ότι οι Υπηρεσίες Αντιμετώπισης Εμφυλης Βίας που λειτουργούν σε όλη την επικράτεια έχουν σημειώσει αξιοσημείωτη πρόοδο κατά την περίοδο 2016-2018.
Συγκεκριμένα:
Ένας μεγάλος αριθμός επιζήσασων έχει λάβει υποστήριξη από τις δημόσιες υπηρεσίες, καθώς και από μη κυβερνητικές οργανώσεις.
Η ικανότητα του δημόσιου συστήματος απόκρισης, που απευθύνεται σε επιζήσασες πρόσφυγες, ενισχύθηκε, όπως αναφέρεται με την εξειδικευμένη εκπαίδευση του προσωπικού.
Αυξήθηκε η διαθεσιμότητα διερμηνείας στις Υπηρεσίες Αντιμετώπισης Εμφυλης Βίας.
Ο Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας ΚΕΕΛΠΝΟ/ΕΟΔΥ ανέλαβε την (ιατρική) διαχείριση των περιστατικών έμφυλης βίας στα camps και στα κέντρα υποδοχής και ταυτοποίησης.
Υιοθετήθηκε αφενός ένα πρωτόκολλο συντονισμού μεταξύ των δημόσιων φορέων και αφετέρου ένα ιατρικό πρωτόκολλο για τη διαχείριση περιστατικών έμφυλης βίας από τα δημόσια νοσοκομεία.
Επισημαίνεται, ωστόσο, ότι παρότι υπήρξε αξιοσημείωτη πρόοδος τη δεδομένη χρονική περίοδο, στην έρευνα διαπιστώθηκε ότι εξακολουθούν να υπάρχουν κρίσιμα κενά στο σύστημα απόκρισης όπως:
- Έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού για τη διαχείριση περιστατικών έμφυλης βίας στα κέντρα υποδοχής και ταυτοποίησης.
- Περιορισμένη παροχή εξειδικευμένων υπηρεσιών νομικής βοήθειας· περιορισμένη δυνατότητα διερμηνείας σε βασικές υπηρεσίες όπως: νοσοκομεία, αστυνομία, δικαστήρια, συμβουλευτικά κέντρα και ξενώνες, κέντρα υποδοχής και ταυτοποίησης.
- Περιορισμένη δυνατότητα διαχείρισης περιστατικών έκτακτης ανάγκης, σε εικοσιτετράωρη, εβδομαδιαία βάση.
- Δυσκολίες στην παροχή ασφαλούς στέγασης για την άμεση απομάκρυνση και προστασία των θυμάτων.
- Σημαντικά κενά στις υπηρεσίες για την προστασία των επιζήσαντων παιδιών και ανδρών.
- Μικρής εμβέλειας προγράμματα και δράσεις υποστήριξης της ένταξης.
Εξαιτίας των παραπάνω, όπως τονίζεται στην εν λόγω έκθεση, «γυναίκες πρόσφυγες στον Εβρο χρειάζεται να διανύσουν απόσταση μιάμισης ώρας για να καταγγείλουν περιστατικά έμφυλης βίας εις βάρος τους. Επιζήσασες ενδοοικογενειακής βίας στη Μόρια, οι οποίες, αν και τολμούν να καταγγείλουν, βλέπουν αυτούς που τις κακοποίησαν ελεύθερους, εξαιτίας μεγάλων καθυστερήσεων στην απόκριση της δικαιοσύνης. Γυναίκες πρόσφυγες εξαιρούνται από τη δωρεάν δημόσια νομική βοήθεια, γιατί δεν μπορούν να αποδείξουν ότι είναι άπορες. Πρόσφυγες επιζήσαντες δεν μπορούν να λάβουν υποστήριξη γιατί δεν υπάρχουν εξειδικευμένοι φορείς για άνδρες που υφίστανται έμφυλη βία. Επιζήσαντες και επιζήσασες καλούνται να εκθέσουν το βίωμα και τις ανάγκες τους για υποστήριξη σε υπηρεσίες που δεν διαθέτουν διερμηνεία, διαδικασία που εντείνει το αίσθημα απελπισίας και λειτουργεί αποθαρρυντικά στην αναζήτηση βοήθειας».
Τούτων λεχθέντων, στην έκθεση υπογραμμίζεται η ανάγκη για αναβάθμιση του συστήματος απόκρισης, ιδιαίτερα όσον αφορά τη συμπερίληψη παιδιών και ανδρών επιζήσαντων έμφυλης βίας, όπως και η διασφάλιση της πολιτισμικής διαφοροποίησης των παρεχόμενων υπηρεσιών, ώστε να εξασφαλιστεί η ισότιμη υποστήριξη των επιζήσαντων. Παράλληλα τονίζεται η σημασία της διαμόρφωσης υπηρεσιών που θα τοποθετούν στο επίκεντρο τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των ατόμων που επέζησαν από την έμφυλη βία και θα είναι πλήρως διαθέσιμες και προσβάσιμες στο μεταναστευτικό και προσφυγικό πληθυσμό.
Τέλος, στις πρόσθετες συστάσεις περιλαμβάνονται:
- Η ενίσχυση των μηχανισμών εντοπισμού περιστατικών έμφυλης βίας σε όλα τα κέντρα υποδοχής και ταυτοποίησης, με εξειδικευμένο προσωπικό, με απρόσκοπτη διασύνδεση με τις δημόσιες υπηρεσίες, αλλά και κοινά αποδεκτές και λειτουργικές διαδικασίες παραπομπών.
- Η παροχή υπηρεσιών διερμηνείας σε όλους τους δημόσιους ξενώνες και τη γραμμή 15900.
- Η διάχυση κατευθυντήριων γραμμών προς τις αστυνομικές υπηρεσίες σχετικά με τους νόμους και τα μέτρα της πολιτείας για τη διαχείριση των περιστατικών έμφυλης βίας, ιδίως στον προσφυγικό και μεταναστευτικό πληθυσμό.
- Η εξασφάλιση ασφαλούς στέγασης για άτομα που επέζησαν από την έμφυλη βία.
- Η προώθηση στοχευμένων προγραμμάτων αποκατάστασης και ένταξής τους.
- Η παροχή εξειδικευμένων υπηρεσιών για άνδρες και LGBTQ άτομα, που έχουν υποστεί έμφυλη βία.
Εν κατακλείδι, η πολιτεία προσπαθεί έστω και με αργούς ρυθμούς να διορθώσει τα κακώς κείμενα, να υπακούσει στις αποφάσεις των δικαστηρίων και να εναρμονιστεί με τις ευρωπαϊκές και όχι μόνο συστάσεις. Η δε Κοινωνία των Πολιτών επισημαίνει τη βελτίωση όπου παρατηρείται των υφιστάμενων συνθηκών και πρακτικών, ενώ παράλληλα προτείνει με σαφή τρόπο τρόπους επίλυσης των προβλημάτων. Ο δημοσιογραφικός κόσμος οφείλει όχι μόνο να διερευνά τις παθογένειες στον κρατικό μηχανισμό, αλλά να επισημαίνει και την όποια πρόοδο παρατηρείται. Διαφορετικά δεν υπηρετεί την ενημέρωση, αλλά μάλλον καλλιεργεί μια αίσθηση ματαιότητας, η οποία δεν είναι χρήσιμη για κανέναν. Ούτε για την κοινωνία, ούτε για το πολιτικό σύστημα, ούτε και για τη δημοκρατία εν τέλει, η οποία δεν ενισχύεται από αυτούς που πιστεύουν πως τίποτε ποτέ δεν αλλάζει, αλλά από εκείνους αντιθέτως που ελπίζουν και προσδοκούν στις αλλαγές επί τα βελτίω.
* Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο της Δευτέρας 23 Δεκεμβρίου 2019.