Ο Ιωάννης Μεταξάς, υπουργός Στρατιωτικών και αντιπρόεδρος στην κυβέρνηση Δεμερτζή, τον οποίο με απόφαση του Γεωργίου διαδέχθηκε στην πρωθυπουργία μετά τον θάνατό του, ήταν μια δυσανάγνωστη προσωπικότητα τόσο ως στρατιωτικός όσο και ως πολιτικός. Ως στρατιωτικός, αν και λάτρης της Γερμανίας και απόφοιτος της Στρατιωτικής Ακαδημίας του Βερολίνου, συντάχθηκε στο πλευρό των Άγγλων, εκτιμώντας ότι αυτό επέβαλε τη δεδομένη στιγμή το εθνικό συμφέρον.
Ήλθε σε σύγκρουση με τον φιλοχιτλερικό πρεσβευτή μας στο Βερολίνο Ραγκαβή και επέλεξε με τη σύμφωνη γνώμη των Άγγλων την ουδετερότητα, αντί της εισόδου, της Ελλάδας στον πόλεμο. Ήταν μάλιστα τόσο φιλοβρετανική η πολιτική του, που το Φόρεϊν Οφις αντικατέστησε εν μια νυκτί τον πρεσβευτή στην Αθήνα Sir Sidney Waterloo με τον Sir Charles Palairet, επειδή ο πρώτος ήλθε σε σύγκρουση με τον Μεταξά στα δύο πρώτα χρόνια της διακυβέρνησής του. Οι Άγγλοι εμπιστεύονταν τον Μεταξά και ας είχε καταργήσει τον κοινοβουλευτισμό. Η στρατηγική θέση της Ελλάδας στον πόλεμο εκείνο, που εξαπλωνόταν σταθερά προς τις ενεργειακές πηγές της Μέσης Ανατολής, την καθιστούσε, είτε ως ουδέτερη είτε αργότερα στο πλευρό της, πολύτιμο εταίρο των Συμμάχων.
Το ίδιο περίεργη ήταν και η συμπεριφορά του ως πολιτικού. Μπορεί να είχε καταργήσει τον κοινοβουλευτισμό με στρατιωτικό νόμο, να είχε στείλει δεκάδες πολιτικούς του αντιπάλους σε τόπους εξορίας, υποβάλει άλλους τόσους σε βασανιστήρια, ιδρύσει υφυπουργείο Τύπου με επικεφαλής τον διαβόητο Μανιαδάκη και γεμίσει τον τόπο με χαφιέδες συνεργάτες του καθεστώτος του, αλλά δεν ευθυγραμμίστηκε με τα σκληρά φασιστικά κόμματα της εποχής του.
Ο αντικοινοβουλευτισμός τού Μεταξά δεν συνεπαγόταν τα πληβειοκρατικά στοιχεία του γερμανικού εθνικοσοσιαλισμού και φασισμού που τον απωθούσαν. Δεν εισήγαγε, για παράδειγμα, αντισημιτικούς νόμους όπως όλες οι άλλες χώρες της Ευρώπης, αντιθέτως διευκόλυνε τον επαναπατρισμό Ελλήνων Εβραίων της Διασποράς που εδιώκοντο από το χιτλερικό καθεστώς. Παρά το ότι το καθεστώς του ήταν βίαιο, σκληρά αντικομμουνιστικό και αντικοινοβουλευτικό, δεν επεδίωκε γενικό συντονισμό της κοινωνίας, όπως έκανε το χιτλερικό καθεστώς. Έχοντας τον στρατό ως βασική του δύναμη, το ιδανικό πολίτευμα γι' αυτόν δεν ήταν η Αθηναϊκή Δημοκρατία, αλλά η στρατοκρατική Σπάρτη και η αρχαία Μακεδονία που ενοποίησε πολιτικά την Ελλάδα.
Στην αντίληψη αυτή ίδρυσε την ΕΟΝ, χωρίς όμως να επιβάλει υποχρεωτική ένταξη των νέων σε αυτήν, καθώς και μητρώο Τύπου καταργώντας την ελευθεροτυπία. Ενώ ενδιαφερόταν για την τέχνη και παρακολουθούσε με ενδιαφέρον τα καλλιτεχνικά δρώμενα, δεν επεδίωξε συστράτευση των καλλιτεχνών, όπως άλλα ολοκληρωτικά καθεστώτα της εποχής. Με δυο λόγια, το καθεστώς Μεταξά δεν ήταν ολοκληρωτικό, ίσως γι' αυτό και μπέρδευε ο ίδιος τους ξένους συνομιλητές του στην Αθήνα, μεταξύ αυτών και τον Βρετανό πρεσβευτή που στα έγγραφά του τον χαρακτήριζε «απροσδιόριστο». Πώς αλλιώς να ερμηνεύσει κανείς έναν πολιτικό που είχε απαγορεύσει να διδάσκεται ο «Επιτάφιος» του Περικλή και να διαβάζονται συγγραφείς όπως ο Παπαδιαμάντης και ο Καρκαβίτσας;
Στα θετικά του, ως στρατιωτικού, ήταν η έγκαιρη οχύρωση της χώρας στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα που δυσκόλεψε τον Άξονα, αν και δεν είχε γίνει πρόβλεψη στα σύνορα με την Αλβανία από όπου έγινε η πρώτη επίθεση. Το περίφημο ΟΧΙ των Ελλήνων έφερε ως δια μαγείας, εκτός από τον στρατό, και τον λαό στο πλευρό του. Όπως έγραψε έναν χρόνο μετά ο Γεώργιος Σεφέρης, ο Μεταξάς «δεν μπόρεσε να ιδεί ότι τότε μόνο και όχι στις εορτές του Σταδίου ολόκληρος ο λαός ήταν μαζί του κι ότι η ημέρα εκείνη δεν επικύρωνε αλλά καταργούσε την 4η Αυγούστου»!
*Η Φωτεινή Τομαή είναι συγγραφέας, πρέσβης ε.τ.
Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο του σαββατοκύριακου 8-9 Αυγούστου.