Η ζημιά που έχει γίνει είναι ανυπολόγιστη και πρέπει πάση θυσία να ανατραπεί, να διαγραφεί τελείως από τις διανοητικές διεργασίες αυτή η φράση, τόσο από τον προσωπικό μας στοχασμό όσο και από τον ευρύτερο πολιτικό διάλογο.
Η περίφημη αυτή φράση με την οποία μεγαλώσαμε οι περισσότεροι από εμάς ειπώθηκε στη Βουλή από τον υπουργό του ΠΑΣΟΚ Μένιο Κουτσόγιωργα κατά του τότε αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Αυτή η φράση διέβρωσε την πολιτική αλλά και την προσωπική μας ζωή σε υπερθετικό βαθμό. Η ζημιά που έχει γίνει είναι ανυπολόγιστη και πρέπει πάση θυσία να ανατραπεί, να διαγραφεί τελείως από τις διανοητικές διεργασίες τόσο στον προσωπικό μας στοχασμό όσο και στον ευρύτερο πολιτικό διάλογο. Πόσες φορές δεν έχουμε καταφύγει και εμείς σε αυτή την εύκολη λύση όταν μας κατηγορούν για κάτι.
Η εύκολη διέξοδος είναι να αμφισβητήσουμε αυτόν που μας κάνει κριτική, είτε γιατί ο ίδιος είχε κάνει κάτι παρόμοιο στο παρελθόν ή, ακόμα χειρότερα, γιατί δεν του αναγνωρίζουμε το δικαίωμα να μας κρίνει λόγω της δικής μας αξιακής και ηθικής υπεροχής. Έχω αφιερώσει καλώς ή κακώς (μάλλον κακώς ) χιλιάδες ώρες παρακολουθώντας πολιτικούς διαλόγους στην τηλεόραση.
Βράδια ατελείωτα, κυρίως στις προεκλογικές περιόδους, διψασμένος για ουσιαστικές συζητήσεις, για επιχειρήματα και για συγκροτημένες απόψεις. Είχα φτάσει στο σημείο της κορύφωσης των εκάστοτε προεκλογικών περιόδων να μπορώ να επιχειρηματολογώ για όλες τις πολιτικές θέσεις. Είχα μάθει τα τεχνάσματα, τα επιχειρήματα και τα τσιτάτα όλων των κομμάτων, Νέας Δημοκρατίας, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ.
Η πιο εύκολη όμως πολιτική θέση για να υποστηρίξεις σε ένα πάνελ ήταν και είναι του ΚΚΕ, καθώς παραμένει απαράλλακτη όλα αυτά τα χρόνια.
Ο πολιτικός διάλογος, που είναι σχεδόν αποκλειστικά τηλεοπτικός, κυριαρχείται από συζητήσεις που καταλήγουν συνήθως σε ανούσιες και επαναλαμβανόμενες αντιπαραθέσεις. Όταν κάποιος από τους πανελίστες νιώθει πως δεν έχει επιχειρήματα ή πως στο βάθος έχει άδικο, έχει δύο δρόμους για να σταθεί όρθιος στην τηλεοπτική αρένα.
Ο ένας είναι να φωνάζει πως «και εσείς τα ίδια κάνατε» εάν μπορεί να βρει παρόμοιες πολιτικές πράξεις, είτε να πει πως εσείς που καταστρέψατε τη χώρα και που έχετε κάνει τόσο κακό δεν δικαιούστε να με κρίνετε ή, με άλλα λόγια, «δεν δικαιούσθε διά να ομιλείτε», όπως μας έμαθε δυστυχώς να λέμε ο Κουτσόγιωργας. Τότε λοιπόν σταματά η συζήτηση για το συγκεκριμένο θέμα και ξεκινά η φωνασκία, η θεατρική παράσταση, οι προσωπικοί χαρακτηρισμοί, οι ατάκες. Δεν μαθαίνουμε τίποτα γι' αυτό που μας ενδιαφέρει, αλλά παρακολουθούμε τηλεοπτικά ξεκατινιάσματα, ποιος μπορεί να μιλάει συνεχώς πάνω στον άλλο, ποιος έχει πιο βροντερή φωνή, ποιος εντέλει κερδίζει το βραβείο του πιο απολίτιστου.
Το χειρότερο είναι πως και οι δημοσιογράφοι, οι τηλεοικοδεσπότες, ενώ κάνουν πως τους ενοχλεί αυτή η πεζοδρομιακού επιπέδου ανταλλαγή προσβολών και ύβρεων, στο βάθος είναι χαρούμενοι, γιατί πιστεύουν πως έτσι προσφέρουν θέαμα στους τηλεθεατές τους. Για την ουσία μάλλον ούτε αυτοί ενδιαφέρονται, ίσως όμως και να μην έχουν την ικανότητα να διαχειριστούν μια συζήτηση που να εμβαθύνει στα θέματα, να αντιλαμβάνεται τις αντικρουόμενες θέσεις, να στοχεύει και να επιμένει στα σημεία που χρειάζονται περαιτέρω ανάλυση και διευκρινίσεις.
Αφορμή για τις σημερινές σκέψεις μού έδωσε το θέμα της επαγγελματικής κατάρτισης επιστημόνων. Για όσους δεν γνωρίζουν το θέμα, η κυβέρνηση ύστερα από υπόδειξη της αντιπολίτευσης υπαναχώρησε σωστά σε ένα νομοσχέδιο που αφορούσε την επαγγελματική κατάρτιση επιστημόνων, το οποίο ήταν μάλλον πρόχειρο και αναποτελεσματικό. Εντούτοις, όμως, όσον αφορά αυτή καθαυτή τη διαχείριση της υπόθεσης από την κυβέρνηση, τα θετικά υπερτερούν από τα αρνητικά. Υπαναχώρησε αμέσως, παραδέχθηκε την αστοχία και είπε προχωράμε μπροστά. Η περίοδος που βρισκόμαστε δεν είναι σε καμία περίπτωση κανονική, είναι μια κατάσταση κρίσης, στην οποία η ταχύτητα είναι σχεδόν εξίσου σημαντική με την ορθότητα των αποφάσεων.
Σε καταστάσεις επείγουσες και πρωτόγνωρες πρέπει να αποδεχθούμε πως η ποιότητα των αποφάσεων μπορεί ορισμένες φορές να αποδειχθεί υποδεέστερη των αναμενομένων. Ας μην ξεχνάμε πως η απόφαση να ακυρωθούν οι καρναβαλικές εκδηλώσεις πάρθηκε με τρομερή ταχύτητα και αντανακλαστικά, και αποδείχθηκε τελικά σωτήρια. Σε αυτές τις ιδιάζουσες και κρίσιμες περιστάσεις κρίνεται η διοικητική επάρκεια των αρχηγών, στην ποιότητα των αποφάσεών τους, καθώς και στο θάρρος και την παρρησία να διορθώνουν τις όποιες αστοχίες στις επιλογές τους. Δεν θέλω να σας θυμίσω αυτό που ακούσαμε μετά την τραγωδία στο Μάτι, από τους προηγούμενους διαχειριστές της κρίσης πως δεν είχαν κάνει κανένα λάθος.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση της επαγγελματικής κατάρτισης οι επισημάνσεις της αντιπολίτευσης ήταν εύστοχες, όπως και η αντίδραση της κυβέρνησης ήταν άμεση, και έτσι απέδειξαν στην πράξη πώς μπορεί να λειτουργεί αποτελεσματικά η δημοκρατία με ξεκάθαρους ρόλους εκτελεστικής εξουσίας και αντιπολίτευσης. Είναι όμως απολύτως αναγκαίο να ξεφύγουμε από την τακτική συμψηφισμού λαθών και αστοχιών. Έχουμε κουραστεί να ακούμε και εσείς τα ίδια κάνατε και πως τόσα εκατομμύρια έχετε διαθέσει σε παρόμοια προγράμματα. Δεν θέλουμε να παρακολουθούμε διαγωνισμούς λαθών και αστοχιών, θέλουμε να προχωρήσουμε μπροστά. Μόνο όποιος δεν παίρνει καμία απόφαση, μόνο αυτός δεν κάνει κανένα λάθος.
Όλοι μας, στις δουλειές μας, στη ζωή μας και τις σχέσεις μας κρινόμαστε από το συνολικό αποτέλεσμα των αποφάσεων και των ενεργειών μας, και θέλουμε αυτό να έχει περισσότερα θετικά από αρνητικά. Με αυτή τη λογική κανένα στέλεχος επιχείρησης, όπως και αντίστοιχα κανένας πολιτικός, δεν απαξιώνεται από μια λανθασμένη απόφαση, αλλά κρίνεται από το σύνολο του έργου του. Εάν ζητάμε παραιτήσεις με το παραμικρό, θα καταλήξουμε με άβουλους πολιτικούς που θα κυριαρχούνται από τον φόβο και θα διαχειρίζονται μόνο τυπικές καταστάσεις σε καθεστώς γενικευμένης απραξίας. Εξαιρούμε βέβαια όλες τις περιπτώσεις ηθικού εκπεσμού, οι οποίες πρέπει να αντιμετωπίζονται άμεσα και απόλυτα.
Λοιπόν 51 για τη γρήγορη και έντιμη αντίδραση, και 49 στις δικαιολογίες του τύπου «αι εσείς τα ίδια κάνατε». Αυτή την αντιμετώπιση πρέπει να την αφήσουμε πίσω μας άπαξ και διά παντός, τόσο σε πολιτικό όσο και σε προσωπικό επίπεδο.
* Η στήλη «51+49» δημοσιεύεται στην οικονομική εφημερίδα «Liberal markets» που κυκλοφορεί με τον «Φιλελεύθερο» του Σαββάτου