Στο αρχαιότερο μαντείο του ελλαδικού χώρου, στο ξακουστό Μαντείο της Δωδώνης, θα είναι αφιερωμένη η δεύτερη περιοδική έκθεση του Μουσείου Ακροπόλεως. Η πρώτη, που ήταν για τη Σαμοθράκη και το Ιερό των Μεγάλων Θεών, έκλεισε με επιτυχία. Τον προσεχή Ιούνιο, οι κάτοικοι και οι επισκέπτες της πρωτεύουσας θα θαυμάσουν ευρήματα από τη σπουδαία αυτή αρχαιολογική θέση της Ηπείρου.
Το Μουσείο της Ακρόπολης θα προσφέρει ένα κεντρικό βήμα για να παρουσιαστεί στο ελληνικό μουσείο με τη μεγαλύτερη επισκεψιμότητα, «ένας τόπος με πανάρχαιη ιστορία», σύμφωνα με τον πρόεδρό του, Δημήτρη Παντερμαλή. Όπως είπε ο κ. Παντερμαλής σε επίσκεψή του στα Γιάννενα, κατά τη συνάντησή του με τον δήμαρχο Θωμά Μπέγκα, «επιθυμία του Μουσείου της Ακρόπολης είναι να αναδείξει την ιδιαιτερότητα της Δωδώνης, αλλά και την ιδιαίτερη θέση της και τη σύνδεσή της με τον τόπο.»
Ο στόχος του κ. Παντερμαλή και των συνεργατών του είναι ένας: να γνωρίσει το κοινό τους αρχαιολογικούς μας θησαυρούς και να συλλάβει τη μεγάλη ιδιαιτερότητα των αρχαιοτήτων στην Ελλάδα. Ότι είναι «ζώσες» αρχαιότητες οι οποίες προέρχονται από ανασκαφές και ότι δημιουργήθηκαν σε συγκεκριμένους τόπους. Γιατί ο τόπος «σφραγίζει» και τους ανθρώπους. Ο έφορος αρχαιοτήτων Ιωαννίνων Κ. Σουέρεφ τονίζει πως οι αρχαιότητες «είναι και ένα εφαλτήριο για να δούμε στο σημερινό κόσμο όλα αυτά που η μήτρα των αρχαίων φέρνει μέχρις εμάς».
Την περασμένη Κυριακή ολοκληρώθηκε λοιπόν η περιοδική έκθεση που παρουσίασε το Μουσείο Ακρόπολης σε συνεργασία με τις Εφορείες Αρχαιοτήτων Ροδόπης και Έβρου και με την ουσιαστική συμβολή του Δημήτρη Μάτσα, αφοσιωμένου εδώ και χρόνια στις αρχαιότητες της Σαμοθράκης. Είχε εγκαινιαστεί τον Ιούνιο και την επισκέφθηκαν 44.434 Έλληνες και ξένοι, πολλοί από τους οποίους έκαναν έτσι την πρώτη τους γνωριμία με το νησί.
Παρουσιάστηκαν συνολικά 252 αρχαιολογικά εκθέματα από τη Σαμοθράκη, πολλά από τα οποία συντηρήθηκαν στα εργαστήρια του Μουσείου Ακρόπολης, στήθηκαν σε νέες μαρμάρινες βάσεις και θα επιστρέψουν στο νησί για την επανέκθεσή τους στις ανακαινισμένες αίθουσες του Αρχαιολογικού Μουσείου της Σαμοθράκης.
Κατά τη διάρκεια της έκθεσης, οι επισκέπτες είχαν την ευκαιρία να απολαύσουν τα εκθέματα, με πλοηγούς τους Αρχαιολόγους - Φροντιστές του Μουσείου, με τη συμμετοχή τους στις θεματικές παρουσιάσεις «Σαμοθράκη. Τα μυστήρια των μεγάλων θεών» και «Οι Μεγάλοι Θεοί της Σαμοθράκης και η Αθηνά της Ακρόπολης».
Οργανώθηκαν επίσης εκπαιδευτικά προγράμματα και διαγωνισμός φωτογραφίας στο Instagram, με στόχο τη συλλογή ελκυστικών φωτογραφιών από τις εμπειρίες του κοινού στο νησί της Σαμοθράκης (#MySamothrakiExhibition). Στόχος του Μουσείου Ακρόπολης είναι, άλλωστε, παράλληλα με την επαφή με τις αρχαιότητες, να διεγείρει το ενδιαφέρον του κόσμου ώστε να επισκεφθεί τους τόπους προέλευσης των εκθεμάτων.
Το ιερό της Δωδώνης βρίσκεται στη στενή κοιλάδα ανατολικά του Τόμαρου. Στην αρχαιότητα αποτελούσε το θρησκευτικό κέντρο της βορειοδυτικής Ελλάδας. Η Δωδώνη ήταν γνωστή για το ξακουστό μαντείο, που, σύμφωνα με την παράδοση, ήταν το αρχαιότερο στην ελληνική επικράτεια, στοιχείο που επιβεβαιώνεται και από τις αναφορές του στα ομηρικά έπη. Ο Ηρόδοτος αναφέρει μύθο, που του είπαν οι ιερείς, όταν επισκέφθηκε τη Δωδώνη: από τη Θήβα της Αιγύπτου ξεκίνησαν δύο μαύρα περιστέρια (πελειάδες), από τα οποία το ένα πήγε στη Λιβύη, όπου ιδρύθηκε το ιερό του Άμμωνα Δία, και το άλλο ήλθε στη Δωδώνη και κάθισε επάνω σε μία βελανιδιά, το ιερό δένδρο του Δία, και με ανθρώπινη ομιλία υπέδειξε το σημείο όπου έπρεπε να ιδρυθεί το μαντείο του θεού. Από το θρόισμα των φύλλων του δένδρου και από το πέταγμα των πουλιών που φώλιαζαν σε αυτό, οι μάντεις ερμήνευαν τη βούληση του πατέρα των θεών. Οι χρησμοί δίνονταν και με βάση το κελάρυσμα των νερών της ιερής πηγής και από τον ήχο χάλκινων λεβήτων που στέκονταν πάνω σε τρίποδες γύρω από το ιερό δένδρο.
Οι αρχαιολογικές έρευνες επιβεβαίωσαν την αρχαιότητα του χώρου, καθώς η χρήση της θέσης ανάγεται στην Εποχή του Χαλκού. Η πρώτη λατρεία φαίνεται πως ήταν αυτή της θεάς Γης ή κάποιας γυναικείας θεότητας σχετικής με τη γονιμότητα, ενώ η λατρεία του Δία εισήχθη στη Δωδώνη από τους Σελλούς, κλάδο των Θεσπρωτών, και σύντομα εξελίχθηκε σε κυρίαρχη λατρεία. Μαζί του λατρευόταν η Διώνη, σύζυγός του, σύμφωνα με την τοπική παράδοση, ενώ σταδιακά προστέθηκε και η λατρεία της κόρης τους Αφροδίτης, και αυτή της Θέμιδας, που λατρευόταν μαζί με τη Διώνη ως «νάιοι θεοί», δηλαδή σύνοικοι και σύνναιοι του Δία.
Στην αρχική του μορφή το ιερό ήταν υπαίθριο και οι διάφορες τελετουργίες πραγματοποιούνταν γύρω από το ιερό δένδρο. Από τον 8ο αιώνα π.Χ. έφθαναν στο ιερό και αφιερώματα από τη νότια Ελλάδα, ιδιαίτερα χάλκινοι τρίποδες, αγαλματίδια, κοσμήματα και όπλα, γεγονός που σχετίζεται και με την εγκατάσταση αποίκων από ελληνικές πόλεις στις ηπειρωτικές ακτές.
Η αρχή της οικοδομικής δραστηριότητας τοποθετείται στις αρχές του 4ου αιώνα π.Χ., όταν κατασκευάσθηκε ο πρώτος μικρός ναός του Δία και τρεις ιωνικές στοές. Η μεγαλύτερη άνθηση σημειώθηκε τον 3ο αιώνα π.Χ., στα χρόνια της βασιλείας του Πύρρου (297-272 π.Χ.), ο οποίος έδωσε στο ιερό μνημειακό χαρακτήρα με την κατασκευή ναών, θεάτρου, βουλευτηρίου πρυτανείου και σταδίου. Ο χώρος καταστράφηκε το 219 π.Χ. από τους Αιτωλούς, αλλά ανοικοδομήθηκε και λειτούργησε μέχρι το 167 π.Χ., οπότε καταστράφηκε από τους Ρωμαίους. Νέες καταστροφές προκλήθηκαν στο ιερό το 88 π.Χ. από το Μιθριδάτη ΣΤ΄ Ευπάτορα, ηγεμόνα της σατραπείας του Πόντου, και τους Θράκες πολεμιστές του.
Το ιερό λειτούργησε με άλλο χαρακτήρα κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους, ενώ το θέατρό του μετατράπηκε σε αρένα, την οποία επισκέφθηκε ο αυτοκράτορας Αδριανός γύρω στο 132 μ.Χ. Το μαντείο και οι γιορτές προς τιμή του Δία συνέχισαν να προσελκύουν τους πιστούς μέχρι τον 4ο αιώνα μ.Χ., όταν η αρχαία λατρεία αντικαταστάθηκε από το Χριστιανισμό και στον χώρο του ιερού οικοδομήθηκαν χριστιανικές βασιλικές, ενώ η ιερή βελανιδιά κόπηκε.
Σήμερα έχουν αναστηλωθεί πολλά μνημεία του αρχαιολογικού χώρου και δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα στο αρχαίο θέατρο, ένα από τα ωραιότερα και προβληματικότερα, καθώς το υλικό του είναι εύθριπτο.
Ευρήματα εκτίθενται στο αρχαιολογικό Μουσείο Ιωαννίνων και παρουσιάζονται σε μία αίθουσα αφιερωμένη αποκλειστικά στη Δωδώνη. Υπάρχουν και στη συλλογή Καραπάνου στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, αλλά και στο Λούβρο και σε μουσεία του Βερολίνου, καθώς πουλήθηκαν από τον Ζ. Μινέικο, παππού του Ανδρέα Παπανδρέου και προπάππο του Γιώργου.